Μπραντ Πιτ: Ο αλκοολισμός, το επώδυνο διαζύγιο και ο δρόμος προς την κάθαρση
Το «Ad Astra» του Τζέιμς Γκρέι που πρόσφατα έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο 76o Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας, είναι μια ταινία φαντασίας. Αλλά είναι και μια πολύ προσωπική ταινία, στην οποία ο Μπραντ ΠΙτ ήρθε αντιμέτωπος με τους δικούς του δαίμονες.
Ο 55χρονος πρωταγωνιστής, σταρ και παραγωγός έχει πολλά να πει: Για την απότομη εκτόξευσή του σε σταρ στα 90ς, το αν θεωρεί ότι έκανε καλές επιλογές στην καριέρα του, κι αν παραδέχεται ότι τα όμορφα αγόρια όμορφα καίγονται. Και τα είπε σε συνέντευξή του στους New York Times, μια συνέντευξη χειμαρώδη και ειλικρινή, μια δημόσια αυτοψυχανάλυση. Ο Πιτ στέκεται στο θέμα του αλκοολισμού του, ένα ζήτημα που σε όλο το θόρυβο του διαζυγίου του με την Αντζελίνα Τζολί, πέρασε στα ψιλά. Ο χωρισμός ήλθε όταν ένας -για πολλοστή φορά- τύφλα Πιτ σήκωσε χέρι στον πρωτότοκο Μάντοξ και η Τζολί τράβηξε αμετάκλητα την κόκκινη γραμμή.
«Μεγάλωσα σε μία οικογένεια στην οποία έπρεπε να ξεπερνάμε μόνοι μας κάθε δυσκολία. Και να την κρύβουμε. Επρεπε να είμαστε ικανοί, δυνατοί να μη δείχνουμε αδυναμία», λέει. Το διαζύγιο όμως τον έφερε αντιμέτωπο με τα σκοτάδια του. Κι ο Τζέιμς Γκρέι τον πέτυχε πάνω σε αυτή τη διαδικασία. Μία επώδυνη μοναχική διαδικασία που ο Πιτ διοχέτευσε στο ρόλο του. «Όλοι κουβαλάμε πόνο. Τραύμα. Απώλεια. Ξοδεύουμε τις ζωές μας προσπαθώντας να κρύψουμε αυτά τα κομμάτια μας. Αλλά αυτά είναι εκεί. Μέσα σου. Και κάποια στιγμή θα ανοίξεις τα κουτάκια», λέει.
Ο Πιτ ομολογεί ότι, για χρόνια, το ποτό ήταν ο τρόπος του να κοιμίζει τους δαίμονες. Μέχρι που η κόκκινη γραμμή της Αντζελίνα δεν άφησε περιθώρια. «Είχα ξεπεράσει κάθε όριο, οπότε έπρεπε να το κόψω μαχαίρι. Πέρασα 6 μήνες σε αποτοξίνωση και ακόμα πηγαίνω στα μίτινγκ των Ανώνυμων Αλκοολικών». Η εμπειρία του με τους υπόλοιπους συντρόφους του σε αυτή τη διαδικασία ήταν για τον Πιτ βαθιά συγκινητική και καθοριστική. «Το να βρίσκεσαι ανάμεσα σε άντρες που κάθονται σ' ένα κύκλο και σου ανοίγονται τόσο βαθιά, τόσο ειλικρινά ήταν κάτι που δεν είχα ξαναζήσει στη ζωή μου. Ένιωσα ασφαλής. Ήταν ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο κανείς δεν σε έκρινε, για αυτό δεν έκρινες κι εσύ τον εαυτό σου».
«Ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους βρήκα διέξοδο. Κάθαρση. Υπάρχει κάτι λυτρωτικό στο να βγάζεις και να αερίζεις τα χειρότερα κομμάτια του εαυτού σου. Έτσι βρίσκεις βάλσαμο και γιατρειά», καταλήγει.