FOCUS

Ρίο 2016: Οι Ολυμπιακοί αγώνες του χιτζάμπ

Ρίο 2016: Οι Ολυμπιακοί αγώνες του χιτζάμπ
REUTERS/Gonzalo Fuentes

Λίγο πριν ξεκινήσουν οι Ολυμπιακοί αγώνες στο Ρίο της Βραζιλίας, ο διεθνής αλλά και ο ελληνικός τύπος ασχολείτο με το αγαπημένο του θέμα. Nα ψάχνει να βρει τα αδύνατα σημεία της διοργάνωσης, προβλήματα, σκάνδαλα, υπερβάσεις στον προϋπολογισμό, ελλείψεις στην προετοιμασία, κτλ κτλ. Όχι ότι δεν υπήρχαν, αλλά όπως βλέπουμε λίγο πριν την ολοκλήρωση των αγώνων, σε αγωνιστικό επίπεδο τουλάχιστον όλα πήγαν καλά.

Με μικροπροβλήματα όπως σε κάθε μεγάλη διοργάνωση – τουλάχιστον αυτό εισπράττουμε εμείς σαν θεατές – και στο τέλος οι διοργανωτές θα εισπράξουν εκτός απροόπτου την πολυαναμενόμενη ατάκα του Τόμας Μπαχ, ότι δηλαδή, “αυτοί ήταν οι καλύτεροι αγώνες”.

Αυτοί οι αγώνες είχαν πολλές πρωτιές. Ήταν οι πρώτοι σε μια χώρα της Νοτίου Αμερικής, είχαν το μεγαλύτερο σε έκταση Ολυμπιακό χωριό, για πρώτη φορά ανεξάρτητος αθλητής πήρε χρυσό μετάλλιο (ο Φεχάντ Αλ Ντιχάνι από το Κουβέιτ στη σκοποβολή μετά την απαγόρευση της συμμετοχής της χώρας του, από την ΔΟΕ), συμμετείχε για πρώτη φορά η ολυμπιακή ομάδα προσφύγων και η συμμετοχή των αθλητριών έφτασε στο ποσοστό ρεκόρ 47,7% επί του συνόλου των συμμετεχόντων.

Οι αγώνες του χιτζάμπ

Αυτοί οι αγώνες όμως θα μείνουν στην ιστορία και για άλλο ένα λόγο. Για το γεγονός ότι το χιτζάμπ ( η ισλαμική μαντίλα) καθιερώθηκε σαν αποδεκτή αθλητική ενδυμασία για πολλά αγωνίσματα, κάτι που ανοίγει το δρόμο σε πολλές μουσουλμάνες αθλήτριες που θέλουν, για πολλούς και διάφορους λόγους, να διατηρήσουν την παράδοση του χιτζάμπ στην περιβολή τους. Πολλές διεθνείς αθλητικές ομοσπονδίες, η μία μετά την άλλη, άρουν την απαγόρευση του χιτζάμπ ως τμήμα της αθλητικής περιβολής, καθώς θεωρούν ότι κάτι τέτοιο δημιουργεί διακρίσεις και αποκλεισμούς λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Μετά τους Ολυμπιακούς του Ρίο σειρά έχει η Διεθνής Ομοσπονδία Μπάσκετ που θα πάρει και αυτή με τη σειρά της την τελική απόφαση για το θέμα. (Μια online εκστρατεία υπέρ της άρσης της απαγόρευσης του χιτζάμπ στο μπάσκετ, συγκέντρωσε 90.000 υπογραφές και βρίσκεται ήδη στα χέρια της FIBA). Η FIFA για το ποδόσφαιρο έχει άρει την απαγόρευση από το 2014.

Αριστερά η Σομαλή αθλήτρια των 400 μ. Μαριάμ Νου Μους και δεξιά με το χιτζάμπ η Καριμάν Αμπουτζανταγιέλ με μια συναλθήτριά της από το Κιργιστάν μετά το τέλος των προκριματικών στα 100 μ. REUTERS/David Gray

