TECH

Κυβερνοεπιθέσεις: Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα

Κυβερνοεπιθέσεις: Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα
To θέμα της κυβερνοασφάλειας δεν δείχνει να βρίσκεται ιδιαίτερα ψηλά στις καθημερινές προτεραιότητες τους

Έντονη δείχνει να είναι η ανησυχία μεταξύ των υψηλόβαθμων στελεχών των μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων αναφορικά με τους κινδύνους που προέρχονται από κυβερνοεπιθέσεις.

Την ίδια στιγμή, όμως, το θέμα της κυβερνοασφάλειας δεν δείχνει να βρίσκεται ιδιαίτερα ψηλά στις καθημερινές προτεραιότητες τους, ενώ παράλληλα παρατηρείται σημαντικό έλλειμμα ενημέρωσης ακόμη και για εξαιρετικά δημοφιλείς μορφές κυβερνοεπιθέσεων όπως είναι το phising και το malware!

Αυτά είναι ορισμένα από τα βασικά συμπεράσματα διεθνούς έρευνας της Kaspersky, στην οποία συμμετείχαν και 200 υψηλόβαθμα στελέχη μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων με αριθμό εργαζομένων μεγαλύτερο των 1000. Όπως ανέφεραν στελέχη της Κaspersky κατά τη διάρκεια χθεσινής ενημερωτικής συνάντησης με εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης, οι κυβερνοεπιθέσεις θεωρούνται μεγαλύτερος κίνδυνος ακόμη και από το επιδεινούμενο οικονομικό περιβάλλον. Συγκεκριμένα, το 43% δηλώνει πως οι κυβερνοεπιθέσεις αντιπροσωπεύουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις τους, με τις κινητοποιήσεις εργαζομένων (34%), τα ζητήματα συμμόρφωσης και κανονισμών (34%), ανταγωνισμού (31%) και οικονομίας (28%) να ακολουθούν.

Όλοι οι συμμετέχοντες στο δείγμα αναγνωρίζουν πως οι επιχειρήσεις τους βρίσκονται στο στόχαστρο από παράγοντες ψηφιακών απειλών. Παρόλα αυτά, μόλις για το ένα τρίτο (33%) των Ελλήνων ερωτηθέντων η κυβερνοασφάλεια αποτελεί θέμα ημερήσιας διάταξης για τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου της επιχείρησης τους, ενώ για περισσότερους από τους μισούς (55%) η κυβερνοασφάλεια τίθεται ως θέμα μόλις σε κάποιες συνεδριάσεις. Παράλληλα, ένα στα δέκα (10%) υψηλόβαθμα στελέχη δηλώνει πως η κυβερνοασφάλεια σπάνια αποτελεί θέμα ημερήσιας διάταξης για τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου, με το 3% των ερωτηθέντων να απαντά πως η κυβερνοασφάλεια ανακύπτει μόνο σε καταστάσεις κρίσης.

Όταν τίθενται στις συνεδριάσεις ζητήματα κυβερνοασφάλειας, οι πληροφορίες σχετικά με τους παράγοντες απειλών παρουσιάζονται συνήθως από τους διευθυντές πληροφορικής (51%), ή τους υπεύθυνους κυβερνοασφάλειας (CISO) της επιχείρησης (50%), ενώ λιγότερο συχνά παρουσιάζονται από εξωτερικούς προμηθευτές λύσεων κυβερνοασφάλειας (30%) ή συνεργάτες (26%). Τις περισσότερες φορές (48%), η πληροφόρηση σχετικά με τις απειλές προέρχεται από ιδιωτικές πηγές, ενώ συχνά προέρχεται και από εξωτερικούς προμηθευτές (39%) και δημόσιες πηγές (39%) - όπως πληροφορίες ανοιχτού κώδικα, κοινωνικά δίκτυα ή εξειδικευμένες πληροφορίες blogs. Τέλος, το 36% του δείγματος αντλεί πληροφορίες από πηγές του dark web, ενώ το 34% αντλεί πληροφόρηση από εσωτερικές ομάδες πληροφοριών.

