ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Κατσανεβάκης: Οι θαλάσσιοι καύσωνες εκτοξεύτηκαν στο 90%

Κατσανεβάκης: Οι θαλάσσιοι καύσωνες εκτοξεύτηκαν στο 90%
Καταγράφτηκαν 567 περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε όλες τις περιοχές της Μεσογείου, την πενταετία 2015-2019, λέει ο Στέλιος Κατσανεβάκης (AP Photo/David J. Phillip) / Φωτογραφία αρχείου

«Η κλιματική αλλαγή έχει τεράστιες επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα και τη λειτουργία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Η αυξημένη θερμοκρασία απειλεί την επιβίωση τους», λέει ο καθηγητής στο Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Στέλιος Κατσανεβάκης, στο Act For Earth στο CNN Greece.

Σύμφωνα με τον καθηγητή, την πενταετία 2015-2019 καταγράφτηκαν 567 περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε όλες τις περιοχές της Μεσογείου.

Κι ενώ τη δεκαετία του 1980 οι θαλάσσιοι καύσωνες επηρέαζαν ετησίως λιγότερο από το 5% της επιφάνειας της Μεσογείου, την πενταετία 2015-2019 αυτό το ποσοστό εκτοξεύτηκε στο 90%, επισημαίνει ο καθηγητής. «Ήδη τα περιστατικά μαζικής θνησιμότητας έχουν επηρεάσει περισσότερα από 50 θαλάσσια είδη, όπως κοράλλια, σπόγγοι, ενώ οι εξαφανίσεις ειδών μπορεί να οδηγήσουν και σε απώλειες για σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες, αν για παράδειγμα χαθούν είδη εμπορικής σημασίας για την αλιεία», προσθέτει ο ίδιος.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του καθηγητή θαλάσσιας οικολογίας στο Τμήμα Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Στέλιου Κατσανεβάκη, στο Act For Earth στο CNN Greece.

Ποιες είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στο θαλάσσιο περιβάλλον;

Η κλιματική αλλαγή έχει τεράστιες επιπτώσεις στη θαλάσσια βιοποικιλότητα και τη λειτουργία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Η αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών, η οξίνιση των ωκεανών, η μείωση των επιπέδων του διαλυμένου οξυγόνου και η άνοδος της στάθμης της θάλασσας είναι πτυχές της κλιματικής αλλαγής που απειλούν τους θαλάσσιους οργανισμούς και τους οικοτόπους. Οι νέες συνθήκες που παρατηρούνται στα θαλάσσια οικοσυστήματα είναι πρωτόγνωρες για τον πλανήτη μας, εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Οι περισσότεροι θαλάσσιοι οργανισμοί είναι ποικιλόθερμοι, δηλαδή δεν μπορούν να ρυθμίσουν τη θερμοκρασία τους, η οποία είναι η ίδια με τη θερμοκρασία του νερού που τους περιβάλλει.

Η αυξημένη θερμοκρασία επηρεάζει λοιπόν τις φυσιολογικές τους λειτουργίες και όταν ξεπεράσει τα όρια αντοχής τους οι συνθήκες είναι πλέον απειλητικές για την επιβίωσή τους. Έτσι, παρατηρούνται μεγάλες αλλαγές στα εύρη εξάπλωσης των ειδών που σταδιακά εξαφανίζονται από τα χαμηλότερα και θερμότερα γεωγραφικά πλάτη και επεκτείνονται σε μεγαλύτερα και ψυχρότερα. Έχουμε λοιπόν πολλές τοπικές εξαφανίσεις, αφίξεις νέων πιο θερμόφιλων ειδών, αλλαγές των τροφικών πλεγμάτων και διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας.

Οι εξαφανίσεις ειδών μπορεί να οδηγήσουν και σε απώλειες για σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες, αν για παράδειγμα χαθούν είδη εμπορικής σημασίας για την αλιεία. Στις νέες συνθήκες εμφανίζονται εισβολικά είδη που καταφέρνουν να επικρατήσουν και να εκτοπίσουν άλλα αυτόχθονα είδη μέσω ανταγωνισμού ή θήρευσης. Σημαντικοί οικότοποι όπως οι τροπικοί κοραλλιογενείς ύφαλοι αντιμετωπίζουν την προοπτική της σημαντικής υποβάθμισης ή εξαφάνισης μαζί με την πλούσια βιοποικιλότητα που υποστηρίζουν.

thalassa.jpg
Νεκρωμένος σπόγγος του είδους Agelas oroides μετά από θαλάσσιο καύσωνα (Φωτογραφία: Βασίλης Γεροβασιλείου)

Πέρα από τη σταδιακή αύξηση της μέσης θερμοκρασίας των θαλασσών αυξάνεται και η συχνότητα εμφάνισης ακραίων θερμοκρασιών για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα. Αυτά τα φαινόμενα ονομάζονται θαλάσσιοι καύσωνες και μπορεί να οδηγήσουν σε μαζικά φαινόμενα θνησιμότητας πολλών θαλάσσιων οργανισμών.

Ποια είναι η κατάσταση στη Μεσόγειο? Πόσο συχνά έχουμε θαλάσσιους καύσωνες τα τελευταία χρόνια;

Πρόσφατα δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό υψηλής απήχησης Global Change Biology μια σχετική μελέτη στην οποία συμμετείχε η ερευνητική μας ομάδα (εκτός από μένα, η κα Μαρία Σίνη, μεταδιδακτορική ερευνήτρια του Τμήματος Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και ο επίκουρος καθηγητής κ. Βασίλης Γεροβασιλείου από το Τμήμα Περιβάλλοντος του Ιόνιου Πανεπιστημίου).

Η μελέτη αυτή αποτέλεσε το προϊόν πολυετούς συνεργασίας μεταξύ 70 επιστημόνων από 11 χώρες της Μεσογείου.

Η έρευνα έδειξε ότι επί πέντε συναπτά έτη (2015–2019) η Μεσόγειος Θάλασσα βίωσε πολλαπλούς θαλάσσιους καύσωνες κατά τους οποίες επικράτησαν ακραίες θερμοκρασίες σε ολόκληρη τη λεκάνη, προκαλώντας αλλεπάλληλα περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε θαλάσσιους οργανισμούς.

duo.jpg
Γοργονίες του είδους Paramuricea clavata. Πάνω διακρίνεται μια υγιής αποικία (Φωτογραφία: Quim Garrabou) και κάτω μια αποικία με σημαντικό ποσοστό νέκρωσης (Φωτογραφία: Mario Munaretto)

Οι καταγεγραμμένοι θαλάσσιοι καύσωνες ήταν ιδιαίτερα ισχυροί, ενώ σε πολλές περιοχές η θερμοκρασία του νερού την καλοκαιρινή περίοδο ξεπέρασε τους 26ºC ή σε περιπτώσεις έντονων καυσώνων ακόμα και τους 32ºC στην ανατολική Μεσόγειο.

Ενώ τη δεκαετία του 1980 οι θαλάσσιοι καύσωνες επηρέαζαν ετησίως λιγότερο από το 5% της επιφάνειας της Μεσογείου, την πενταετία 2015-2019 αυτό το ποσοστό εκτοξεύτηκε στο 90%, δηλαδή το μεγαλύτερος μέρος της Μεσογείου επηρεαζόταν κάθε χρόνο από θαλάσσιους καύσωνες.

Ποια είδη επηρεάζονται; Περιστατικά μαζικής θνησιμότητας θαλάσσιων οργανισμών

Τα περιστατικά μαζικής θνησιμότητας έχουν επηρεάσει περισσότερα από 50 θαλάσσια είδη (όπως κοράλλια, σπόγγους και φύκη) σε όλες τις περιοχές τις Μεσογείου. Σύμφωνα με τη μελέτη μας, κατά την περίοδο 2015-2019 καταγράφτηκαν πολλαπλά περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε όλα τα βάθη που διερευνήθηκαν, δηλαδή στο εύρος από την επιφάνεια της θάλασσας μέχρι τα 45 μέτρα βάθους, με τα περισσότερα περιστατικά να καταγράφονται σε βάθη 15-25 μέτρα.

Η μαζική θνησιμότητα αναφέρεται στη θανάτωση σημαντικού μέρους ενός πληθυσμού και στη μελέτη μας διακρίθηκαν τρεις κατηγορίες ως προς την ένταση της μαζικής θνησιμότητας:

Πρώτον, μικρή (θανάτωση 10-30% του πληθυσμού)

Δεύτερον, μεσαία (30-60%) και

Τρίτον, δριμεία (θανατώνεται περισσότερο από το 60% του πληθυσμού)

Συνολικά την πενταετία 2015-2019 καταγράφτηκαν 567 περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε όλες τις περιοχές της Μεσογείου.

