ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Εύα Κοτανίδη: «Οποιαδήποτε μεταφορά βιβλίου στο θέατρο είναι πάντα ένα ρίσκο»

Η Εύα Κοτανίδη, ηθοποιός.

Νίκος Ραζής/CNN Greece

Η Εύα Κοτανίδη είναι μια από τις πιο ταλαντούχες και πολυδιάστατες ηθοποιούς της ελληνικής σκηνής. Με μια πορεία γεμάτη σημαντικούς ρόλους στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, έχει κερδίσει την εκτίμηση του κοινού και των κριτικών για την ερμηνευτική της δύναμη και την αφοσίωσή της στην τέχνη. Το CNN Greece μίλησε με την ηθοποιό και η ίδια μας εξήγησε πως προέκυψε η τελευταία της, πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση της.

Η Έυα Κοτανίδη είναι μία από τις πιο ταλαντούχες και αναγνωρίσιμες ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, με πλούσια πορεία που εκτείνεται σε περισσότερες από δύο δεκαετίες.

Γεννημένη με μια φυσική ικανότητα να ενσαρκώνει ποικίλους χαρακτήρες, η Έυα Κοτανίδη κατάφερε να κατακτήσει το κοινό τόσο για την υποκριτική της δεινότητα όσο και για την ερμηνευτική της αλήθεια. Από τις πρώτες της εμφανίσεις στην τηλεόραση και τον κινηματογράφο μέχρι τις σημαντικές παραστάσεις στο θέατρο, έχει αποδείξει ότι η τέχνη της δεν περιορίζεται μόνο στη σκηνή αλλά επεκτείνεται και στη σύνθετη και πολυδιάστατη προσωπικότητα που διαθέτει.

Η Εύα Κοτανίδη, ηθοποιός

Νίκος Ραζής/CNN Greece

Χαρακτηριστικό της είναι η ικανότητά της να ενσαρκώνει με ευχέρεια ποικίλους χαρακτήρες, αφήνοντας πάντα το προσωπικό της στίγμα. Πολλά χρόνια στο επάγγελμα του ηθοποιού η Εύα μας εξήγησε πως δεν είναι εύκολο να ζήσει κανείς μόνο από αυτό:

«Εύκολο δεν είναι σίγουρα, έχω υπάρξει πολλά χρόνια και σερβιτόρα και μπαργούμαν. Το να ζήσεις μόνο από το θέατρο είναι σχεδόν αδύνατο. Το να ζήσεις συνδυαστικά από το θέατρο και την τηλεόραση και διάφορα άλλα πράγματα, ναι είναι εφικτό.»

Στην παρούσα συνέντευξη που έδωσε για το CNN Greece, η Εύα Κοτανίδη ανοίγει την καρδιά της και μιλά για την πορεία της στο θέατρο και την υποκριτική, τις προκλήσεις και τις στιγμές που τη σημάδεψαν, καθώς και για τα μελλοντικά της σχέδια.

H τελευταία της παράσταση παίζεται στο θέατρο Γκλόρια και λέγεται «Αγαπητέ Μ@λάκα», μία διασκευή στο βιβλίο της γνωστής Γαλλίδας συγγραφέα Βιρζινί Ντεπάντ την οποία την μάθαμε από την τριλογία της «Βέρνον Σουμπουτέξ».

Από την παράσταση «Αγαπητέ Μαλάκα».

Η ίδια μας μίλησε για το έργο και επικεντρώθηκε στο πόσο πολύ οι θεατές ταυτίζονται με τους χαρακτήρες που βλέπουν πάνω στη σκηνή:

«Οι πάντες μπορούν να ταυτιστούν και επίσης όλων των ηλικιών οι άνθρωποι. Γιατί το λέω; Έχουν έρθει άνθρωποι 80 χρονών, γυναίκες πιο μεγάλες, που έχουν πάθει την πλάκα τους μιας και το έργο μιλάει για πράγματα που τα σκεφτόντουσαν σε όλη τους τη ζωή. Αφορά πολύ τους νέους ανθρώπους επίσης γιατί ακούν πως ήταν τα πράγματα παλαιότερα και τελικά πως έχουν φτάσει να είναι σήμερα, μαθαίνουν για την ιστορία πίσω από τα σημερινά φαινόμενα.»

