ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο Ορέστης Τάτσης σκηνοθετεί Έντουαρντ Άλμπι με έναν μοναδικό τρόπο

Ο Ορέστης Τάτσης σκηνοθετεί Έντουαρντ Άλμπι με έναν μοναδικό τρόπο
Το CNN Greece βρέθηκε με τον σκηνοθέτη σε ένα παλιό στέκι του επί της Καλλιδρομίου κι έκανε μαζί του μία διαφωτιστική συζήτηση για το θέατρο, τα Ιωάννινα από όπου κατάγεται, τους χαμένους φίλους και την κατάσταση με τους ανθρώπους του θεάτρου στην Ελλάδα. photo/Νίκος Ραζής

Το «Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ» είναι ένα θεατρικό έργο διαχρονικό, συγκλονιστικό, μοναδικό στο είδος του.

Και ο Ορέστης Τάτσης είναι ένας σκηνοθέτης που τολμάει να σπάσει τα στεγανά της τέχνης του και ανεβάζει το κλασικό αυτό έργο του Άλμπι στο «Από Μηχανής Θέατρο» με τον δικό του πρωτότυπο τρόπο.

Το CNN Greece συναντήθηκε με τον σκηνοθέτη σε ένα παλιό στέκι του επί της Καλλιδρομίου και έκανε μαζί του μία διαφωτιστική συζήτηση για το θέατρο, τα Ιωάννινα από όπου κατάγεται, τους χαμένους φίλους, την κατάσταση με τους ανθρώπους του θεάτρου στην Ελλάδα και πολλά άλλα.

untitled-4.jpg
«Το «έπαθα» από μικρός, ο πατέρας μου ήταν ηθοποιός και στην ουσία την πρώτη μου παράσταση την είδα μέσα από την κούνια μου όταν ήμουν μωρό, όπως μου έχει πει η μάνα μου, ήμουν δεν ήμουν 40 ημερών, οπότε ήταν κάτι αυτονόητο να γίνει κάπως.» photo/Νίκος Ραζής.

Ο Ορέστης Τάτσης γεννήθηκε στα Γιάννενα. Σπούδασε στην Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Φ.Π.Ψ.). Κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην Πολιτιστική Διαχείριση του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου. Συνεργάζεται συστηματικά με την ΈΩΣ- art σε σεμινάρια και μαθήματα θεάτρου.

Δίδαξε στη Δραματική Σχολή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας Ιστορία θεάτρου και Φιλοσοφία. Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: «Η μπέμπα» του Δ. Τσεκούρα, «Η Μαρκησία ντε Σαντ» του Γιούκιο Μισίμα, «Τα μάγια της πεταλούδας» του Φ. Γ. Λόρκα, «Η Φθορά» του Δ. Τσεκούρα, «Τερματικός σταθμός» του Κ. Τζαμιώτη, «Μια εξαιρετικά απλή δουλειά» του Κ. Τζαμιώτη, «Εξόριστοι εις τας Αθήνας» βασισμένη στο μυθιστόρημα «κρίσις» του Αρκάδιου Λευκού, «Το δέντρο που αγαπούσε» της ομάδας ΒΙΔΑ, «ο Πύργος» του Φραντς Κάφκα, «Το τέλος της μικρής μας πόλης» βασισμένη στο διήγημα «Τάφος» του Δημήτρη Χατζή. Είναι σύμβουλος δραματουργίας και σταθερός συνεργάτης της ομάδας χορού “Creo”, Καλλιτεχνικός διευθυντής της Α.Μ.Κ.Ε. «Ρέον» με την οποία έχει πραγματοποιήσει παραγωγές θεάτρου και σύγχρονου χορού, εκθέσεις ζωγραφικής και άλλες πολιτιστικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη με τους Δ. Γιαννακόπουλο, Β. Νικολαίδη, Α. Αντύπα και ως σχεδιαστής φωτισμών.

Κείμενά του έχουν συμπεριληφθεί σε εκδόσεις (Ομοίωμα Δημοκρατίας εκδ. Εξάρχεια), προγράμματα παραστάσεων (Κ.Θ.Β.Ε., ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων κ.ά.), περιοδικά (Βαβυλωνία,Contact, City Vibes), εφημερίδες (Εφημερίδα των Συντακτών, Αυγή, Σύγχρονη Έκφραση, Ηπειρωτικός Αγώνας) και στο διαδίκτυο (TVXS) με θέμα την πολιτική, το θέατρο, τη ζωγραφική, το βιβλίο κ.α.. Είναι μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Λόγου και Κριτικής «το έρμα» στο οποίο αρθρογραφεί.