Ανοίγοντας εδώ μια παρένθεση, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ενώ ο αθλητισμός σπάει τα στεγανά της ενδυμασίας, απενοχοποιώντας το χιτζάμπ που κάποιοι θέλουν να ταυτίζουν με τον ισλαμικό εξτρεμισμό, η κοινωνία και κάποιοι πολιτικοί δεν ανταποκρίνονται το ίδιο γρήγορα. Την ώρα που βλέπαμε στην τηλεόραση αθλήτριες με χιτζάμπ, στη Γαλλία για παράδειγμα, ο δήμαρχος των Καννών Νταβίντ Λισνάρ απαγόρευσε το μπουρκίνι στις παραλίες της πόλης, γιατί όπως είπε “δηλώνει θρησκευτικές πεποιθήσεις και μπορεί να προκαλέσει κινδύνους για τη δημόσια τάξη”. (η μετάφραση κατά λέξη)

Αν δηλαδή οι Αιγύπτιες αθλήτριες που αγωνίστηκαν στο μπιτς βόλεϊ με ολόσωμη περιβολή και χιτζάμπ στο Ρίο, εμφανιστούν με την ίδια περιβολή στην παραλία των Καννών, κινδυνεύουν με πρόστιμο; Το ότι το μπουρκίνι για παράδειγμα διαφέρει ελάχιστα από μία ολόσωμη στολή σέρφερ το έλαβε υπόψη του ο δήμαρχος των Καννών; Αν δηλαδή οι μουσουλμάνες κοπέλες στις Κάννες αντί για μπουρκίνι βάλουν ολόσωμη στολή σέρφερ και αθλητικό σκουφάκι αντί για μαντήλι, κινδυνεύουν με πρόστιμο ή όχι; Θα εξακολουθούν να προκαλούν κινδύνους για τη δημόσια τάξη;
Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό και μπορεί όντως να προκύψει και η απόφαση να προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από όσα θέλει να λύσει. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα... και κλείνει εδώ η παρένθεση.

Οι αθλήτριες που επωφελήθηκαν

Η ΔΟΕ και γενικότερα οι αθλητικές ομοσπονδίες στο συγκεκριμένο θέμα εμφανίζονται πολύ πιο προοδευτικές από κάποιους δημάρχους ή και κάποιους ...υποψήφιους προέδρους. Για να μην πούμε από κάποια μέσα ενημέρωσης.
Η συμμετοχή της Αμερικανίδας Ιμντιχάτζ Μοχάμεντ ήταν μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της διοργάνωσης. Ήταν η πρώτη Αμερικανίδα που επέλεξε να αγωνιστεί στην ξιφασκία, φορώντας το χιτζάμπ της, αλλά η πρώτη αντίδραση των μίντια είναι αποκαλυπτική για το πόσο μπορεί να τα αποδιοργανώσει μια εικόνα που ξεφεύγει από τις βασικές νόρμες. Το BBC για παράδειγμα, έβαλε τίτλο σε ένα tweet “Ένα χιτζάμπ και ένα σπαθί”, αδικώντας όχι μόνο την αθλήτρια που ήρθε όγδοη στον κόσμο, αλλά και την ίδια του τη φήμη ως σοβαρού μέσου ενημέρωσης.

Η Ιμπντιχάτζ Μοχάμεντ είναι η πρώτη αθλήτρια των ΗΠΑ που αγωνίστηκε στους Ολυμπιακούς αγώνες φορώντας το χιτζάμπ. Κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο στο ομαδικό της ξιφασκίας.REUTERS/Issei Kato

Αν υπάρχει πολιτικό σχόλιο πίσω από τις επιδόσεις της Μοχάμεντ που λίγο μετά κέρδισε και το χάλκινο μετάλλιο στο ομαδικό της ξιφασκίας;
Φυσικά και υπάρχει, αλλά έπεται.
Και φυσικά είναι μια απάντηση στην Αμερική της ισλαμοφοβίας που έχει φουντώσει με αφορμή την προεκλογική εκστρατεία. Υπενθυμίζουμε ότι ο Ντόναλντ Τράμπ έχει πει ότι αν εκλεγεί θα απαγορεύσει την είσοδο μουσουλμάνων στις ΗΠΑ.

Μπιτς βόλεϊ γυναικών

Στη συνέχεια ήρθε εκείνος ο περίφημος αγώνας μπιτς βόλεϊ μεταξύ δύο Γερμανίδων και δύο αθλητριών από την Αίγυπτο.
Οι τίτλοι; “Μπικίνι εναντίον χιτζάμπ” ή ακόμη “Μπικίνι εναντίον μπούρκας” (καμία σχέση με μπούρκα αλλά γιατί να θυσιάσουμε έναν πιασάρικο τίτλο για χάρη της αλήθειας;...). Οι περισσότεροι τίτλοι παρουσίασαν τον αγώνα - στον οποίο τελικά κέρδισαν οι Γερμανίδες αλλά αυτό δεν έχει σημασία – σαν σύγκρουση πολιτισμών. Ελάχιστοι έδωσαν βαρύτητα στο γεγονός ότι η χαλάρωση των κανονισμών το 2012 και φέτος, έδωσαν τη δυνατότητα σε αυτές τις αθλήτριες να αγωνιστούν έχοντας καλυμμένα τα σώματά τους, γιατί απλά έτσι θέλουν.
Και να σκεφτεί κανείς ότι προέρχονται ναι μεν από μια μουσουλμανική μεν χώρα αλλά κοσμική. Τώρα αν τους επιβάλει το χιτζάμπ στη χώρα τους ο κοινωνικός τους περίγυρος αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Το να τους αποκλείσεις όμως από τους αγώνες λόγω χιτζάμπ δεν θα κάνει τη ζωή τους πιο εύκολη, ούτε θα τις βοηθήσει να ξεπεράσουν την κοινωνική πίεση που ίσως να δέχονται. Μάλλον το αντίθετο θα συμβεί.

Η Ντόα Ελγκομπάσι από την Αίγυπτο και η Κίρα Βάλκενοχορστ από τη Γερμανία σε στιγμή από τον μεταξύ τους αγώνα. Κάποιοι είδαν σε αυτή τη φωτογραφία "σύγκρουση πολιτισμών". Ήταν απλώς, ένα ακόμη αγώνας μπιτς βόλεϊ μεταξύ αθλητριών από την Αίγυπτο και τη Γερμανία. REUTERS/Lucy Nicholson

Η Αίγυπτος είχε άλλη μια μεγάλη επιτυχία με τη Σάρα Αχμέντ, στην άρση βαρών. Φορώντας το χιτζάμπ της, η Αχμέντ αγωνίστηκε στα 69 κιλά, κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο και έγινε η πρώτη Αιγύπτια που κερδίζει μετάλλιο σε Ολυμπιακούς αγώνες και η πρώτη γυναίκα από αραβική χώρα που κερδίζει μετάλλιο στην άρση βαρών, κατά τη διάρκεια των αγώνων. (Έχει προηγηθεί το αργυρό μετάλλιο την Αμπίρ Αμντελραχμάν στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου το οποίο της δόθηκε ετεροχρονισμένα επειδή ακυρώθηκαν και οι τρεις Ολυμπιονίκες λόγω χρήσης απαγορευμένων ουσιών).

Στο στίβο είδαμε επίσης αθλήτριες με χιτζάμπ από Αφγανιστάν, Ομάν και Κατάρ ενώ για δεύτερη φορά είδαμε και αθλήτριες από τη Σαουδική Αραβία. Στην περίπτωση της Σαουδικής Αραβίας τα πράγματα είναι λίγο μπερδεμένα από την άποψη ότι η χώρα απειλήθηκε από τη ΔΟΕ να αποκλειστεί από τους αγώνες, αν δεν συμπεριλάβει στην ομάδα της γυναίκες.
Μάλιστα η ΔΟΕ, έδωσε στη Σαουδική Αραβία το προνόμιο να μην ισχύσουν γι αυτή τα όρια των επιδόσεων που χρειάζονται για τη συμμετοχή. Έτσι είδαμε τέσσερις αθλήτριες, τη Σάρα Ατάρ στο μαραθώνιο, την Καριμάν Αμπουλτζανταγιέλστα 100 μέτρα όπου για πρώτη φορά συμμετείχε αθλήτρια από τη Σαουδική Αραβία, τη Λούμπνα Αλ Ομάιρ στην ξιφασκία και την Τζουντ Φάμι στο τζούντο. Η Φάμι μάλιστα αποσύρθηκε πολύ νωρίς από τους αγώνες επικαλούμενη τραυματισμό, με κάποια ξένα μέσα να γράφουν ότι το έκανε για να αποφύγει να παίξει με Ισραηλινή αντίπαλο.

Η Αιγύπτια Σάρα Αχμέντ στην προσπάθεια που της χάρισε το χάλκινο μετάλλιο. REUTERS/Stoyan Nenov

Για πρώτη φορά αθλήτρια από τη Σαουδική Αραβία συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες το 2012. Ήταν η Σάρα Ατάρ που μπήκε στην ομάδα λίγες εβδομάδες πριν τους αγώνες κατόπιν της πίεσης από τη ΔΟΕ που προαναφέραμε. Η συμμετοχή γυναικών από τη Σαουδική Αραβία θα έχει νόημα αν συνεχιστεί και αν ο αθλητισμός γίνει προσιτός στη χώρα αυτή για τις γυναίκες. Το ότι τέσσερις κοπέλες συμμετείχαν με την ομάδα της Σ. Αραβίας δεν λέει και πολλά προς το παρόν, με δεδομένο τον, σχεδόν, εκβιασμό της ΔΟΕ προς τη χώρα. Επιπλέον, οι τρεις από τις τέσσερις κοπέλες ζουν και προπονούνται στις ΗΠΑ.
Θα μπορούσε όμως να πει κάποιος ότι είναι μια καλή αρχή; Ίσως.

Ρεκόρ συμμετοχών από αραβικές χώρες

Η χαλάρωση των απαγορεύσεων από τη ΔΟΕ και τις αθλητικές ομοσπονδίες, έφερε ένα ακόμη ρεκόρ σε αυτούς τους αγώνες. Είχαμε τις περισσότερες συμμετοχές γυναικών από Αραβικές χώρες σε σχέση με τις προηγούμενες διοργανώσεις. Εκατόν τριάντα επτά γυναίκες από 20 χώρες, μία ανεξάρτητη (με καταγωγή από το Κουβέιτ) και μία γυναίκα με την ομάδα των προσφύγων (η 18χρονη Γιούσρα Μαρντίνι από τη Συρία), συμμετείχαν στους αγώνες.

Για να μην ξεγελιόμαστε όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι κάποιες από αυτές τις μουσουλμανικές χώρες έγιναν πιο δημοκρατικές στο να δώσουν στις αθλήτριες τους την επιλογή να αγωνιστούν, επίσημα ή ανεπίσημα με ή χωρίς χιτζάμπ. Η Σαουδική Αραβία που ήδη αναφέραμε και το Ιράν για παράδειγμα, δεν επιτρέπουν στις αθλήτριες να αγωνιστούν χωρίς τα χιτζάμπ.
Για τις υπόλοιπες γυναίκες η επιλογή του χιτζάμπ μπορεί να είναι οικειοθελής, καθαρά προσωπική επιλογή αλλά σε πολλές περιπτώσεις επιβάλλεται από τα στερεότυπα της κοινωνίας που ζουν. Είναι αυτό που γενικά μπορούμε να αποκαλέσουμε “κοινωνικό Ισλάμ”, που θέτει περιορισμούς στη γυναίκα, στο να αθληθεί, να εργαστεί, να ταξιδέψει, να οδηγήσει αυτοκίνητο κτλ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Υεμένη που έχει στο Ρίο δύο αθλήτριες.

Όπως είχε πει σε παλιότερη συνέντευξή της η δρομέας των 100 μ. από την Υεμένη Φατίμα Αλ Νταχμάν: “δεν μπορούμε να αθληθούμε εκτός γηπέδου και πρέπει να υπομένουμε τα αρνητικά σχόλια και τις βρισιές κάποιων”. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι αλλά και συναθλητές της Νταχμάν, έλεγαν μάλιστα δημόσια ότι “κάποια δυναμικά σπορ δεν είναι κατάλληλα για γυναίκες γιατί είναι αντίθετα στη φύση τους”.

Αριστερά η Αιγύπτια Ρέμ Μανσούρ και δεξιά η Λούμπνα Αλ Ομάιρ από τη Σαουδική Αραβία. REUTERS/Leonhard Foeger/ Issei Kato

Χιτζάμπ και κοινωνικός περίγυρος

Είναι πολύ εύκολο να καταλάβει κανείς ότι μια γυναίκα που ζει σε ένα τέτοιο περιβάλλον στην καθημερινότητά της, δεν μπορεί να βγάλει το χιτζάμπ ακόμη και να θέλει. Και μόνο η συμμετοχή σε μία διοργάνωση όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, είναι μια υπέρβαση που σπάει τις νόρμες μιας συντηρητικής κοινωνίας και είναι παράλληλα και ένα πρώτο μεγάλο βήμα για τη χειραφέτηση και τη δυνατότητα σε αυτές τις γυναίκες να επιλέξουν μόνες τους αν θέλουν ή όχι να φορέσουν το χιτζάμπ.
Όπως η Αμερικανίδα Ιμπντιχάτζ Μοχάμεντ που επέλεξε να αγωνιστεί με το χιτζάμπ της και να “σπάσει” όπως είπε “τις προκαταλήψεις μέσα και έξω από την μουσουλμανική κοινότητα