Αντιστρόφως ανάλογη φαίνεται να είναι η σχέση μεταξύ του μεγέθους της επιχείρησης και του βαθμού ευαισθητοποίησης σχετικά με τα θέματα κυβερνοασφάλειας, με το 33% των συμμετεχόντων που προέρχονται από επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο μεταξύ 50 και 99 εκατ. ευρώ να δηλώνουν πως η κυβερνοασφάλεια εντάσσεται πάντα στην ημερήσια διάταξη, ποσοστό που πέφτει στο 31% όσον αφορά τα στελέχη από οργανισμούς με κύκλο εργασιών μεταξύ 100 και 499 εκατ. ευρώ.

Πρόβλημα κατανόησης

Ωστόσο, παρόλο που οι κυβερνοεπιθέσεις ανησυχούν τα υψηλόβαθμα στελέχη περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη απειλή και όλοι οι συμμετέχοντες στην έρευνα αναγνωρίζουν πως οι επιχειρήσεις τους μπορεί να βρεθούν στο στόχαστρο, σημαντικά είναι τα εμπόδια που δηλώνουν οι συμμετέχοντες ότι αντιμετωπίζουν για να κατανοήσουν πλήρως και εκτενώς τα ζητήματα που σχετίζονται με την κυβερνοασφάλεια των επιχειρήσεων. Σχεδόν οι μισοί (47%) συμμετέχοντες από το ελληνικό δείγμα υποστηρίζουν ότι δεν διαθέτουν τα κατάλληλα εργαλεία, αρκετό χρόνο (46%) και επαρκείς πόρους (45,5%) προκειμένου να κατανοήσουν με πλήρη τρόπο τα ζητήματα που άπτονται της κυβερνοασφάλειας, ενώ σημαντικό εμπόδιο φαίνεται να αποτελεί και η σχετική με τις ψηφιακές απειλές γλώσσα.

Σχεδόν για έναν στους τρεις (31,5%) Έλληνες συμμετέχοντες η εξειδικευμένη ορολογία και οι περίπλοκοι όροι που χρησιμοποιούνται για την περιγραφή των ψηφιακών απειλών συνιστούν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην κατανόηση των πιο επιτακτικών θεμάτων κυβερνοασφάλειας. Μάλιστα, μεγάλο είναι το ποσοστό των ερωτηθέντων που δηλώνει δυσκολία να κατανοήσει ευρέως χρησιμοποιούμενους όρους κυβερνοασφάλειας, όπως ο όρος «επιθέσεις phising», με πάνω από το ένα τρίτο (34%) να δηλώνει πως ο συγκεκριμένος όρος του προκαλεί σύγχυση, ενώ εξίσου δυσνόητο αποδεικνύονται οι όροι «επιθέσεις ransomware» και «malware» για το 30% και το 27% του δείγματος αντίστοιχα. Οι τρεις αυτές μορφές κυβερνοεπιθέσεων είναι από τις πλέον σύνηθες και τα τελευταία χρόνια έχουν πάρει μεγάλη δημοσιότητα.

Τέλος, το cloud security, το ransomware, οι επιθέσεις DDoS και phishing αποτελούν τα ζητήματα κυβερνοασφάλειας που προκαλούν τη μεγαλύτερη ανησυχία στα υψηλόβαθμα στελέχη στην Ελλάδα. Επιπλέον, τα ανθρώπινα λάθη και η πιθανότητα οι εργαζόμενοι να λειτουργήσουν ως ο «πιο αδύναμος κρίκος» (χρησιμοποιώντας κυρίως τους ίδιους ανίσχυρους κωδικούς παντού ή κοινοποιώντας τους μέσω social media) αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες μαζί με την έλλειψη ταλέντου στην κοινότητα της κυβερνοασφάλειας. Τέλος, είναι και κάποιοι που ανησυχούν για την αργή ανάπτυξη ενός πλάνου mobile security από τους ειδικούς.