Στο τετραήμερο 7-10 Οκτωβρίου κρίνεται η ελάφρυνση του χρέους
Καθοριστικές αποφάσεις για το ελληνικό χρέος αναμένεται να ληφθούν σε Ουάσινγκτον και Λουξεμβούργο στο τετραήμερο 7-10 Οκτωβρίου, τόσο στην Ετήσια Συνοδό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, όσο και στο Eurogroup που θα ακολουθήσει.
Στην έδρα του ΔΝΤ στο διάστημα 7-9 Οκτωβρίου αναμένεται να συγκληθεί το περιβόητο «Washington Group» για να εξετάσει το τι μέλλει γενέσθαι με το ελληνικό χρέος.
Η «Ομάδα της Ουάσιγκτον» είναι μια κλειστή σε σύνθεση ομάδα στην οποία μετέχουν η Κριστίν Λαγκάρντ και ο Πόουλ Τόμσεν από την πλευρά του ΔΝΤ, ο Μάριο Ντράγκι με τον Μπενουά Κερέ από την πλευρά της ΕΚΤ, ο Πιερ Μοσκοβισί με τον Μάρκο Μπούτι από την πλευρά της Κομισιόν, ο Γερούν Ντάισελμπλουμ με τον Τόμας Βίζερ, από τη πλευρά του Eurogroup, ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ και οι υπουργοί Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε της Γαλλίας, Μισέλ Σαπέν και οι υπουργοί Οικονομικών της Ισπανίας, και της Ιταλίας.
Στο Washington Group θα αξιολογηθούν οι προτάσεις που καταρτίζει τους τελευταίους τρεις μήνες ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Στήριξης (ESM) για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους - οι οποίες ενδέχεται να παρουσιασθούν στο EuroWorking Group της προσεχούς Δευτέρας και στο Eurogroup της 9ης Σεπτεμβρίου-. Εάν οι εν λόγω προτάσεις του ESM για το ελληνικό χρέος κριθούν επαρκείς από τη Διοίκηση του ΔΝΤ, τότε θα δοθεί ένα «πρώτο σήμα» στους Ευρωπαίους πως το Ταμείο θα μετάσχει χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα. Εάν δεν ικανοποιηθεί η πλευρά του ΔΝΤ τότε το «παζάρι» με την ευρωζώνη θα συνεχισθεί.
Δεδομένου ότι το ΔΝΤ ήδη από το Eurogroup της 25ης Μαΐου έχει ξεκαθαρίσει πως θα συντάξει την έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους στο τέλος του 2016 και λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος να ολοκληρωθεί στις 11 Δεκεμβρίου, όλα δείχνουν πως οι όποιες αποφάσεις για το ελληνικό χρέος θα πρέπει να έχουν κλειδώσει το αργότερο έως το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου.
Εάν αυτό δεν καταστεί εφικτό τότε το ΔΝΤ πιθανώς να μείνει εκτός της χρηματοδότησης του προγράμματος. Μέχρι σήμερα έχει καταδειχθεί πως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν επιθυμεί καμία ουσιαστική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους πριν το Σεπτέμβριο του 2017 και τις γερμανικές εκλογές, ώστε να μην καρπωθεί το κόμμα του πολιτικό κόστος που θα συνόδευε μια τέτοια εξέλιξη. Ωστόσο, η πλευρά του ΔΝΤ έχει αποσαφηνίσει πως δεν θα περιμένει μέχρι τότε και πως ο «ορίζοντας» του Ταμείου είναι ο προσεχής Δεκέμβριος.
Οι εξεταζόμενες επιλογές
Σε κάθε περίπτωση στο Eurogroup που θα ακολουθήσει της Ετήσιας Συνοδού του ΔΝΤ και το οποίο θα διεξαχθεί στο Λουξεμβούργο στις 10 Οκτωβρίου θα εξετασθεί το περιεχόμενο των συζητήσεων στο Washington Group και οι συγκλίσεις και αποκλίσεις με το ΔΝΤ. Στο πλαίσιο αυτό δεν αποκλείεται να δοθούν νέες κατευθύνσεις προς τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ για τη βραχυπρόθεσμη, μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους, διαφορετικές δε από εκείνες που έλαβε στις 25 Μαΐου.
Ο ESM ήδη κινείται στην κατεύθυνση α) εξομάλυνσης των αποπληρωμών των δανείων του EFSF με περαιτέρω επιμήκυνση τους, β) ακύρωσης της ποινής 2% που βαρύνει το επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας για τα 10,2 δισ. ευρώ που χρησιμοποιήθηκαν για το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων του 2012, λόγω μη έγκαιρης εφαρμογής των αποκρατικοποιήσεων και γ) μείωσης του επιτοκιακού κινδύνου. Αυτό επιδιώκεται μέσω του δανεισμού χαμηλότοκων δανείων πολύ μακράς διάρκειας από τον ESM και τη δανειοδότηση της Ελλάδος με λίγο δυσμενέστερους όρους από εκείνους που δανείζεται ο ίδιος ο Μηχανισμός.
Το ΔΝΤ ζητά επίμονα τη μείωση των επιτοκίων που θα πληρώνει η Ελλάδα στο μέλλον και δεν κρύβει την προτίμησή του για την μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά επιτόκια. Συγκεκριμένα επιμένει στο «κλείδωμα» των επιτοκίων στο 1,6%, παρά το γεγονός ότι τα δάνεια που το ίδιο έχει δώσει στην Ελλάδα φέρουν κυμαινόμενο επιτόκιο 3,8%. Με τον τρόπο αυτό «κλείνει το μάτι» στην πρόταση για πρόωρη αποπληρωμή με δάνειο από τον ESM μέρους του χρέους του Ταμείου προς την Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση ο ESM έχει διαφωνήσει με το ενδεχόμενο μετατροπής των επιτοκίων δανεισμού της Ελλάδας σε σταθερά από κυμαινόμενα, καθώς με αυτό τον τρόπο θα προέκυπτε επιβάρυνση έναντι των μελλοντικών του απαιτήσεων από τη χώρα. Για να ξεπεραστεί δε το εμπόδιο αυτό θα πρέπει ενδεχομένως να υπάρξει συγκεκριμένη πολιτική απόφαση τόσο από το Eurogroup όσο και από τη Σύνοδο Κορυφής των χωρών που μετέχουν στο ευρώ.