ΑΠΟΨΕΙΣ

Η πολιτική μεταξύ λέγειν και πράττειν

Η πολιτική μεταξύ λέγειν και πράττειν
Φρανσουά Ολάντ και Αλέξης Τσίπρας κατά την επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου στην Αθήνα EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ

«Πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων» είχε πει ο Φρανσουά Μιτεράν, αναδεικνύοντας το ρόλο λέξεων και εικόνων, που συμπυκνώνουν σημασιοδοτήσεις, τις οποίες επεξεργάζονται και εκφράζουν οι κοινωνικοί δράστες, γύρω από το παίγνιο εξουσίας, κυριαρχίας, συναίνεσης, εξάρτησης, σύγκρουσης, υποταγής και διεκδίκησης: ό,τι τελοσπάντων συνιστά εκτύλιξη της επικράτειας του πολιτικού.

O Φρανσουά Ολάντ, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα έπαιξε με τα σύμβολα όσο καλύτερα γινόταν. Πέρα από την κλασσική αναφορά για το «λίκνο της Δημοκρατίας», ανέδειξε τις θετικές πλευρές καίριων ιστορικών στιγμών της Ελλάδας, επέδειξε και απέδωσε αναγνώριση και σεβασμό, τόνιζε τους κοινούς διαχρονικούς δεσμούς μεταξύ των δυο χωρών και τη βοήθεια που παρείχε σε δύσκολες στιγμές η χώρα του στην Ελλάδα.

Είναι κοινότυπο πλέον να επισημάνει κανείς -όπως έχουν αποτυπώσει δεκαετίες έρευνας στο χώρο της Κοινωνικής Ψυχολογίας- πως κάθε απόπειρα συγκρότησης μιας συμπεριληπτικής αίσθησης του «εμείς» προϋποθέτει τον υπερτονισμό των ομοιοτήτων, μαζί με ταυτόχρονη άμβλυνση των διαφορών, αποσιώπηση και απόκρυψη (έστω και κάτω απ’ το χαλί) επεισοδίων παρελθούσας σύγκρουσης, αλλά και ανάδειξη χαρακτηριστικών, συναισθημάτων και πεποιθήσεων, που αποτελούν τη βάση μιας κοινής ταυτότητας, έστω και οιονεί.

Όλες αυτές οι διεργασίες εντείνονται, όταν οι συνθήκες επιβάλουν την αναγκαιότητα μιας «κοινής μοίρας». Το εάν αυτή υπάρχει και ποια είναι στην παρούσα συγκυρία μένει να το δούμε. Μένει να φανεί, για παράδειγμα, αν θα εκδηλωθεί εμπράκτως και αν θα διευρυνθεί το κοινό μέτωπο ενάντια σ’ αυτούς που «μας είπαν να φύγουμε έστω και για λίγο και δεν τους ακούσαμε».

Η Γαλλία μοιάζει να έχει ανάγκη από συμμάχους περισσότερο από πριν και σίγουρα ο Γάλλος Πρόεδρος έκανε στο επικοινωνιακό επίπεδο ό,τι καλύτερο από πλευράς του, προκειμένου να ανεβάσει την αυτοεκτίμηση των Ελλήνων, να τους εξευμενίσει για παρελθούσα κακομεταχείριση στο ευρωπαϊκό πλαίσιο και να αναδείξει μια σχέση ισοτιμίας. Το «δε χρειάζεστε συμπόνια» ήταν σαφής επικοινωνιακή επιλογή. Η συμπόνια είναι το συναίσθημα που απευθύνεις σε κατώτερους και όπως δείχνουν οι σχετικές κοινωνιοψυχολογικές έρευνες, η εκδήλωσή του συνιστά μορφή λανθάνουσας πλην καθαρής κοινωνικής διάκρισης.

Η αναγνώριση του άλλου ως οντότητας, η απόδοση τιμής και εκτίμησης στα πεπραγμένα και στο βίωμά του, με δυο λόγια η εκτεταμένη αποδοχή του, αποτελεί προαπαιτούμενο προσέγγισης, ώστε να του αποσπάσεις τη συναίνεση και τη συστράτευση. Εδώ έγκειται η διαφορά μεταξύ ηγεμονίας και κυριαρχίας: μέσω της «αναγνώρισης», κάνεις τον άλλο να επιθυμεί να συμπαραταχθεί μαζί σου, να εκλογικεύει και εν τέλει να νομιμοποιεί την (εξ αντικειμένου τις περισσότερες φορές) κατώτερη θέση του, χωρίς απροκάλυπτη εκδήλωση πρόθεσης χειραγώγησης, μέσω επίδειξης δύναμης, απειλών και υπεροψίας.

Όλα αυτά τα επικοινωνιακώς αυτονόητα είναι σε μεγάλο βαθμό κατανοητά από τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών, που έχουν εκπαιδευτεί να αναγνωρίζουν όλο και πιο εύκολα τις πανταχόθεν απόπειρες χειρισμού της σκέψης, του συναισθήματος και της συμπεριφοράς τους.

Η μέριμνα προκειμένου να ανταπεξέλθουν στη θλιβερή και δύσκολη καθημερινότητα των φόρων, του ΕΝΦΙΑ, των επαπειλούμενων πλειστηριασμών και περικοπών στις συντάξεις, ίσως να τους κάνει και αδιάφορους ή δύσπιστους, ενδεχομένως και ανίκανους να εντοπίσουν και να εκτιμήσουν προς το παρόν τα πιθανά μελλοντικά οφέλη της Γαλλικής επίθεσης φιλίας.

Επιπλέον, η σχεδόν αναπόφευκτη σύγκριση με την προσέγγιση μεταξύ Μέρκελ-Ερντογάν και με δεδομένα τα χειροπιαστά οφέλη, που αποκόμισε η τουρκική πλευρά απ’ αυτήν, σκιαγραφεί την ελληνο-γαλλική προσέγγιση ως πλήρη συμβολικού περιεχομένου πλην όμως, επί του παρόντος, πρακτικώς υπολειμματική.

Το «για να δούμε» προκύπτει έτσι αβίαστα, έστω ακόμα και σαν δείγμα απαισιοδοξίας με καλή διάθεση.

Ο αναλυτικός φιλόσοφος J. L. Austin με το διάσημο έργο του “How to do things with words” μας έδειξε πως το λέγειν είναι πράξη. Κάθε ομιλιακό ενέργημα εμπεριέχει νοηματοδότηση, δεδομένου ότι εκδηλώνει πρόθεση και εκφράζει δράση προς τον αποδέκτη του.

Οπότε... για να δούμε...

*Ο Γεράσιμος Προδρομίτης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πειραματικής Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Τμήμα Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου