«Καταπέλτης» η εισαγγελέας: Τεμάχισαν την Άννυ για να κρύψουν πως την σκότωσαν
Ως καταπέλτης ήρθε η αγόρευση της εισαγγελέως για την υπόθεση της μικρής Άννυ. Η κυρία Μαρία Δημητριάδου ζήτησε από το δικαστήριο να κρίνει ενόχους τον πατέρα, Στάνισλαβ Μπαρκατζίεβ (Σάββα) και τον φίλο του Ναζίφ Αχμέντοφ (Νικολάι) για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από κοινού, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, της περιύβρισης νεκρού και της οπλοχρησίας.
Η αγόρευση της κ. Δημητριάδου ήταν ιδιαίτερα αποκαλυπτική καθώς έκανε μια αναλυτική αναφορά στον τρόπο τεμαχισμού της μικρής από τους δύο κατηγορούμενους, η οποίοι - σύμφωνα με την ίδια – όντας σε πλήρη διαύγεια προχώρησαν στη «σφαγή» του σώματος της 4χρονης.
«Ψυχροί, παγεροί και χωρίς συναίσθημα, σκότωσαν με οξύ και βίαιο τρόπο το παιδί και με νηφαλιότητα σχεδίασαν τον τεμαχισμό για να αποκρύψουν πώς πέθανε».
Σύμφωνα με την εισαγγελέα ο Σάββας και ο Νικολάι προχώρησαν στον τεμαχισμό της Άννυ, όχι για να κρύψουν το σώμα της, όπως υποστηρίζει ο πατέρας, αλλά για να κρύψουν τα αίτια θανάτου του παιδιού.
«Στόχο είχαν, όχι την εξαφάνιση της Άννυ, αλλά του τρόπου με τον οποίο πέθανε το παιδί, ώστε ακόμα και η πιθανότητα ανεύρεσης του πτώματος να μην μπορεί να δείξει τον τρόπο θανάτου. Ο λόγος που το σπίτι έγινε σφαγείο, είναι να αποκρυβεί πώς πέθανε η Άννυ», είπε.
Χαρακτήρισε την υπόθεση πρωτοφανή στα χρονικά, όχι μόνο για την βιαιότητα της, αλλά και για την αδυναμία στήριξης της κατηγορίας πάνω σε απτά στοιχεία, που θα προέκυπταν από την ιατροδικαστική έκθεση στο σώμα του παιδιού. Οι κατηγορούμενοι άφησαν πίσω τους μόνο υπολείμματα αίματος και αυτά τυχαία καθώς πέρασαν τον χώρο με ισχυρά καθαριστικά για να κρύψουν τα ίχνη του τεμαχισμού.
Επικαλούμενη όσα ο ίδιος ο πατέρας έχει ομολογήσει για τον τεμαχισμό του παιδιού του, διαβάζοντας όλη την περιγραφή που είχε δώσει ο κατηγορούμενος στην αστυνομία, η εισαγγελέας έκανε λόγο για «περιγραφές του ξεπερνούν τα όρια της βαρβαρότητας». Λίγα λεπτά πριν, είχε προειδοποιήσει την μητέρα αν θέλει να αποχωρήσει, όπως και έγινε.
Μιλώντας για τον τεμαχισμό τόνισε πως οι δύο κατηγορούμενοι δεν έδειξαν σημάδια οργής, ανάγκη εκδίκησης, απλά μια ψυχρή τάση να κρύψουν το έγκλημα τους. «Είναι δυνατόν να πιστέψουμε ότι πετσόκοβε το πτώμα τρεις μέρες, το πέταγε στα σκουπίδια και καθάριζε το διαμέρισμα, από το να το μεταφέρει κάπου και να το πετάξει ή να το θάψει, αν το παιδί έφυγε από παθολογικά αίτια;», τόνισε χαρακτηριστικά.
Η εισαγγελέας κατέρριψε το σενάριο των παθολογικών αιτιών θανάτου επισημαίνοντας ότι το παιδί θα είχε δείξει δείγματα ασθένειας. Ο πατέρας «ενήργησε με πλήρη διαύγεια, μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να αποφύγει το κακούργημα της ανθρωποκτονίας, καθώς ο τεμαχισμός (περιύβριση νεκρού) δεν έχει ποινική συνέπεια, παρά μόνο δύο χρόνια φυλάκισης», ενώ για τον Νικολάι τόνισε:
«Ο Νικολάι είναι ένας ψυχρός, παγερός άνθρωπος, χωρίς συναισθήματα, αδίστακτος. Με λυσσαλέες προσπάθειες επεχείρησε να αποσυνδέσει την παρουσία του στο χώρο του υπόγειου. Χαρακτηριστική είναι η απάθεια με την οποία αφομοίωσε τα γεγονότα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Αλλά και ο Σάββας προσπάθησε να αποσυνδέσει την παρουσία του Νικολάι. Δεν ειδοποίησε καμία αρχή ο Νικολάι και έφυγε από την Αθήνα, την «κακιά Ελλάδα» και νόμιζε ότι ξέφυγε. Όμως κάτι είπε σε κάποιον, του ξέφυγε και το είπε και έτσι βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα».
Η μητέρα της Άννυ φαίνεται πως είχε άγνοια για την βίαιη συμπεριφορά του συντρόφου της και πρέπει απαλλαγεί από την κατηγορία της θανατηφόρας έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο, αλλά και από την πλημμεληματική μορφή του αδικήματος. Η ίδια και ο τέταρτος κατηγορούμενος, ο οποίος υποστήριξε ότι φιλοξένησε το ζευγάρι σπίτι του, πρέπει να καταδικαστούν για το αδίκημα της ψευδορκίας.