Τα περισσότερα περιστατικά καταγράφτηκαν σε βραχώδεις βυθούς και επηρεάστηκαν κυρίως είδη προσκολλημένα στα βράχια χωρίς δυνατότητα κίνησης. Αυτά τα είδη (που λέγονται εδραία) δεν έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν από τους θαλάσσιους καύσωνες, σε αντίθεση με κινητικά είδη, όπως τα ψάρια, που σε πολλές περιπτώσεις μετακινούνται και βρίσκουν καταφύγιο σε βαθύτερα και ψυχρότερα νερά, αποφεύγοντας τη μαζική θνησιμότητα.

Πολλά από τα είδη που επηρεάστηκαν από τις ακραίες θερμοκρασίες έχουν σημαντικό ρόλο στην καλή λειτουργία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, όπως η Ποσειδωνία που σχηματίζει εκτεταμένα θαλάσσια λιβάδια και τα μαλακά κοράλλια (γνωστά και ως γοργονίες) που σχηματίζουν δάση σε κοραλλιγενείς βυθούς ή τραγάνες.

Σημαντικό εύρημα της μελέτης μας είναι η σημαντική συσχέτιση μεταξύ της ετήσιας διάρκειας των θαλάσσιων καυσώνων και των περιστατικών μαζικής θνησιμότητας. Δηλαδή όσο περισσότερες μέρες θαλάσσιου καύσωνα επικρατήσουν μια χρονιά σε μια συγκεκριμένη περιοχή, τόσο περισσότεροι οργανισμοί θα θανατωθούν από τις ακραίες θερμοκρασίες.

kseniko-psari.jpg
Το τροπικό ξενικό ψάρι (Pterois miles) είναι από τους νέους «κατοίκους» των ελληνικών βυθών, ευνοούμενο από την κλιματική αλλαγή (Φωτογραφία: Μιχάλης Ραγκούσης)

Τι δείχνουν οι έρευνες για τη Μεσόγειο και ειδικότερα για τις ελληνικές θάλασσες; Τι αναμένουμε τις επόμενες δεκαετίες;

Οι αυξημένες μέσες θερμοκρασίες και οι θαλάσσιοι καύσωνες έχουν ήδη οδηγήσει σε τοπικές εξαφανίσεις πολλών θαλάσσιων ειδών στο ανατολικότερο άκρο της Μεσογείου, όπου έχουμε και τις ψηλότερες θερμοκρασίες. Στις ακτές του Ισραήλ, τα περισσότερα αυτόχθονα είδη της Μεσογείου είτε έχουν εξαφανιστεί είτε οι πληθυσμοί τους έχουν μειωθεί σημαντικά και έχουν αντικατασταθεί από ξενικά είδη της Ερυθράς Θάλασσας που έχουν εισέλθει στη Μεσόγειο από τη διώρυγα του Σουέζ.

Αρκετά από αυτά τα είδη μπαίνουν σε ένα νέο περιβάλλον όπου μπορεί να είναι απαλλαγμένα από θηρευτές και ασθένειες και έτσι καταφέρνουν να επικρατήσουν και να αποκτήσουν πολύ μεγάλες αφθονίες εις βάρος της αυτόχθονης βιοποικιλότητας της Μεσογείου. Για παράδειγμα το λεοντόψαρο εδώ και λίγα χρόνια έχει αποκτήσει μεγάλη αφθονία στην ανατολική Μεσόγειο και καθώς είναι αδηφάγος θηρευτής, καταναλώνει μεγάλες ποσότητες από γόνο και άλλα μικρού μεγέθους ψάρια μειώνοντας τα αποθέματά τους.

Σήμερα στο Ισραήλ, τα τρία τέταρτα των αλιευμάτων της τράτας είναι ξενικά είδη, ενώ από τα αυτόχθονα είδη Μαλακίων οστρακοειδών των υφάλων έχει απομείνει μόνο το 5% και έχουν επικρατήσει τα ξενικά είδη. Στην Ελλάδα το πιο έντονο πρόβλημα είναι στο νότιο Αιγαίο, όπου σε κάποιες περιοχές, στους ρηχούς υφάλους, η βιομάζα των ξενικών θερμόφιλων ψαριών ξεπερνά τη βιομάζα των αυτόχθονων ψαριών.

