«Ένας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ»: Το «αντίο» του Reuters στον Γιάννη Μπεχράκη
«Δεν θα βρείτε κανέναν τόσο αφοσιωμένο, τόσο προσηλωμένο και κανέναν που θυσίασε τα πάντα για να βγάλει μια σημαντική φωτογραφία»: με τα λόγια περιγράφει τον Γιάννη Μπεχράκη ο βετεράνος φωτογράφος του Reuters, Goran Tomasevic.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο λέει μέσω εκτενούς άρθρου το δικό του «αντίο» στον σπουδαίο Έλληνα φωτορεπόρτερ, ο οποίος πέθανε χτες σε ηλικία 58 ετών.
Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Γιάννης Μπεχράκης εντάχθηκε στο δυναμικό του πρακτορείου πριν από 30 χρόνια και κάλυψε σημαντικά γεγονότα ανά τον κόσμο. Μέσα από τις φωτογραφίες του έδειξε στον πλανήτη τον σπαραγμό των πολέμων στο Αφγανιστάν και την Τσετσενία ενώ κάλυψε γεγονότα όπως το σεισμό στο Κασμίρ αλλά και την αιγυπτιακή επανάσταση του 2011.
«Στην πορεία κέρδισε τον σεβασμό των συναδέλφων αλλά και των αντιπάλων του για τις δεξιότητές του και το θάρρος του» γράφει το Reuters, υπενθυμίζοντας παράλληλα ότι ο Μπεχράκης και η ομάδα του κέρδισαν το βραβείο Πούλιτζερ το 2016 για τον τρόπο που κάλυψαν την προσφυγική κρίση.
«Συνάδελφοι που εργάστηκαν μαζί του είπαν πως το Reuters έχασε έναν ταλαντούχο και παθιασμένο δημοσιογράφο» τονίζει το πρακτορείο.
Πηγή: Facebook/Yannis Behrakis
«Εμφανώς ήθελε να πει την ιστορία με τον πιο καλλιτεχνικό τρόπο» είπε ο βετεράνος δημοσιογράφος του Reuters Goran Tomasevic, αναφερόμενος στο στιλ του Μπεχράκη.
«Δεν θα βρείτε κανέναν τόσο αφοσιωμένο, τόσο προσηλωμένο και κανέναν που θυσίασε τα πάντα για να βγάλει μια σημαντική φωτογραφία» συμπλήρωσε ο ίδιος.
«Η αφοσίωσή του ήταν συναρπαστική. Ο φίλος και συνάδελφός του επί 30 χρόνια, ο παραγωγός Βασίλης Τριανταφύλλου, τον περιέγραψε ως έναν τυφώνα που εργαζόταν όλες τις ώρες και ορισμένες φορές θέτοντας τον εαυτό του σε κίνδυνο για να βγάλει τη φωτογραφία που ήθελε» τονίζει το άρθρο.
Αναφέρεται, όμως, και στον μοναδικό χαρακτήρα του φωτορεπόρτερ: «Όταν ο Μπεχράκης δεν ήταν απασχολημένος με τη δουλειά, ήταν ζεστός, αστείος, ένας ζωντανός άνθρωπος. Μπορούσε επίσης να είναι φλογερός».
«Ένας από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ της γενιάς του. Ο Γιάννης ήταν παθιασμένος, έντονος και ζωηρός τόσο στη δουλειά όσο και στην προσωπική του ζωή» είπε η Ντίνα Κυριακίδου Κοντίνη από το Reuters.
«Οι φωτογραφίες του ήταν σύμβολα, ορισμένες έργα τέχνης» είπε η ίδια, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι αυτό που τον έκανε σπουδαίο φωτορεπόρτερ ήταν το γεγονός ότι μπορούσε να συναισθανθεί τον πόνο των άλλων.
Όπως τονίζει το άρθρο, ο Γιάννης Μπεχράκης ήταν αποφασισμένος να δείξει στον κόσμο τι συνέβαινε στις εμπόλεμες ζώνες αλλά και σε χώρες που βρίσκονταν σε αναταραχή.
«Η αποστολή μου είναι να σας πω την ιστορία και μετά εσείς μπορείτε να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε» είχε πει ο ίδιος ο Μπεχράκης, μιλώντας σε πάνελ του Reuters για τις βραβευμένες με Πούλιτζερ φωτογραφίες για την ευρωπαϊκή προσφυγική κρίση.
«Αποστολή μου είναι να διασφαλίσω ότι κανένας δεν θα μπορεί να πει πως δεν γνώριζε» είχε τονίζει ο ίδιος.
