ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Bookreads: O Mark Lanegan έγραψε σε βιβλίο όλη την μουσική του περιπέτεια

Bookreads: O Mark Lanegan έγραψε σε βιβλίο όλη την μουσική του περιπέτεια
Associated Press

Το “Sing Backwards and Weep” συγκλονίζει με την αμεσότητα και την ειλικρίνεια του.

Είχα καιρό να απολαύσω έτσι μία αυτοβιογραφία. Η τελευταία φορά ήταν με εκείνη του μακαρίτη Mark E. Smith των Fall. Τώρα και πάλι το βιβλίο που κρατάω στα χέρια μου, και μετά από καιρό που έχει κυκλοφορήσει, είναι ένα καλό παράδειγμα πως οι μουσικοί έχουν έναν κρυφό ταλέντο στο να διηγούνται τη ζωή τους. Το “Sing Backwards and Weep” είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Δυνατό, ειλικρινές, άμεσο, χωρίς πολλά, πολλά διακοσμητικά στοιχεία. Ο Mark Lanegan δεν είναι πλέον μαζί μας, μιας και έχασε τη μάχη με τη ζωή άδοξα, λόγω κορονοϊού. Το πνεύμα του όμως θα ζει για πάντα μέσα σε αυτές τις επικές και πολύ κωμικοτραγικές σελίδες, όπως επίσης φυσικά κι από τη μουσική του.

Γεννημένος σε ένα σπίτι που κυριαρχούσε ένας αλκοολικός πατέρας και μία μητέρα που τον κακοποιούσε, πέρασε πολύ δύσκολα παιδικά χρόνια. Από τα 12 του χρόνια, όπως μας λέει στην αυτοβιογραφία του, ήταν χαρτοπαίκτης, εθισμένος στο αλκοόλ, κλέφτης και μανιακός με το πορνό. Στα 18 του είχε ήδη φάκελο στην αστυνομία για διαρρήξεις σε σπίτια, shoplifting, κστοχή ναρκωτικών, βανδαλισμό, ασφαλιστική απάτη, και 26 συλλήψεις για παράνομη κατανάλωση αλκοόλ. Ο άνθρωπος δεν είχε κλείσει καν τα 20 και είχε ζήσει 7 ζωές.

Στα 21 του μπήκε στην μπάντα των Screaming Trees και κάπου εκεί αρχίζει μία ανοδική πορεία στην μουσική βιομηχανία, με το grunge να είναι στα καλύτερα του και τον Kurt Cobain να σπάει τα charts με το Nevermind. Από πολύ μικρή ηλικία ο Lanegan ήταν πολύ φίλοι με τον Cobain και είχαν ζήσει πολλές στιγμές μαζί στο Seattle. Ο ίδιος λέει στην αυτοβιογραφία του πως ποτέ δεν ήθελε να είναι στους Screaming Trees αλλά αναγκάστηκε κάπως γιατί ήταν η μόνη του διέξοδος από την μικρή πάλη όπου γεννήθηκε, το Ellensburg της Washington (την αναφέρει χαρακτηριστικά σαν «dirty cow town»), για να πάει στο Seattle. Στα 29 του και μετά από 8 άλμπουμ ζούσε πλέον στο Seattle, με ρόμπα και μποξεράκι, βλέποντας soap operas και καπνίζοντας σαν μανιακός, ο Lanegan ακούει το τηλέφωνο να χτυπάει αλλά δεν το σηκώνει ποτέ.

Το βιβλίο είναι απόλυτα απολαυστικό και μπορεί να ξεσηκώσει ακόμη και κάποιο που δεν είναι γνώστης της μουσικής του, κι αυτό το κάνει ένα ξεχωριστό επίτευγμα για τον ίδιο αλλά και για το είδος της αυτοβιογραφίας. «Ήταν πολλές οι στιγμές που ήθελα απλά να σταματήσω να γράφω αυτό το βιβλίο» λέει. «Έιχα όμως την υποχρέωση να το κάνω». Η φωνή του είναι ακριβώς όπως όταν τραγουδάει, βραχνή, βαριά και γεμάτη γρέζι. Ο Lanegan υποσχέθηκε στον φίλο του και παγκοσμίου φήμης εκλιπόντα σεφ, Anthony Bourdain, πως θα ολοκλήρωνε το βιβλίο. «Δεν ήθελα να είναι άλλη μία βαρετή ροκ αυτοβιογραφία, ήθελα να είναι περισσότερο λογοτεχνία» λέει ο Lanegan. To 2018 ο Bourdain αυτοκτονεί και ο Lanegan είχε ήδη φτάσει στο 4ο κεφάλαιο του βιβλίου. «Έπρεπε να το τελειώσω, σαν υποχρέωση απέναντι του». Μετά προσθέτει κι ένα χιουμοριστικό σχόλιο: «Είχα ήδη εισπράξει το ένα τρίτο της αμοιβής και δεν μπορούσα να το πληρώσω πίσω, οπότε έπρεπε να το τελειώσω». Όπως είπε ο ίδιος, οι γονείς του ήταν «προϊόντα» ακραίας φτώχειας και ωμής υποβάθμισης.

Δυστυχώς ο Mark δεν κατάφερε να κερδίσει τη μάχη με τον κορονοϊό και χάθηκε πρόωρα, είχε ακόμη πολλά να δώσει, και στην μουσική αλλά τελικά και στην λογοτεχνία.