«Δεν έφτυσα στον τάφο του». Η Τίπι Χέντρεν κακοποιήθηκε σεξουαλικά από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ
"Ο Χίτσκοκ κατέστρεψε την καριέρα μου. Όχι όμως και τη ζωή μου" γράφει η 86χρονη Τίπι Χέντρεν. Μούσα του Χίτσκοκ, μητέρα της Μέλανι Γκρίφιθ και γιαγιά της Ντακότα Τζόνσον η Χέντρεν μοιάζει αποφασισμένη να εκθέσει ανεπανόρθωτα τον μάστερ του σασπένς, τον άντρα που την δημιούργησε για να την καταστρέψει. Τον Άλφρεντ Χίτσκοκ.
"Είχε μια μάσκα με το πρόσωπο μου επάνω στο γραφείο του. Όταν γυρίζαμε το 'Μάρνι' (1964) άνοιξε μια κρυφή πόρτα ανάμεσα στο καμαρίνι μου και το γραφείο του. Μια μέρα τον είδα ξαφνικά μπροστά μου! Με άρπαξε και με χούφτωνε όπου έβρισκε. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα" γράφει.
"Ήταν σεξουαλικό, ήταν ανώμαλο. Οσο πιο έντονα τον έδιωχνα, τόσο πιο επιθετικός γινόταν" γράφει για το άγγιγμα του επάνω της στην αυτοβιογραφία της η 86χρονη εμβληματική ξανθιά του παλιού Χόλιγουντ αποκαλύπτει το κολαστήριο δίπλα από τον Χίτσκοκ.
Στο βιβλίο η Χέντρεν δεν φοβάται να μιλήσει ωμά για τα βασανιστήρια που έζησε επειδή αρνήθηκε το φλερτ και το ερωτικό κάλεσμα του σκηνοθέτη. Στις σελίδες του βιβλίου που κυκλοφορεί στις ΗΠΑ η Τίπι Χέντρεν αφηγείται μια έκφυλη, αρρωστημένη εμμονή του Χίτσκοκ στο πρόσωπο της.
Μιλάει για τις απαγορεύσεις που επέβαλλε ο σκηνοθέτης σε οποιονδήποτε στο σετ των γυρισμάτων ("δεν επέτρεπε να μου απευθύνει το λόγο κανένας"), για την προσπάθεια του να τη φιλήσει και σχεδόν να τη βιάσει μέσα στη λιμουζίνα του, για τη φυλακή μέσα στην οποία την είχε κλειδώσει.
Η Χέντρεν αναφέρεται με κάθε λεπτομέρεια στην ιδιότυπη, σαδιστική τιμωρία του Χίτσκοκ στο πρόσωπο της. Μια τιμωρία γεμάτη από τιτιβίσματα τρόμου. "Ήταν Δευτέρα πρωί και θα γυρίζαμε τη σκηνή όπου μου επιτίθεται τα πουλιά" γράφει. "Μου είχαν πει πως θα χρησιμοποιούσαμε τα μηχανικά πουλιά, αυτά που εμφανίζονται και σε όλη την υπόλοιπη ταινία. Ξαφνικά ο βοηθός σκηνοθέτη μας ανακοινώνει ότι θα χρησιμοποιηθούν αληθινά!"
"Για μία εβδομάδα κάναμε τα γυρίσματα με αληθινά πουλιά: γεράκια, γλάρους και περιστέρια. Ήταν εκεί και οι εκπαιδευτές, που ούρλιαζαν συνέχεια και κινούσαν τα πουλιά εναντίον μου. Στα διαλείμματα ο Χίτσκοκ εξαφανιζόταν. Δεν μπορούσα να τον πλησιάσω και κάθε μέρα η κατάσταση χειροτέρευε" γράφει η Χέντρεν. Τελικά όταν πλέον δεν άντεξε την πίεση και την τιμωρία η ηθοποιός, μούσα του Χίτσκοκ, ζήτησε να φύγει για μια εβδομάδα καθώς βρισκόταν στα όρια νευρικού κλονισμού.
Ματωμένη, σκισμένη από τα νύχια των πτηνών η Τίπι Χέντρεν κατέρρευσε, ξέσπασε σε λυγμούς και έπαθε υστερία. Στο βιβλίο της η Χέντρεν αναφέρεται σε ακόμη περισσότερες τιμωρίες. Αναφέρθηκε σε αυτά που έζησε στα γυρίσματα της ταινία Μάρνι, στην καμπάνια δυσφήμησης της, στα εμπόδια που έβαζε συνέχεια σετο "Κορίτσι" του για να μην φύγει ποτέ από τη σκιά του.
"Ήθελα να απαλλαγώ από αυτόν. Για δύο χρόνια δεν γύρισε ταινία αλλά με είχε δεσμεύσει με συμβόλαιο και δεν με άφηνε να συνεργαστώ με κανέναν άλλο σκηνοθέτη. Μου έδινε 600 δολάρια την εβδομάδα δίχως να κάνω τίποτα κι όποιος τον πλησίαζε για να με ζητήσει του έλεγε 'Δεν είναι διαθέσιμη'. Το 1964 είχαν κυκλοφορήσει φήμες ότι μπορεί να ήμουν υποψήφια για Οσκαρ για τη 'Μάρνι'. Ο Χίτσκοκ τα διέλυσε όλα. Δεν μου ανακοινώθηκε ποτέ υποψηφιότητα" γράφει.
Σταδιακά η Χέντρεν ξεχάστηκε. Χωρίς μια άλλη επιτυχία στο ενεργητικό της πέρα από αυτές που τη σκηνοθέτησε ο "εχθρός" της, η Χέντρεν αφοσιώθηκε στην οικογένεια της, την αγάπη της για τα άγρια ζώα και την προσπάθεια της να αφήσει τις πληγές του Χίτσκοκ πίσω της.
"Όταν πέθανε το 1980 πήγα στην κηδεία το αλλά δεν αισθάνθηκα την ανάγκη να φτύσω μέσα στον τάφο του. Είχα κάνει ό,τι έπρεπε για να ξεπεράσω την καταστροφή που μου προκάλεσε" γράφει το αρχέτυπο ηρωίδας του Άλφρεντ Χίτσκοκ. Του δεσμοφύλακα της ζωής της, τον άντρα που ίσως τελικά κυριολεκτούσε όταν έλεγε ότι "η δουλειά μου είναι οι εφιάλτες!"