Ολόκληρη η συνέντευξη με τον Ορέστη Τάτση:

Τι σε τράβηξε στην σκηνοθεσία στο θεάτρο; Τι αντιπροσωπεύει για εσένα αυτό που κάνεις;

Ορέστης Τάτσης: Το «έπαθα» από μικρός, ο πατέρας μου ήταν ηθοποιός και στην ουσία την πρώτη μου παράσταση την είδα μέσα από την κούνια μου όταν ήμουν μωρό, όπως μου έχει πει η μάνα μου, ήμουν δεν ήμουν 40 ημερών, οπότε ήταν κάτι αυτονόητο να γίνει κάπως.

Δεν το σκέφτηκα και πολύ, ήρθε μόνο του. Στο ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων μεγάλωσα ουσιαστικά, με είχε στα πόδια του ο Λυκούργος Καλλέργης.

Έκανα τον βοηθό σκηνοθέτη από τα 5 μου. Κάπως έτσι έμπλεξα με το θέατρο, και ο κολλητός του πατέρα μου, όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο στα Γιάννενα, μου είπε έλα για βοηθός, στα 18 μου, οπότε καταλαβαίνεις. Δούλεψα 10 χρόνια βοηθός σκηνοθέτη κι έτσι μπήκα στη δουλειά. Από το 2010 εργάζομαι σαν σκηνοθέτης κανονικά.

untitled.jpg
«Για αρχή να ξεκαθαρίσω πως δεν κάνω ποτέ ακροάσεις. Οι ηθοποιοί μου είναι άνθρωποι με τους οποίους είτε συνεργάζομαι χρόνια, είτε τους έχω δει στο θέατρο. Είδα κάποιον να παίζει στη σκηνή, μου άρεσε και μετά του κάνω πρόταση να έρθει να δουλέψουμε μαζί.» photo/Νίκος Ραζής.

Ποια η διαφορά του βοηθού σκηνοθέτη με τον ίδιο τον σκηνοθέτη, ακούμε συνεχώς αυτές τις ιδιότητες, αλλά δεν είμαι σίγουρος αν κάνεις ξέρει την διαφορά τελικά..

Ορέστης Τάτσης: Πάνω κάτω, επειδή στην Ελλάδα είμαστε ακόμη «αγρότες», ο βοηθός σκηνοθέτη είναι εκείνος που τα κάνει όλα, είναι κάπως τα χέρια του σκηνοθέτη, τα μάτια του και τα πόδια του. Συντονίζει. Πάντως είναι σημαντικό για κάποιον σκηνοθέτη να έχει δουλέψει και σαν βοηθός.

Πόσο χρόνο δίνεις σε αυτό που κάνεις; Δίνεις όλη σου την ημέρα; Σε καταβάλλει στην καθημερινότητα σου; Είναι η σκηνοθεσία μία ψυχοθεραπεία;

Ορέστης Τάτσης: Δεν είναι η σκηνοθεσία αυτό που σε καταβάλλει. Είναι οι συνθήκες που υπάρχουν στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο. Αυτό είναι που σε ρίχνει. Το οριακό σημείο στο οποίο έχει φτάσει ο κλάδος μας, και το λέω αυτό και σαν συνδικαλιστής, είμαι μέλος του Σωματείου Κάτω Από τη Σκηνή (ΚΑΤΣ). Οι όροι στο σημερινό ελληνικό θέατρο, είναι όροι απο-επαγγελματοποίησης, κι αυτό είναι το πιο άσχημο.

Τι εννοώ;

Τα θέατρα, χωρίς να τα κατηγορώ, για να επιβιώσουν, πρέπει να έχουν δέκα παραστάσεις, αλλά έτσι όμως δεν γίνεται δουλειά. Όταν κάναμε την Βιρτζίνια Γουλφ με τον Αντύπα και ήμουν βοηθός του, είχαμε στημένο σκηνικό δύο μήνες, χτισμένο, δεν το μαζεύαμε. Υπήρχαν άλλες συνθήκες τότε. Πήγαινα το πρωί στο θέατρο και έφευγα το βράδυ, αλλά, δεν έμπαινε κανένας άλλος μέσα, μόνο εμείς είχαμε πρόβα.

