ΕΛΛΑΔΑ

Έρευνα: Περισσότεροι από έναν στους τρεις Έλληνες απειλούνται από τη φτώχεια

Έρευνα: Περισσότεροι από έναν στους τρεις Έλληνες απειλούνται από τη φτώχεια
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ/ΑΠΕ-ΜΠΕ

Αποκαρδιωτικά είναι τα ευρήματα της μελέτης του διευθυντή ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Διονύση Μπαλούρδου, για τη φτώχεια στην Ελλάδα. Η μελέτη δείχνει πως στον έβδομο χρόνο της κρίσης που διανύει η χώρα, οι φτωχοί γίνονται ολοένα και φτωχότεροι.

Η απόσταση του μέσου εισοδήματος των φτωχών από το όριο της φτώχειας διευρύνεται, ξεπερνώντας το 2016 – για πρώτη φορά – τις 10 μονάδες για να φτάσει σε μια ιστορικά υψηλή διαφορά. Και τα κακά νέα δεν σταματούν στην ένταση της φτώχειας, αφού το δίχτυ εξαπλώνεται ώστε να αφορά πλέον και νέες ομάδες του πληθυσμού και μετατοπίζεται από την ύπαιθρο προς τα αστικά κέντρα, ενώ αποκτά μόνιμα χαρακτηριστικά και μετατρέπεται σε διαρκείας.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά της «Εφημερίδα των Συντακτών» οι αριθμοί πίσω από τις γενικές διαπιστώσεις είναι τρομακτικοί:

astegos
  • Τα νοικοκυριά σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 832.065 σε σύνολο 4.168.784 νοικοκυριών, ενώ τα μέλη τους ξεπερνούν τα δύο εκατομμύρια – για την ακρίβεια είναι 2.262.808 στο σύνολο των 10.651.929 ατόμων του πληθυσμού, δείχνοντας πως περισσότεροι από έναν στους πέντε είναι εγκλωβισμένοι στα δίχτυα της (φτώχειας). Εκτός από τις παραδοσιακές ομάδες ανέργων, μεταναστών, κατοίκους αγροτικών περιοχών κ.α. σε αυτό το δίχτυ πιάνονται πλέον και εργαζόμενοι φτωχοί (14,1%), κυρίως οι μερικώς απασχολούμενοι σε ποσοστό 30,3% προστίθεται πλέον ολοένα και περισσότεροι κάτοικοι από τις αστικές περιοχές, όπου σημειώνεται έξαρση, δείχνοντας τη «μετακόμιση» της φτωχοποίησης στις μεγάλες πόλεις. Εκεί όμως που το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο είναι στους ρυθμούς φτωχοποίησης παιδιών και νέων που μεγαλώνουν σε φτωχά νοικοκυριά.
  • Όμως το ποσοστό που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό το 2016 ανέρχεται στο 35,6% (3.789.300 άτομα) του πληθυσμού και παρουσιάζει μικρή μείωση σε σχέση με το 2015 και τα 3.828.500 άτομα που αντιστοιχούσαν στο 35,7% του πληθυσμού. Η μικρή αυτή θετική διαφορά πρόκειται για φενάκη, όπως εξηγεί ο ερευνητής στην εφημερίδα και όχι επειδή πρόκειται για στατιστικά ασήμαντο ποσοστό.

«Η μείωση, έστω και μικρή θα μπορούσε να ήταν καλή αν συμβάδιζε με μείωση του ορίου υπολογισμού της φτώχειας. Αλλαγές στον κίνδυνο φτώχειας μπορεί να μετριαστούν από ταυτόχρονη πτώση στο μέσο διαθέσιμο εισόδημα της χώρας κατά συνέπεια στο όριο φτώχειας. Σε αντίθεση π.χ. με τον δείκτη σοβαρής υλικής στέρησης που φανερώνει την εισοδηματική ανεπάρκεια και παραμένει υψηλός...». Μάλιστα ο ίδιος εφιστά την προσοχή στο εξής: ενώ φτωχός είναι ένας στους πέντε Έλληνες, αυτοί που απειλούνται με φτώχεια και βιώνουν κοινωνικό αποκλεισμό και στερήσεις ξεπερνούν τον έναν στους τρεις Έλληνες (35,6%).

