ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Επιτόκια: Τι φέρνει η νέα αύξηση για δάνεια και ομόλογα

Επιτόκια: Τι φέρνει η νέα αύξηση για δάνεια και ομόλογα
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ Φωτογραφία αρχείου

Ειλημμένη απόφαση, με σημαντικές συνέπειες για όλο την οικονομία της Ευρωζώνης, θα πρέπει να θεωρείται η νέα αύξηση, κατά 75 μονάδες βάσης, του βασικού επιτοκίου του ευρώ την προσεχή Πέμπτη.

Η Κριστίν Λαγκάρντ, όπως όλα δείχνουν, σε μια ακόμη συνεδρίαση, θα υιοθετήσει την πολιτική των «γερακιών» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας συνεχίζοντας τη σκληρή γραμμή των συνεχών, μεγάλων αυξήσεων στο επιτόκιο του ευρώ.

Αρχής γενομένης από τον Ιούλιο, η αύξηση του Οκτωβρίου θα είναι η τρίτη συνεχόμενη, φέρνοντας το βασικό επιτόκιο του ευρώ συνολικά 200 μονάδες βάσης υψηλότερα (50 τον Ιούλιο, 75 τον Σεπτέμβριο και 75 τον Οκτώβριο).

Μάλιστα, σε αντίθεση με τον προηγούμενο βήμα, όταν εντός της ΕΚΤ υπήρχαν φωνές που ζητούσαν χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, τώρα τα «περιστέρια» δείχνουν να έχουν πειστεί για την ανάγκη ανόδου των επιτοκίων.

Εξάλλου, το γεγονός ότι ο ετήσιος πληθωρισμός στην ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 9,9% το Σεπτέμβριο του 2022, από 9,1% τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα δεν αφήνει πολλά περιθώρια.
Αντίστοιχα, οι αγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει την άνοδο, καθώς το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor 3μήνου διαμορφώνεται ήδη στο 1,50% ενώ αντίστοιχα το Euribor 6μήνου ξεπέρασε και το 2%, προεξοφλώντας μελλοντικές αυξήσεις από την πλευρά της ΕΚΤ.

Άμεσες συνέπειες σε δάνεια και ομόλογα

Η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ αντικατοπτρίζεται ήδη στις αποδόσεις των ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης, οι οποίες και έχουν πάρει την ανιούσα το τελευταίο διάστημα. Ήδη, το γερμανικό 10ετές ομόλογο, το οποίο και αποτελεί σημείο αναφοράς για ολόκληρη την Ευρωζώνη διαπραγματεύεται στο 2,45%, ενώ η εκτίμηση των αναλυτών της αγοράς είναι πως η απόδοσή του πολύ σύντομα θα ξεπεράσει το 2,5%, οδεύοντας προς πολυετή υψηλά επίπεδα.

Στη χώρα μας, η απόδοση του 10ετούς Ελληνικού Ομολόγου έχει ξεπεράσει το 5%, επίπεδο που θεωρούνταν κομβικό για το προφίλ του ελληνικού χρέους. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα δεν έχει κάποια άμεση ανάγκη δανεισμού, όμως η αύξηση στην απόδοση έχει μεγάλη σημειολογική σημασία για την οικονομία.

Αντίστοιχα, στα δάνεια, η αύξηση των διατραπεζικών επιτοκίων έχει αποτυπωθεί στο κόστος του χρήματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ενώ έπεται και συνέχεια. Όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, η πλήρης αποτύπωση των νέων δεδομένων θα πραγματοποιηθεί στις αρχές του έτους, καθώς τότε θα «κλειδώσει» η επανατιμολόγηση στα επιχειρηματικά δάνεια που εξαρτώνται από το Euribor 6μήνου.

Στο ενδιάμεσο όμως, το τελικό επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων κυμαίνεται στα επίπεδα πέριξ του 4% (με εξαίρεση κάποιες μεγάλες χρηματοδοτήσεις) ενώ αντίστοιχα για τα στεγαστικά κυμαίνεται ανάμεσα στο 4% με 4,5%, ανάλογα με το προφίλ του δανειολήπτη. Παράλληλα, συνεχίζεται η κίνηση μιας σειράς επιχειρήσεων να «κλειδώνουν» ακόμα και τώρα τα επιτόκια των δανείων τους, ώστε να γνωρίζουν τα χρήματα που θα πληρώνουν. Αντίστοιχα, στη στεγαστική πίστη, οι τράπεζες έχουν ήδη αυξήσει και τα σταθερά επιτόκια των νέων δανείων, όμως -ακόμη- κάποιοι δανειολήπτες θεωρούν συμφέρον να κλειδώσουν τις δόσεις τους.

Οι μελλοντικές αυξήσεις

Ως προς το μέλλον των επιτοκίων, διεθνείς αναλυτές εκτιμούν πως η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις αυξήσεις και στις επόμενες συνεδριάσεις, αρχής γενομένης από το Νοέμβριο. Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις είναι πως το «ουδέτερο επίπεδο» που επιδιώκει να φτάσει η ΕΚΤ θα είναι λίγο παραπάνω από το 2%, γεγονός που σημαίνει πως υπολείπονται ακόμη 75 μονάδες βάσης από τα σημερινά επίπεδα. Εφόσον το σενάριο αυτό επαληθευθεί, θα πρέπει να περιμένουμε δύο ή τρεις αυξήσεις μέχρι τις αρχές του 2023 όταν και τα επιτόκια θα «κλειδώσουν», τουλάχιστον προσωρινά. Αυτό όμως σημαίνει πως το γερμανικό 10ετές θα διαμορφωθεί άνω του 3%, ενώ για τη χώρα μας η αντίστοιχη απόδοση θα προσεγγίσει το 6%, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημοσιονομικό προφίλ.