Η δύσκολη εβδομάδα του Τραμπ και το «αντάρτικο» των Ρεπουμπλικανών
Με τον κίνδυνο να χάσει την υποστήριξη σημαντικών μελών του Ρεπουμπλικανικού κόμματος ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου βρίσκεται αντιμέτωπος ο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς δέχεται έντονη κριτική σε δύο μέτωπα: της κρίσης του κορωνοϊού και των ταραχών μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ.
Η πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου δεν κύλισε ευχάριστα για τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Εν μέσω μαζικών διαδηλώσεων, αναταραχών και εντάσεων που ο Πρόεδρος παρακολουθούσε να κλιμακώνεται με την κρίση του κορωνοϊού σε πλήρη εξέλιξη, για την οποία έτσι κι αλλιώς δέχεται δριμεία κριτική, το αίσθημα ασφάλειας για τη βέβαιη επανεκλογή του κινδυνεύει κι αυτό από ασφυξία, την αιτία που κόστισε τη ζωή στον Τζορτζ Φλόιντ.
Καθώς ο Τραμπ διέστελλε τα όρια της εκτελεστικής εξουσίας κατεβάζοντας την Εθνοφρουρά στους δρόμους ανησυχώντας μην φαίνεται αδύναμος, η προθυμία και η ικανότητά του να αντιμετωπίσει τις πολιτικές, υγειονομικές και οικονομικές κρίσεις που έπληξαν το έθνος τέθηκαν υπό έντονη αμφισβήτηση.
Είναι η αμφισβήτηση αυτή που κάνει πολλά επιφανή στελέχη του ίδιου του κόμματός του να αποφασίσουν να μην τον στηρίξουν στις επερχόμενες εκλογές.
«Νωρίτερα από ό,τι περίμεναν, όλο και περισσότεροι επιφανείς Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται σε πυρετώδεις διαβουλεύσεις αναφορικά με το πόσο αποκαλυπτικοί χρειάζεται να γίνουν στο ότι δεν θα στηρίξουν την επανεκλογή του Τραμπ –ή ακόμη και στο ότι θα ψηφίσουν τον δημοκρατικό αντίπαλό του Τζο Μπάιντεν», αναφέρει άρθρο των New York Times.
Όλο και περισσότεροι «σύντροφοι» του προέδρου, «νιώθουν την επείγουσα ανάγκη» να αποστασιοποιηθούν λόγω της «εμπρηστικής αντίδρασης του Τραμπ απέναντι στις διαδηλώσεις κατά της αστυνομικής βαρβαρότητας, αμέσως μετά τους λανθασμένους χειρισμούς του στην πανδημία του κορωνοϊού», σύμφωνα με πηγές που επικαλείται η εφημερίδα.
Ένας από αυτούς, ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Μπους. Σύμφωνα με το περιβάλλον του, δεν πρόκειται να στηρίξει την επανεκλογή του, όπως άλλωστε και ο γερουσιαστής Μιτ Ρόμνεϊ .
Η Σίντι ΜακΚέιν, χήρα του Γερουσιαστή Τζον Μακέιν, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στηρίξει τον Μπάιντεν, ωστόσο μπορεί να μην το κάνει δημόσια καθώς ο γιος της προσβλέπει σε πολιτική καριέρα στο κόμμα των Ρεπουμπλικανών.
Άλλοι επιφανείς Ρεπουμπλικανοί, όπως ο Πολ Ράιαν και ο Τζον Μπόενερ κρατούν προς το παρόν κλειστά τα χαρτιά τους. Αλλά και στο στρατόπεδο των βετεράνων στρατιωτικών ηγετών, επικρατεί όλο και μεγαλύτερη ανησυχία: αν και δηλώνουν την ενόχλησή τους απέναντι στην άσκηση πολιτικής από τον Τραμπ, δεν είναι βέβαιοι αν θέλουν να δείξουν δημοσίως τη στήριξή τους στον αντίπαλό τους.
Το δημοσίευμα έρχεται σε μια ιδιαιτέρως δύσκολη συγκυρία για τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος βλέπει τη δημοτικότητά του να μειώνεται.
Δέσμευση Μπάιντεν για μεταρρυθμίσεις
Την ίδια ώρα, ο Τζο Μπάιντεν δεσμεύεται να καταπολεμήσει τον ρατσισμό και να αγωνιστεί για μεταρρυθμίσεις στην αστυνομία μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ.
Ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ κέρδισε και τυπικά την Παρασκευή το προεδρικό χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος ώστε να είναι ο αντίπαλος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Σε άρθρο του στους Los Angeles Times που δημοσιεύτηκε το Σάββατο, ο Μπάιντεν υπογράμμισε την ανάγκη για «συγκεκριμένες πολιτικές, που έχουν καθυστερήσει πολύ, για την ανατροπή του συστηματικού ρατσισμού».
Ο Μπάιντεν κάλεσε το Κογκρέσο να «αναλάβει άμεση δράση» για να απαγορεύσει τις αστυνομικές μεθόδους κεφαλοκλειδώματος, να σταματήσει τη μεταφορά όπλων πολέμου στις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις, να βελτιώσει την εποπτεία και τη λογοδοσία και να δημιουργήσει ένα πρότυπο μοντέλο για τη χρήση βίας από αστυνομικούς.
Στο Twitter, ο Μπάιντεν επανέλαβε το αίτημά του για αλλαγή, γράφοντας: «Χρειαζόμαστε δικαιοσύνη. Και χρειαζόμαστε πραγματική μεταρρύθμιση της αστυνομίας για να διασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ ξανά».
«Υποσχέθηκα στην οικογένεια του Τζορτζ Φλόιντ ότι δεν θα γίνει απλώς ένα άλλο hashtag», συμπλήρωσε ο 77χρονος υποψήφιος πρόεδρος.