  • Όσο για το ερώτημα από πού έχει να πιαστεί ο φτωχός, η απάντηση είναι από πουθενά αφού «το κοινωνικό κράτος και στην περίοδο της κρίσης εξακολουθεί να παραμένει αναποτελεσματικό» και παντελώς ανεπαρκές, ενώ και όλες αυτές οι παρεμβάσεις που λένε ότι γίνονται περισσότερο στοχευμένες πάνε στον βρόντο, αφού η εικόνα κάθε άλλο παρά βελτιωμένη παρουσιάζεται μετά τις «κοινωνικές μεταβιβάσεις» που καταφέρνουν να μειώσουν τον κίνδυνο φτώχειας μόλις κατά 4,1%, από το 25,5 στο 21,4, δίνοντας στην Ελλάδα τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά τη Λετονία, επίδοση που υπολείπεται ακόμη και του μισού του ευρωπαϊκού μέσου όρου που είναι 8,7.
  • «Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης της φτώχειας στην Ελλάδα επιτυγχάνεται κυρίως μέσω των συντάξεων, ενώ οι μεταβιβάσεις άλλου τύπου (παροχές κοινωνικής βοήθειας, π.χ. ΕΚΑΣ, επίδομα μακροχρόνια ανέργων, οικογενειακά επιδόματα, βοηθήματα ανεργίας, ασθένειας, αναπηρίας ή εκπαιδευτικές παροχές) συνεισφέρουν μόνο οριακά στη μείωση της φτώχειας».

Τι έχει αλλάξει με την κρίση; «Η φτώχεια γίνεται πιο επίμονη, με μεγαλύτερη διάρκεια, πιο απόλυτη και ακραία και αποκτά νέα σύνθεση, καθώς στις παραδοσιακές ομάδες προστίθεται και η νέα φτώχεια που αφορά εργαζομένους και νέους, κάτι που δείχνει ότι οι νέες μορφές εργασίας παράγουν φτώχεια...».

Η... αγία οικογένεια

ftoxeia

Ακόμη μία αλλαγή που εντοπίζει ο ερευνητής και συνδέεται με την ευρωπαϊκή διεύρυνση είναι ότι η χώρα μας απομακρύνεται από το «μεσογειακό» μοντέλο πρόνοιας, όπου την αναποτελεσματικότητα του κοινωνικού κράτους υποκαθιστούσε η οικογένεια και έρχεται σε φτωχές πρώην σοσιαλιστικές χώρες: Βουλγαρία, Ρουμανία, Κροατία, Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία.

Και μπορεί να θεωρεί ελπιδοφόρο το γεγονός ότι καθώς η αλληλεγγύη της οικογένειας φτάνει στα όριά της, μετά την «οικογενειοποίηση» της φτώχειας ελλείψει υποστηρικτικών πολιτικών, το κενό φαίνεται να καλύπτουν έστω και μερικώς και τα άτυπα δίκτυα στήριξης – φίλοι, γειτονιά, κοινωνία των πολιτών – ο κ. Μπαλούρδος, ωστόσο, δεν κρύβει την ανησυχία του αφού μερικά πράγματα πάνε από το «κακό στο χειρότερο», όπως είναι η «ένταση της φτώχειας, όπου η κατάσταση είναι δραματική, η διάρκειά της, αφού δύσκολα καταφέρνει κάποιος να ξεφύγει, το γεγονός ότι πλέον ακόμη και η εργασία δεν προστατεύει από τη φτώχεια, αλλά κυρίως ότι αφορά όλο και περισσότερους νέους (29%), ενώ απειλεί περισσότερα από ένα στα τέσσερα παιδιά (26,3%). Η φύση της φτώχειας φαίνεται να έχει αλλάξει: υπό τις συνθήκες αύξησης των ανέργων το μέλλον μεγάλων κοινωνικών ομάδων γίνεται λιγότερο ασφαλές, πιθανόν πιο σκοτεινό και ακαθόριστο».