ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ

Η μαγεία του κουκλοθεάτρου στο κέντρο της Αθήνας

Η μαγεία του κουκλοθεάτρου στο κέντρο της Αθήνας
ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η πρώτη μόνιμη έκθεση για κούκλες στην Ελλάδα άνοιξε τις πόρτες του πριν περίπου ένα μήνα, με τη συνεργασία των φοιτητών του Πάντειου Πανεπιστημίου και στεγάζεται στο Μεταξουργείο, στο Εργαστήρι Μαιρηβή. Κούκλες από την Αφρική, Κίνα, Ινδονησία, Μιανμάρ, Ινδία, Ελβετία, Ιταλία, Βουλγαρία, Τσεχία είτε μεμονωμένες, είτε με όλους τους ήρωες από παραστάσεις που έπαιξαν, περιμένουν τους επισκέπτες όλων των ηλικιών.

Με ακουστικά μπορεί κανείς να ακούσει και την αφήγηση των παραμυθιών. Επίσης υπάρχουν φιγούρες Καραγκιόζη και θέατρο σκιών από τη Μαλαισία και την Ινδονησία.

Εντυπωσιακή είναι η αναπαράσταση του εργαστηρίου κούκλας, όπου περιλαμβάνονται όλα τα στάδια κατασκευής. Παραδίπλα, προβάλλεται βίντεο, πώς φτιάχνονται οι φιγούρες στην Ιάβα της Ινδονησίας. Πλούσια είναι η βιβλιοθήκη με βιβλία και οπτικοακουστικό υλικό, ενώ στο ισόγειο φιλοξενούνται τα εργαστήρια για ενήλικες και παιδιά.

Η Μαιρηβή Γεωργιάδου ξεκίνησε πριν από είκοσι χρόνια στη Δεληγιώργη 33, στο Μεταξουργείο, σε μια σκηνή, που έχει, ακόμα, τις καλύτερες αναλογίες για κουκλοθέατρο σε όλη την Ελλάδα. Πλέον λειτουργεί και δεύτερη σκηνή στο ίδιο κτήριο, ενώ οι περισσότερες παραστάσεις δίνονται στον καινούργιο χώρο, Σαχτούρη 4 και Σαρρή στο Ψυρρή.

«Οι κουκλοπαίκτες είναι άνθρωποι-ορχήστρα, σχεδόν ταχυδακτυλουργοί. Εκτός από το να ζωντανεύουν τις κούκλες, τις φτιάχνουν, πατούν τα κουμπιά για τη μουσική, τα φώτα», περιγράφει η κ. Γεωργιάδου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Αυτό είναι το δυτικό μοντέλο, το οποίο ακολουθούν και στην Ελλάδα, όπου εργάζονται ένα-δυο άνθρωποι και τα κάνουν όλοι όλα. Μετά το τέλος της παράστασης, βγαίνουν οι κουκλοπαίχτες μπροστά από τη σκηνή και ο κόσμος τα χάνει «τόσοι λίγοι ήταν;» ρωτάει.

Αντίθετα, στις ανατολικές χώρες, συνεχίζει η κ. Γεωργιάδου, τα κουκλοθέατρα είναι πιο μεγάλα και απασχολούνται πάνω κάτω 17 άτομα, με διάφορες αρμοδιότητες. Άλλος σκαλίζει τις κούκλες, άλλος τις ντύνει, άλλοι είναι οι ηθοποιοί, κλπ.

Η ιστορία του κουκλοθέατρου χάνεται στα βάθη των αιώνων. Στην Ελλάδα έχουμε δυο παραδοσιακές φιγούρες: τον Καραγκιόζη, που ήρθε από την Τουρκία και τον Φασουλή, από την Ιταλία το 1870, ο οποίος συναντάται με διάφορα ονόματα σε όλο τον κόσμο (Κάσπερ, Πουλτσινέλα, Παντς κλπ). Στην έκθεση βλέπει κανείς δέκα διαφορετικές παραλλαγές του Φασουλή.

Μια τέχνη για όλες τις ηλικίες

Η τέχνη του κουκλοθέατρου μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα ήταν θέαμα αποκλειστικά για μεγάλους. Και σήμερα υπάρχουν παραστάσεις που απευθύνονται σε ενήλικες, απλώς στην Ελλάδα δεν είμαστε εξοικειωμένοι, παραμένει ένα θέαμα περισσότερο για παιδιά, αναφέρει η κ. Γεωργιάδου.

«Αν η παράσταση είναι καλή, με σκηνοθεσία, σενάριο, σκηνογραφία, μουσική επιμέλεια και σωστούς κουκλοπαίχτες οι γονείς περνούν εξίσου καλά με τα παιδιά», προσθέτει.

Σκοπός της έκθεσης είναι να ανατρέψει τη στερεοτυπική αντίληψη, ότι το κουκλοθέατρο απευθύνεται μόνο σε παιδικό κοινό, επιχειρώντας μια νέα προσέγγισή του ως καλλιτεχνικού είδους, το οποίο απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες.

Η συνεργασία με το Πάντειο

Την κατάλληλη στιγμή ήρθε η συνεργασία με τους τελειόφοιτους φοιτητές του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου με κατεύθυνση «Πολιτισμός και Πολιτιστική Διαχείριση». «Η ιδέα υπήρχε, το υλικό επίσης, ήρθε το Πάντειο και διαμορφώθηκε», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γεωργιάδου.

«Ήμαστε είκοσι άτομα και για τρεις μήνες κάναμε μόνο έρευνα, διαβάζαμε βιβλιογραφία, βλέπαμε παραστάσεις, δεν ξέραμε σχεδόν τίποτα για το κουκλοθέατρο πρωτύτερα», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Έλενα Ντότσα, από την ομάδα του Παντείου. «Τελικά, το αγαπήσαμε πολύ και νιώσαμε ότι η έκθεση πρέπει να γίνει μόνιμη. Δουλέψαμε δυο μήνες παραπάνω για να τα καταφέρουμε», συμπληρώνει.

Αυτήν την περίοδο διοργανώνεται το 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Κουκλοθέατρου και Αφήγησης στο Εργαστήρι Μαιρηβή, όπου κουκλοπαίκτες και παραμυθάδες από διαφορετικές γωνιές του κόσμου δίνουν παραστάσεις για μεγάλους και μικρούς και προσφέρουν εργαστήρια.

«Εμείς οι κουκλοπαίκτες μελετούμε συνεχώς τη δουλειά των συναδέλφων μας και μαθαίνουμε από τις τεχνικές τους. Και από αυτή την άποψη τα φεστιβάλ είναι πολύ σημαντικά», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γεωργιάδου.