Με λίγα λόγια το χιτζάμπ δεν είναι κάτι θετικό ή αρνητικό ούτε φυσικά ταυτίζεται με την ισλαμική τρομοκρατία. Είναι κάτι θετικό όταν αποτελεί επιλογή και κάτι αρνητικό όταν είναι αποτέλεσμα επιβολής. Και ούτε φυσικά το μπουρκίνι μας κάνει τρομοκράτες όπως περίπου λέει ο δήμαρχος των Καννών. Μεγάλες διοργανώσεις όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες οφείλουν να διευκολύνουν τη συμμετοχή των γυναικών που από επιλογή ή από ανάγκη φορούν το χιτζάμπ κι όσο για τις κοινωνίες και τις παραδόσεις, αυτές αλλάζουν σταδιακά από μέσα, από τους ίδιους τους ανθρώπους που ζουν σε αυτές τις κοινωνίες, με τις ιδέες και τους αγώνες για δικαιοσύνη, ισότητα και δημοκρατία. Σίγουρα πάντως δεν αλλάζουν με εξωτερική επιβολή, απαγορεύσεις και βομβαρδισμούς...

Ένα χρήσιμο παράδειγμα

Και μιας και μιλάμε για αθλητισμό, είναι χρήσιμο να θυμηθούμε την ιστορία της Μαροκινής Ναβάλ Ελ Μουταγουακέλ.
Μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του '80 υπήρχαν αθλήτριες από αραβικές και μουσουλμανικές χώρες αλλά στις πατρίδες τους, σχεδόν κανένας δεν τους έδινε σημασία. Και όταν κατάφερναν να φτάσουν σε ολυμπιακό επίπεδο, αυτό γινόταν λόγω της δικής τους υπερπροσπάθειας, ξεπερνώντας πολλά προβλήματα, κυρίως την προκατάληψη.
Η Ναβάλ μεγάλωσε στη συντηρητική κοινωνία του Μαρόκου που προετοιμάζει τις νέες κοπέλες για να γίνουν “καλές σύζυγοι και μητέρες”. Κατάφερε να ασχοληθεί με τον αθλητισμό γιατί είχε τη βοήθεια των γονιών της και το 1984 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στα 400 μέτρα με εμπόδια.

Ήταν το πρώτο χρυσό μετάλλιο για το Μαρόκο και ήταν από γυναίκα. Η αθλήτρια που στη χώρα της αντιμετωπιζόταν αρνητικά γιατί είχε ξεφύγει από τις νόρμες τις παράδοσης, ξαφνικά έγινε ηρωίδα. Ο βασιλιάς Χασάν εξέφρασε την πλήρη υποστήριξη στο πρόσωπό της και (πηγαίνοντας από το ένα άκρο στο άλλο) έδωσε εντολή όλα τα κορίτσια που θα γεννιούνται στις 8 Αυγούστου, την ημέρα της νίκης της στο Λος Άντζελες, να παίρνουν το όνομά της.
Γυναίκες με ή χωρίς μαντήλα μου έστελναν γράμματα και μου έλεγαν ότι τις απελευθέρωσα” θα πει τότε σε μία συνέντευξή της η Ναβάλ.

Η Κάμια Γιουσούφι από το Αφγανιστάν ήταν η πρώτη αθλήτρια της χώρας που πήρε μέρος στα 100 μ. REUTERS/David Gray

Η νίκη της Ναβάλ είχε τεράστια επίδραση στον αραβικό κόσμο και βοήθησε εκατομμύρια γυναίκες να σπάσουν τα στερεότυπα και να επιβάλουν τον γυναικείο αθλητισμό στις χώρες τους. Δώδεκα χρόνια αργότερα στην Ατλάντα η Γκάντα Σουά από τη Συρία κερδίζει στο έπταθλο το πρώτο χρυσό μετάλλιο για τη χώρα της και το 2012 η Χαμπίμπα Γκρίντι δρομέας στα 3.000 μέτρα στιπλ, γίνεται η πρώτη αθλήτρια από την Τυνησία που κερδίζει χρυσό μετάλλιο.
Αξίζει να πούμε ότι σήμερα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο, Τυνησία και Μαρόκο έχουν αντίστοιχα τη δεύτερη και τρίτη μεγαλύτερη συμμετοχή γυναικών στην ομάδα τους, μεταξύ των αραβικών χωρών.