Κόντρα σε κάθε πολιτική ορθότητα και χρησιμοποιώντας τη φόρμα του επιστολικού μυθιστορήματος, με πικρό χιούμορ και γοητευτική οργή, η Ντεπάντ κατέθεσε ένα μεταφεμινιστικό, πανκ ροκ βιβλίο όπου η πατριαρχία, οι ουσίες, το σινεμά, η λογοτεχνία, η διασημότητα, το σεξ, η θεραπεία, τα ψέματα, η μουσική, η φιλία και η μοναξιά ακτινογραφούνται με μια γλώσσα και μια πλοκή που γράφει στα παλιά της τα παπούτσια την πολιτική ορθότητα.

Το «Αγαπητέ Μαλάκα», προκλητικό, τρυφερό, οργίλο, ανατρεπτικά αγαπησιάρικο, ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα με την υπογραφή του Σωτήρη Καραμεσίνη και της Εύας Κοτανίδη, που κράτησε για τον εαυτό της τον ρόλο της Ρεμπέκα Λατέ.

Με την Εύα μιλήσαμε για τον ρόλο της, το πως βλέπει το ελληνικό θέατρο σήμερα, τι λογοτεχνία της αρέσει να διαβάζει και γιατί διάλεξε να γίνει ηθοποιός.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη με την Εύα Κοτανίδη:

Πόσο δύσκολο ήταν να μεταφέρεις ένα τόσο δυνατό και σύγχρονο λογοτεχνικό έργο στο θέατρο; Είναι μάλιστα παγκόσμια πρωτιά η διασκευή του.

Εύα Κοτανίδη: Οποιαδήποτε μεταφορά βιβλίου στο θέατρο είναι πάντα ένα ρίσκο γιατί ένα βιβλίο έχει άλλη ανάπτυξη, στο θέατρο πρέπει να φωτίσεις πιο πολύ την ιστορία, την ουσία, και να αναπτύξεις τους ήρωες γιατί στο θέατρο ο θεατής ταυτίζεται περισσότερο με τους χαρακτήρες. Εδώ είχαμε τρεις πολύ δυνατούς χαρακτήρες που μέσα στο βιβλίο είναι απολύτως απομονωμένοι. Η σχέση τους είναι επιστολική, στέλνουν emails ο ένας στον άλλο, και ο μόνος τρόπος να τους κάνεις να συνυπάρξουν μέσα στην μοναξιά του είναι να τους βάλεις πάνω σε μια σκηνή. Τόνισα τη μοναξιά τους επειδή τους τοποθέτησα πάνω στο σανίδι, συγχρόνως όμως έπρεπε να τους δώσω την δυνατότητα να συνυπάρξουν. Στην παράσταση βρίσκουμε δύο ανθρώπους που ξεκινούν να γράφουν ο ένας στον άλλο, στο βιβλίο είναι με email όπως είπα αλλά εμείς το κάναμε σαν chat. Αυτοί οι δύο άνθρωποι μιλάνε κυρίως για το θέμα της παρενόχλησης, από την καραντίνα και μετά, και που είναι τα όρια στην παρενόχληση, τι σημαίνει να παραβιάζεις τον προσωπικό χώρο ενός ανθρώπου και τι σημαίνει τελικά να το συνειδητοποιείς. Ζούμε σε ένα σύστημα που καλώς ή κακώς μας έχει κάνει να θεωρούμε πολλά πράγματα δεδομένα, άνδρες και γυναίκες, και η συγγραφέας εξετάζει τους λόγους για τους οποίους θεωρούμε τελικά δεδομένα κάποια πράγματα. Και τελικά το θέατρο ήταν κατάλληλο για να ειπωθούν όλα αυτά, γιατί το θέατρο είναι ένας τρόπος να δημιουργείς σκέψεις στους θεατές.

Η Εύα Κοτανίδη, ηθοποιός.

