ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Σωσίβιο» από τα πρόστιμα της εφορίας τα νόμιμα παίγνια

«Σωσίβιο» από  τα πρόστιμα της εφορίας τα νόμιμα παίγνια
EUROKINISSI

Ακόμη και ανώνυμες αποδείξεις καταβολής κερδών από το τυχερά παιχνίδια μπορούν να επικαλεστούν οι φορολογούμενοι προκειμένου να δικαιολογήσουν την προσαύξηση της περιουσίας τους και να αποφύγουν τα πρόστιμα της εφορίας.

Σύμφωνα με την 1897/2018 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο ελεγχόμενος από την εφορία φορολογούμενος μπορεί να επικαλεσθεί ενώπιον της φορολογικής αρχής, ή ενώπιον του Διοικητικού δικαστηρίου ότι χρηματικό ποσό, που βρέθηκε στον τραπεζικό λογαριασμό του, και δεν δικαιολογείται από τα εισοδήματα του, δεν συνιστά προσαύξηση της περιουσίας του από άγνωστη πηγή ή αιτία, αλλά προέρχεται από κέρδη του από νόμιμο παίγνιο.

Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ ο φορολογούμενος βαρύνεται να τεκμηριώσει νομίμως και επαρκώς έναν τέτοιο ισχυρισμό του, αλλά προκειμένου να ανταποκριθεί στο εν λόγω βάρος του, δεν απαιτείται να έχει συμπεριλάβει τα ανωτέρω κέρδη του στην δήλωση φορολογίας εισοδήματος του, του έτους κτήσης τους. Γιατί; Διότι τα χρηματικά αυτά ποσά, ως κέρδη από το παίγνιο δεν συνιστούν εισόδημα, αλλά περιουσιακό στοιχείο.

Παράλληλα, το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έκρινε πως από τη νομοθεσία δεν προκύπτει με τρόπο σαφή και αρκούντως προβλέψιμο ότι ο φορολογούμενος δύναται να επικαλεσθεί τέτοια κέρδη, ώστε να δικαιολογήσει την προέλευση χρηματικού ποσού σε τραπεζικό του λογαριασμό.

Ομοίως για το ΣτΕ είναι διάφορο το ζήτημα το οποίο εγείρεται από το Δημόσιο, ότι δηλαδή οι ανώνυμες αποδείξεις καταβολής κερδών από κάθε νόμιμο παίγνιο δεν συνιστούν νόμιμα και επαρκή στοιχεία απόδειξης.

Αυτό που καθιστά ακόμη πιο δύσκολο το έργο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων είναι πως η απόφαση 1897/2019 του ΣτΕ προβλέπει πως το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών, που στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη σε ορισμένο πρόσωπο φορολογική παράβαση της παράλειψης δήλωσης εκ μέρους του φορολογητέου εισοδήματος του, η οποία επισύρει την επιβολή σε βάρος του των διαφυγόντων φόρων και συναφών κυρώσεων, φέρει κατ’ αρχήν η φορολογική διοίκηση.