Όσο εξελίσσεται η κλιματική αλλαγή αυτό το φαινόμενο θα εντείνεται και θα επεκτείνεται βορειότερα και δυτικότερα στη Μεσόγειο. Στις ελληνικές θάλασσες ολοένα και θα μειώνονται ή θα εξαφανίζονται εντελώς τα αυτόχθονα είδη και θα αντικαθίστανται από θερμόφιλα ξενικά είδη της Ερυθράς Θάλασσας. Οδηγούμαστε λοιπόν στη σταδιακή «τροπικοποίηση» των ελληνικών θαλασσών και ολόκληρης της Μεσογείου.

Αυτό που προβλέπουν τα δυσμενή σενάρια της κλιματικής αλλαγής (χωρίς τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων) για τις ελληνικές θάλασσες είναι ότι την περίοδο 2050-2080 οι θερμοκρασίες που θα επικρατούν στο Βόρειο Αιγαίο θα είναι παρόμοιες με τις σημερινές θερμοκρασίες στις ακτές του Ισραήλ, ενώ οι υψηλές θερμοκρασίες στο Νότιο Αιγαίο και στην υπόλοιπη ανατολική Μεσόγειο θα είναι πρωτόγνωρες. Αυτό μεταφράζεται σε σταδιακή εξαφάνιση των περισσότερων αυτόχθονων θαλάσσιων ειδών από τις νότιες ελληνικές θάλασσες σε λίγες δεκαετίες.

Πώς επηρεάζεται ο άνθρωπος από τις ακραίες τιμές θερμοκρασίας στο θαλάσσιο περιβάλλον;

Η ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων έχει προκύψει κατά τη διάρκεια χιλιάδων ετών εξέλιξης. Στις μέρες μας, σε σύντομο χρονικό διάστημα, συντελούνται τεράστιες αλλαγές που οδηγούν σε «νέα» οικοσυστήματα πολύ πιο ασταθή και συνεχώς μεταβαλλόμενα. Το αποτέλεσμα είναι να πλήττονται οι θαλάσσιες οικοσυστημικές υπηρεσίες, δηλαδή τα οφέλη του ανθρώπου από τα θαλάσσια οικοσυστήματα, όπως η παροχή τροφής μέσω της αλιείας ή οι δυνατότητες τουρισμού και αναψυχής.

tessera.jpg
Το Μεσογειακό κοράλλι Cladocora caespitosa. Πάνω μια υγιής αποικία (Φωτογραφία: Jamila Ben Souissi) και κάτω μια λευκασμένη νεκρή αποικία λόγω υψηλών θερμοκρασιών (Φωτoγραφία: Diego Kersting)

Η κατάρρευση εμπορικών αποθεμάτων ψαριών ή οι εξάρσεις μεδουσών που περιορίζουν τις θαλάσσιες δραστηριότητες και πλήττουν την τουριστική βιομηχανία της χώρας δεν αποτελούν φανταστικά σενάρια και ήδη παρατηρούνται. Είναι χρήσιμο να βλέπουμε την κατάσταση στο Ισραήλ ως μια πρόβλεψη για το τι θα συμβεί στην Ελλάδα μετά από μερικές δεκαετίες, καθώς εξελίσσεται η κλιματική αλλαγή.

Στο Ισραήλ ένα ξενικό είδος μέδουσας μεγάλου μεγέθους που έχει εισέλθει από την Ερυθρά Θάλασσα (με το επιστημονικό όνομα Rhopilema nomadica), από τη δεκαετία του 1980 και κάθε καλοκαίρι, εμφανίζεται σε τεράστιες συγκεντρώσεις στα παράκτια νερά. Όταν συμβαίνει αυτό οι θαλάσσιες δραστηριότητες διακόπτονται και περιορίζεται η πρόσβαση στις παραλίες, με τεράστιο οικονομικό κόστος για τον τουρισμό.

Επίσης, διακόπτεται η αλιεία, καθώς η βιομάζα μεδουσών που πιάνεται στα δίχτυα είναι τεράστια με κίνδυνο απώλειάς τους λόγω βάρους, ενώ το αλίευμα καταστρέφεται καθώς αναμιγνύεται με τα πλοκάμια και τα κνιδοκύτταρα των μεδουσών και είναι ακατάλληλο για να διοχετευθεί στην αγορά. Καταγραφές του συγκεκριμένου είδους μέδουσας έχουν ήδη γίνει στις ελληνικές θάλασσες, χωρίς ωστόσο να εμφανίζει ακόμα τις τεράστιες εξάρσεις που παρατηρούνται στο Ισραήλ.