Νίκος Ραζής/CNN Greece

Εσένα πως σου ήρθε να το διασκευάσεις για το θέατρο;

Εύα Κοτανίδη: Διάβασα το βιβλίο και θεώρησα πολύ σημαντικό να γίνει τελικά θεατρική πράξη. Η Βιρζινι Ντεπάντ έχει ανέβει πολλές φορές στο θέατρο, αλλά το «Αγαπητέ Μαλάκα» είναι η παγκόσμια πρώτη η δική μας διασκευή κι αυτό είναι πολύ σημαντικό επίσης να το αναφέρουμε. Οι 300 σελίδες του βιβλίου έγιναν 35 σελίδες, συμπυκνωμένες. Είχε πάρα πολύ δουλειά για να γίνει αυτό φυσικά. Πέρα από την ιδέα, όταν φτάνεις στην πράξη να το κάνεις, είναι πολύ δύσκολο. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν είναι εύκολο να αποκρυσταλλώσεις την ουσία του βιβλίου χωρίς να λείπει κάτι αλλά την ίδια στιγμή να δημιουργήσεις θεατρική πράξη. Ειδικά για ένα βιβλίο που είναι ιντερνετική η δράση, δεν ήταν εύκολο τελικά να δημιουργήσουμε μία αλληλεπίδραση μεταξύ των χαρακτήρων πάνω στη σκηνή. Έτσι δημιουργήσαμε και σκηνές με τον Σωτήρη Καραμεσίνης που είναι ο σκηνοθέτης. Ήταν ένα εγχείρημα που είχε ρίσκο, αλλά το καλό είναι πως οι άνθρωποι που είχαν διαβάσει το βιβλίο μας είπαν πως δεν τους έλειψε τίποτα από την ουσία του.

Πώς μπορεί ένας σύγχρονος Έλληνας ή Ελληνίδα να ταυτιστεί με το έργο αυτό; Υπάρχουν εκφάνσεις που είναι δυνατόν να «κουμπώσουν» στην ελληνική πραγματικότητα;

Εύα Κοτανίδη: Οι πάντες μπορούν να ταυτιστούν και επίσης όλων των ηλικιών οι άνθρωποι. Γιατί το λέω; Έχουν έρθει άνθρωποι 80 χρονών, γυναίκες πιο μεγάλες, που έχουν πάθει την πλάκα τους μιας και το έργο μιλάει για πράγματα που τα σκεφτόντουσαν σε όλη τους τη ζωή. Αφορά πολύ τους νέους ανθρώπους επίσης γιατί ακούν πως ήταν τα πράγματα παλαιότερα και τελικά πως έχουν φτάσει να είναι σήμερα, μαθαίνουν για την ιστορία πίσω από τα σημερινά φαινόμενα. Γιατί οι άνδρες φτάνουν στο σημείο να «χάνουν» το όριο; Γιατί οι γυναίκες φτάνουν σε σημείο να είναι τόσο θυμωμένες; Τι έχει συμβεί; Το βιβλίο σχολιάζει το κοινωνικό σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε, και το ότι τελικά άνδρες και γυναίκες έχουν και οι δύο δίκιο. Η συγγραφέας παίρνει την πλευρά και των δύο φύλων. Το βιβλίο στη βάση του είναι χιουμοριστικό, είναι σαν λέει «αγαπητέ μου, μαζί σου, αλλά μήπως είσαι και λίγο μαλάκας τελικά;». Η συγγραφέας καταλαβαίνει και τον άνδρα, του δίνει το δικό του δίκιο σε όλα αυτά τελικά. Λέει ας πούμε ο ανδρικός ήρωας του έργου: «Εμείς δεν ξέραμε πόσο θυμωμένες ήταν οι γυναίκες, δεν ξέραμε ότι ήταν τόσο καταπιεσμένες». Και οι γυναίκες προκειμένου να επιβιώσουν μέσα στο σύστημα έπαιζαν το παιχνίδι με τον τρόπο τους αλλά τελικά αυτό το παιχνίδι δεν τους βγήκε σε καλό. Έπρεπε να το κάνουν για να επιβιώσουν σε κοινωνικό και επαγγελματικό πλαίσιο. Οι ίδιες οι γυναίκες δεν ξέρανε πως ήταν τελικά καταπιεσμένες. Και με το θέμα της παρενόχλησης υπάρχουν πολλές πλευρές, υπάρχει η αλήθεια αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που το έχουν εκμεταλλευτεί για δικό τους συμφέρον. Το βιβλίο σχολιάζει φυσικά και την μόδα του ίντερνετ και όλα όσα συμβαίνουν εκεί μέσα σε σχέση με την παρενόχληση.

