Μηχανισμό παρακολούθησης οικονομικών εγκλημάτων εγκαθιστούν στην Ελλάδα οι θεσμοί
Ειδικό μηχανισμό για την καταγραφή και παρακολούθηση (monitoring mechanism) των σημαντικών οικονομικών εγκλημάτων στην Ελλάδα και ιδίως των υποθέσεων διαφθοράς, ξεπλύματος χρήματος και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, θα εγκαταστήσει η κυβέρνηση μέχρι το Σεπτέμβριο του 2018, στο πλαίσιο των προαπαιτούμενων δράσεων του συμπληρωματικού Μνημονίου.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει το συμπληρωματικό Μνημόνιο, στόχος του προαπαιτούμενου είναι η οικοδόμηση μιας βάσης «αξιόπιστων στοιχείων» για τη δίωξη και την επιβολή κυρώσεων στα εγκλήματα διαφθοράς, ξεπλύματος χρήματος και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Οι θεσμοί διαπίστωσαν πως ενώ την τελευταία πενταετία η Αρχή για το Ξέπλυμα Χρήματος έχει στείλει πολλές υποθέσεις στους εισαγγελείς διαφθοράς και στους οικονομικούς εισαγγελείς και αυτοί με την σειρά τους έχουν ασκήσει διώξεις, οι συγκεκριμένες υποθέσεις παραμένουν τελματωμένες και η δικαστική τους εξέλιξη αποτελεί «μαύρο κουτί». Δηλαδή δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση για το πού βρίσκονται (είτε στην φάση της προανάκρισης, είτε στη φάση της εκδίκασης) αυτές οι υποθέσεις δημοσίου συμφέροντος ( π.χ. οι υποθέσεις Proton, ELFE, Νεοχημικής, FBB Bank, Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, Πειραιώς, Marfin – Λαϊκής, Copiouso, κ.α.).
Η έκθεση EU Justice Scoreboard 2018 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δόθηκε στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα είναι αποκαλυπτική. Η Ελλάδα περιλαμβάνεται στις τέσσερεις χώρες της ΕΕ, σε σύνολο 28 χωρών, που δεν κοινοποιούν στοιχεία σχετικά με τη διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών που αφορούν στα αδικήματα ξεπλύματος χρήματος και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Τα στοιχεία του EU Justice Scoreboard δείχνουν ότι στα μισά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πρωτοβάθμια δικαστική διαδικασία για τα εγκλήματα που σχετίζονται με το ξέπλυμα χρήματος διαρκεί μέχρι ένα έτος κατά μέσο όρο, ενώ στα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν προκλήσεις διαρκούν περίπου δύο χρόνια κατά μέσο όρο.
Οι έλεγχοι των θεσμών κατέληξαν στο συμπέρασμα πως στην Ελλάδα η πρωτοβάθμια δικαστική διαδικασία για τα εγκλήματα που σχετίζονται με το ξέπλυμα χρήματος ξεπερνά στις περισσότερες των περιπτώσεων τη διετία, καθώς πολλές υποθέσεις κρατιούνται για μεγάλο διάστημα στα εισαγγελικά γραφεία. Αυτό θέλουν να αλλάξει και για αυτό δημιουργούν τον ειδικό μηχανισμό παρακολούθησης των σημαντικών οικονομικών εγκλημάτων, ώστε να υπάρχει κεντρικός έλεγχος για αυτές τις υποθέσεις.
Να σημειωθεί πως πολλές από αυτές τις υποχρεώσεις δημοσιότητας απορρέουν από την Οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες που ισχύει από τον Ιούνιο του 2017. Η Κομισιόν θεωρεί πως η αποτελεσματική καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ελλάδος, τον δίκαιο ανταγωνισμό και την αποτροπή αρνητικών οικονομικών συνεπειών που έχουν ανακύψει κατά το παρελθόν.
Κεντρικό ρόλο στο εγχείρημα θα έχει η Αρχή για το Ξέπλυμα Χρήματος, της οποίας προΐσταται η αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Άννα Ζαΐρη και η Γενική Γραμματεία για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, της οποία προΐσταται η δικηγόρος Αναστασία Ξεπαπαδέα.
Μάλιστα, για να είναι σίγουροι πως δεν θα υπάρξουν ολιγωρίες και για να διασφαλίσουν πως οι ελληνικές αρχές θα έχουν όλα τα διαθέσιμα μέσα, οι θεσμοί έχουν «επιστρατεύσει» την Υπηρεσία Στήριξης Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων (SRSS) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή του ειδικού μηχανισμού.