Τώρα όμως αυτό τελείωσε, τώρα υπάρχουν σε κάθε θέατρο πολλές παραστάσεις που τρέχουν παράλληλα, κι όλο αυτό γίνεται για οικονομικούς λόγους φυσικά, για να επιβιώσουν αυτοί οι χώροι, δηλαδή κάποτε, λέγαμε, όπως έγινε και με το Αμόρε, δίνανε τα θέατρα για να γίνουν σούπερ μάρκετ, έτσι έγινε το Αμόρε του Χουβαρδά, ΑΒ Βασιλόπουλος, ο Αντώνης Αντύπας όταν άφησε το δικό του θέατρο είχε τεράστια αγωνία να μην γίνει κι αυτό σούπερ μάρκετ. Τώρα λέγεται θέατρο Σημείο και το έχει ο Διαμαντής. Τώρα η κουβέντα έχει αλλάξει, πλέον δεν θέλουν να τα κάνουν τα θέατρα σούπερ μάρκετ αλλά Airbnb. Τραγική κατάσταση. Όλο αυτό κάνει αυτόματα την συνθήκη του ποιοτικού θεάτρου πολύ δύσκολη. Οι χαμηλές επιχορηγήσεις επίσης δεν διευκολύνουν. Οι επιχορηγήσεις είναι απαραίτητες δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν γίνεται αλλιώς.

untitled-2.jpg
«Το γεγονός πως οι άνθρωποι του θεάτρου, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, βοηθοί, φωτιστές, σκηνογράφοι κλπ, εργάζονται χωρίς σοβαρό αντίκρυσμα, είναι δύσκολο. Το να κάνεις για παράδειγμα μια δουλειά εκτός Αθηνών πρέπει να πληρωθείς, πλέον όμως βλέπει κανείς πως δεν πληρώνουν διαμονή, μεταφορικά και άλλα. Αυτό είναι απαράδεχτο.» photo/Νίκος Ραζής.

Πώς επιλέγεις τους ηθοποιούς σου; Πόσο δύσκολη μπορεί να γίνει για σένα μία ακρόαση;

Ορέστης Τάτσης: Για αρχή να ξεκαθαρίσω πως δεν κάνω ποτέ ακροάσεις. Οι ηθοποιοί μου είναι άνθρωποι με τους οποίους είτε συνεργάζομαι χρόνια, είτε τους έχω δει στο θέατρο. Είδα κάποιον να παίζει στη σκηνή, μου άρεσε και μετά του κάνω πρόταση να έρθει να δουλέψουμε μαζί. Επίσης διαλέγω ηθοποιούς και από τους μαθητές μου. Δίδαξα τρία χρόνια στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας και με τη Ναταλία Στυλιανού έχουμε κάνει μαζί σειρά μαθημάτων. Ακροάσεις δεν κάνω διότι το θεωρώ λίγο άχαρο. Βλέπω έναν ηθοποιό στο θέατρο και από εκεί διαλέγω. Όπως είπα στον συνεργάτη μου τον Γιάννη Κοντό που δουλέψαμε μαζί το καλοκαίρι, τον είδα στο θέατρο και του είπα να έρθει στο δικό μου έργο. Επίσης ο ένας φίλος λέει στον άλλο για κάποιον που είναι καλός, οπότε πάει και από στόμα σε στόμα η διαλογή των ρόλων. Προφανώς βέβαια έτσι μπορεί κάποιο ταλέντο να χαθεί, αλλά νομίζω πως το πιο τίμιο είναι να έχεις δει έναν άνθρωπο πάνω στη σκηνή, επίσης αυτό που κάνω είναι να πάω στις εξετάσεις των δραματικών σχολών και να διαλέξω από εκεί κάποιον ηθοποιό, γίνεται και αυτό. Η ακρόαση μου φαίνεται κάτι ελλιπές, επίσης πολλοί σκηνοθέτες κάνουν ακροάσεις για να δείξουν λιγάκι και τον εαυτό τους. Στις ακροάσεις οι ηθοποιοί κανονικά, όπως γίνεται έξω, πρέπει να πληρώνονται για την ώρα τους. Το να δω 300 άτομα και να νοικιάσω ένα θέατρο και οι ηθοποιοί να περιμένουν στην ουρά για τόση ώρα, για ποιο λόγο; Για να πει μία παράγραφο; Τι να καταλάβει κανείς από αυτό;

Μίλησε μας λίγο για την νέα σου παράσταση στο Από Μηχανής Θέατρο, Αυτό το κλασικό έργο του Άλμπυ.