Ο εμφύλιος της Σιέρα Λεόνε
Μία από τις στιγμές της καριέρας του που τον στιγμάτισαν ήρθε το 2000, καθώς κάλυπτε τον εμφύλιο πόλεμο στη Σιέρα Λεόνε. Ο Μπεχράκης ταξιδεύοντας με κομβόι κυβερνητικών στρατιωτών στη ζούγκλα μαζί με τους συναδέλφους από το πρακτορείο ειδήσεων Reuters, Kurt Schork και Mark Chisholm, αλλά και τον κάμεραμαν του AP Miguel Gil Moreno, δέχτηκε ένοπλη επίθεση από αντάρτες.
Ο Schork, ένας από τους πιο στενούς φίλους του Μπεχράκη, χτυπήθηκε από τα πυρά και πέθανε επί τόπου, ενώ λίγο αργότερα νεκρός έπεσε και ο Moreno. Ο Μπεχράκης και ο Chisholm ανάμεσα σε βροχή από σφαίρες κατάφεραν να διαφύγουν.
Και οι δύο κατάφεραν να γλιτώσουν από την επίθεση σέρνοντας τα σώματα τους ανάμεσα στους θάμνους που οδηγούσαν στη ζούγκλα, όπου και αναγκάστηκαν να κρυφτούν επί ώρες μέχρι να αποχωρήσουν οι ένοπλοι. Λίγο αργότερα ο Μπεχράκης θα τραβήξει μια φωτογραφία του εαυτού του που θα μείνει στην ιστορία. Τον ίδιο να κοιτάζει τον ουρανό με ένα βλέμμα που δεν μπορεί να περιγραφθεί με λέξεις.
«Νομίζω ότι εκείνη η στιγμή άλλαξε πολύ τον Γιάννη», επισήμανε ο Chisholm για την επίθεση και το θάνατο του Schork. Οι τέσσερις ρεπόρτερ είχαν γνωρίσει ο ένας τον άλλον κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Σαράγεβο στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και είχαν εξελιχθεί σε μια «ομάδα αδελφών».
Στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια ο Μπεχράκης περνούσε περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα, όπου μέσω των φωτογραφιών του κατέγραψε τις αρνητικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης αλλά και την προσφυγική κρίση.
Το 2015 ο Μπεχράκης και μια ομάδα φωτογράφων και κάμεραμεν εργάζονταν για μήνες για καταγράψουν το δράμα των προσφύγων που προσπαθούσαν να σωθούν από τη βία στη Συρία και το Αφγανιστάν.
Μάλιστα, πήρε υπό την προστασία του τον νεότερο και λιγότερο έμπειρο φωτογράφο Άλκη Κωνσταντινίδη. Ο Κωνσταντινίδης, επίσης μέλος της ομάδας που κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ, περιέγραψε τον Μπεχράκη ως έναν απαιτητικό μέντορα που προσπαθούσε να δίνει το καλό παράδειγμα.
«Όταν σου ανοιχτεί, είναι ένας άνθρωπος που θέλεις να κάθεσαι δίπλα του και να του μιλάς για ώρες. Πάντα θα έπαιρνες κάτι από αυτόν» είχε πει ο Άλκης Κωνσταντινίδης.
«Για ένα περήφανο Έλληνα και πατέρα μιας μικρής κόρης, η προσφυγική κρίση είχε τρομακτική επίδραση στον Μπεχράκη, προκαλώντας του τύψεις, αϋπνίες και εφιάλτες» γράφει το Reuters και συνεχίζει: «Έβγαλε από μέσα του, όμως, και το καλύτερο στοιχείο ενός φωτογράφου, ο οποίος εστίαζε στην αξιοπρέπεια των ανθρώπων που βρίσκονταν σε απελπιστική κατάσταση χωρίς όμως να τους κάνει αντικείμενα λύπης».
Ο Τριανταφύλλου ήταν με τον Μπεχράκη όταν τράβηξε μια από τις φωτογραφίες που πολλοί θεωρούν μια από τις καλύτερες της καριέρας του. Τη φωτογραφία στην οποία ένας Σύρος πρόσφυγας κουβαλάει και φιλάει την κόρη του την ώρα που περπατάει μέσα στη βροχή.
Πηγή: REUTERS/Yannis Behrakis
«Εκείνο το πρωί όταν φύγαμε από το ξενοδοχείο έβρεχε και ο Γιάννης παραπονιόταν… Στο δρόμο προς τα σύνορα είδαμε κάποιους πρόσφυγες και άρχισε να βγάζει φωτογραφίες. Μετά από λίγο του είπα: “Οκ, πάμε”. Εκείνος απάντησε: “Όχι, όχι, περίμενε. Δεν έχω ακόμη τη φωτογραφία”. Περίμενα στο αυτοκίνητο όταν κάποια στιγμή επέστρεψε και μου είπε: “Εντάξει, έχω τη φωτογραφία. Έψαχνε αυτή τη φωτογραφία» θυμάται ο Τριανταφύλλου.