Αντί επιλόγου

Και όσο για την άποψη κάποιων ότι θα πρέπει να απαγορεύσουμε τις μαντίλες, τα μπουρκίνια κτλ θα ήθελα να κλείσω αυτό το κείμενο με μια προσωπική ιστορία, ανακαλώντας στη μνήμη μου μια εικόνα, που για όσους αναγνώστες είναι λίγο πάνω από τα σαράντα και έχουν καταγωγή από κάποιο χωριό της Ελλάδας, θα είναι ίσως γνώριμη. Η γιαγιά μου γεννήθηκε το 1910. Ήταν αγρότισσα, παντρεύτηκε σε μικρή ηλικία και έκανε εφτά παιδιά (το ένα της πέθανε σε μικρή ηλικία).
Ο πατέρας της ήταν δήμαρχος κάπου στη Βοιωτία, είχε περιουσία και η γιαγιά πριν παντρευτεί τελείωσε το σχολείο. Μεγάλη υπόθεση για την εποχή εκείνη στην επαρχία.
Η γιαγιά φόραγε τσεμπέρι, χειμώνα καλοκαίρι. Το αντίστοιχο ελληνικό χιτζάμπ.
Δεν διανοείτο καν να βγει έξω από το σπίτι χωρίς το μαντήλι της. Μια μέρα που έκανε πολύ ζέστη και ήταν κάπου να πάει τη ρώτησα: “ρε γιαγιά, με τέτοια ζέστη τι το θες το μαντήλι. Μη το βάζεις σήμερα”...
Με κοίταξε και με απόλυτη φυσικότητα μου είπε: “τι λες; και πως θα βγω έξω σαν την τρελή;”
Το μαντήλι ήταν η περηφάνια της και η ομορφιά της. Ήταν αναπόσπαστο μέρος του ενδυματολογικού της κώδικα που διαμορφώθηκε σε άλλες εποχές, που είχαν τη δική τους αισθητική και κουβαλούσαν τις δικές τους παραδόσεις.

Η Σάρα Ατάρ από τη Σαουδική Αραβία, έτρεξε στον Μαραθώνιο. Το 2012 στο Λονδίνο έγινε η πρώτη γυναίκα της χώρας που συμμετείχε σε Ολυμπιακούς Αγώνες. REUTERS/Dylan Martinez

Μέσα σε ένα πατριαρχικό κοινωνικό πλαίσιο όμως, μπορεί να πει κάποιος, που επέβαλε, όχι καθαρά με την έννοια της επιβολής, αλλά με την έννοια του κοινωνικά αποδεκτού, το τσεμπέρι στις γυναίκες. Σωστό, αλλά όσο θυμάμαι εγώ τη γιαγιά μου ποτέ κανένας δεν της επέβαλε να το φοράει ακόμη και όταν δεν είχε να δώσει λογαριασμό σε κανέναν. Και ούτε ποτέ δοκίμασε να το επιβάλει στις κόρες της. Ήταν μια παράδοση που σταδιακά ατόνησε και τελικά χάθηκε μέσα στην εξέλιξη και στα νέα αισθητικά πρότυπα. Και κάτι ακόμη επειδή αναφέραμε την πατριαρχία. Η γιαγιά μου ήταν αυτό που λέμε “ο αρχηγός του σπιτιού”. Είχε την ευθύνη για την οικογένεια, την οικονομική διαχείριση και επέβαλε την άποψή της στον παππού μου και στα ενήλικα αγόρια της, μόνο όμως για ότι είχε να κάνει με την κοινή ζωή, κάτω από την ίδια στέγη.

Αν υποθετικά, η γιαγιά μου σήμερα εμφανιζόταν στην παραλιακή των Καννών στη Γαλλία, το τσεμπέρι της μπορεί και να θεωρείτο “σύμβολο εξτρεμισμού”. Θα “έτρωγε” ίσως και κανένα πρόστιμο. Αν πάλι εμφανιζόταν έστω σαν θεατής σε κάποιο γήπεδο του Ρίο, μάλλον δεν θα έδινε κανείς σημασία στην εμφάνισή της. Και αυτό θα ήταν σίγουρα μια θετική εξέλιξη.