Ορέστης Τάτσης: Θα δείτε ένα από τα σπουδαιότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας του θεάτρου και της δραματουργίας. Είναι, όπως είπα και πριν, στην αγαπημένη μου δεκάδα όλων των εποχών. Θα δούμε 4 εξαιρετικούς ηθοποιούς, οι δύο είναι πιο έμπειροι ηθοποιοί, Ναταλία Στυλιανού και ο Δημήτρης Ξανθόπουλος, και οι άλλοι δύο νεότεροι, μαθητές μου, ο Άγγελος Ανδριόπουλος και η Σεμίνα Πανηγυροπούλου. Έχουμε δουλέψει ξανά μαζί στο θέατρο. Θα δούμε τέσσερις υπέροχους ηθοποιούς σε ένα δυνατό έργο, με δουλειά ανθρώπων σοβαρών από πίσω. Το έργο έκανε πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη το 1962, ενώ στην Ελλάδα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Τέχνης από τον Κάρολο Κουν το 1965. Για τη σκηνοθεσία επιφυλάσσομαι (γέλια). Για την συγκεκριμένη παράσταση κάνουμε πρόβες τώρα και ένα χρόνο. Έχει πέσει πολύ δουλειά. Το έργο είναι γραμμένο παρουσιάζοντας δύο ζευγάρια που αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικές γενιές. Στήνουν ένα παιχνίδι που είναι στην ουσία το ίδιο το θέατρο και αυτό το παιχνίδι μας παραπέμπει κατευθείαν στον Ηράκλειτο, πως δηλαδή η ζωή των ανθρώπων είναι σαν τα παιδικά παιχνίδια.

Ο σκηνοθέτης Ορέστης Τάτσης παρουσιάζει το μνημειώδεις έργο του Έντουαρτ Άλμπι «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γούλφ;» στην μετάφραση της Τζένης Μαστοράκη, με πρωταγωνιστικό θίασο αποτελούμενο από τους Δημήτρης Ξανθόπουλος, Ναταλία Στυλιανού, Άγγελος Ανδριόπουλος και Σεμίνα Πανηγυροπούλου. Από 30 Οκτωβρίου και για 16 παραστάσεις, κάθε Δευτέρα και Τρίτη, στην Κάτω Σκηνή του θεάτρου «Από Μηχανής».

Γράφεις κιόλας; Εκτός από την σκηνοθεσία;

Ορέστης Τάτσης: Όχι δεν γράφω θεατρικά. Γράφω σε εφημερίδες και περιοδικά, αρθρογραφώ δηλαδή κατά καιρούς, παρουσιάζοντας διάφορα βιβλία, καμιά φορά κάποιες ιδέες μου, όπως για παράδειγμα στην Εφημερίδα των Συντακτών ή σε ένα περιοδικό που βγάζαμε σαν παρέα. Μου αρέσει να γράφω για βιβλία, για θέατρο και πολιτική, αλλά δεν γράφω δικά μου έργα. Δεν έχω πάρει ποτέ χρήματα φυσικά από αυτό.

untitled-3.jpg
«Για την συγκεκριμένη παράσταση κάνουμε πρόβες τώρα και ένα χρόνο. Έχει πέσει πολύ δουλειά. Το έργο είναι γραμμένο παρουσιάζοντας δύο ζευγάρια που αντιπροσωπεύουν δύο διαφορετικές γενιές. Στήνουν ένα παιχνίδι που είναι στην ουσία το ίδιο το θέατρο και αυτό το παιχνίδι μας παραπέμπει κατευθείαν στον Ηράκλειτο, πως δηλαδή η ζωή των ανθρώπων είναι σαν τα παιδικά παιχνίδια.» photo/Νίκος Ραζής.

Οπότε στην Ελλάδα σήμερα το θέατρο δεν είναι και το καλύτερο όσο αφορά τις συνθήκες;

Ορέστη Τάτσης: Το γεγονός πως οι άνθρωποι του θεάτρου, ηθοποιοί, σκηνοθέτες, βοηθοί, φωτιστές, σκηνογράφοι κλπ, εργάζονται χωρίς σοβαρό αντίκρυσμα, είναι δύσκολο. Το να κάνεις για παράδειγμα μια δουλειά εκτός Αθηνών πρέπει να πληρωθείς, πλέον όμως βλέπει κανείς πως δεν πληρώνουν διαμονή, μεταφορικά και άλλα. Αυτό είναι απαράδεχτο. Αυτό από μόνο του λέει πολλά. Επίσης δίνουν πολύ λίγο χρόνο για πρόβα, για παράδειγμα πρόσφατα κάναμε μία παράσταση το καλοκαίρι στη περιφέρεια και μας έδωσαν ενάμιση μήνα πρόβα, το οποίο δεν είναι τίποτα φυσικά, δεν αρκεί. Πολλές φορές αναλαμβάνουμε εμείς οι ίδιοι τα έξοδα για μία παράσταση, βάζουμε δηλαδή και λεφτά από την τσέπη μας για να βγει.