Η Εύα Κοτανίδη, ηθοποιός.

Νίκος Ραζής/CNN Greece

Εσύ ως ηθοποιός που είσαι χρόνια στο χώρο, μπορεί τελικά ένας ηθοποιός να ζήσει από αυτό που κάνει στην Ελλάδα σήμερα;

Εύα Κοτανίδη: Εύκολο δεν είναι σίγουρα, έχω υπάρξει πολλά χρόνια και σερβιτόρα και μπαργούμαν. Το να ζήσεις μόνο από το θέατρο είναι σχεδόν αδύνατο. Το να ζήσεις συνδυαστικά από το θέατρο και την τηλεόραση και διάφορα άλλα πράγματα, ναι είναι εφικτό. Με πράγματα που βρίσκονται στην εμβέλεια της δουλειάς μας. Αλλά μόνο από το θέατρο είναι πραγματικά σχεδόν αδύνατον να ζήσεις. Έγινα ηθοποιός γιατί με έβαλε ο πατέρας μου κάπως, ήταν ηθοποιός και παιδί του ελεύθερου θεάτρου. Γνωστός ηθοποιός με πολλά χρόνια στο χώρο και πολύ αγαπητός. Από το 1970 έκανε τις δικές του δουλειές, κάναμε μαζί πολλές παραγωγές, κι έτσι έμαθα αν έχω ιδέες να μπαίνω στην διαδικασία να τις υλοποιήσω. Είναι ωραίο πράγμα να μπορείς να υλοποιείς τις ιδέες σου, να διαλέγεις εσύ τους ανθρώπους που θα συνεργαστείς.

Παραγωγή έκανες από την αρχή της καριέρας σου ή πιο μετά;

Εύα Κοτανίδη: Δεν έκανα από την αρχή παραγωγή, στη αρχή έψαχνα τα βήματα μου, να εμπλουτίσω τις δραστηριότητες μου. Έκανα θέατρο αλλά και τραγούδι, και γύρω στο 2004, πάλι με τον Σωτήρη Καραμεσίνη, κάναμε την πρώτη μας παραγωγή στο θέατρο και τώρα, είκοσι χρόνια μετά, είμαστε και πάλι συνεργάτες. Έχω κάνει όμως και δική μου παραγωγή, το 2021, ανέβασα μία παράσταση για την τραγουδίστρια Νταλιντά.

Ετοιμάζεις κάτι νέο;

Εύα Κοτανίδη: Συζητάω τηλεοπτικά πράγματα.αλλά ακόμη δεν έχω καταλήξει, θα κάνω και πάλι την Νταλιντά στο θέατρο, και θέλουμε να τρέξουμε κι άλλο το «Αγαπητέ Μαλάκα» γιατί θέλουμε να του δώσουμε λίγο παραπάνω αγάπη. Επίσης θέλω να κάνω και κάτι μουσικό, μιας και πολλά χρόνια τώρα τραγουδάω και έχω ένα σχήμα που λέγεται Eva and the Apples και παίζουμε ένα μίγμα ποπ τζαζ.

Από λογοτεχνία τι σου αρέσει να διαβάζεις;

Εύα Κοτανίδη: Ο πατέρας μου μου άφησε μια τεράστια βιβλιοθήκη. Παλιότερα διάβαζα πολύ θέατρο αλλά πλέον με έχει κουράσει λίγο και έχω επικεντρωθεί στα μυθιστορήματα και στα διηγήματα. ‘Εχω ένα αγαπημένο βιβλιοπωλείο, το Λεμόνι στο Θησείο, στο οποίο μου συστήνουν βιβλία κάθε φορά που πηγαίνω, τα τελευταία βιβλία που έχω διαβάσει είναι από Ιαπωνική λογοτεχνία. Το πιο πρόσφατο βιβλίο που διάβασα είναι του Μένη Κουμανταρέα, το «Βιοτεχνία Υαλικών».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης