Ανδρέας Μήτσου στο CNN Greece: Η γραφή είναι το καταφύγιο μου
Ανανεώθηκε:
Ο Ανδρέας Μήτσου, ένας από τους πιο διακεκριμένους συγγραφείς της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, μιλά στο CNN Greece για τις πηγές έμπνευσης του, τη σχέση του με τη γραφή και το παράδοξο στα έργα του.
Μέσα από τη συνέντευξή του, αποκαλύπτει πως η προσωπική του εμπειρία και η παρατήρηση της ανθρώπινης φύσης καθοδηγούν τη δημιουργία των χαρακτήρων του και τη θεματολογία των βιβλίων του, που αγγίζουν διαχρονικά κοινωνικά και υπαρξιακά ζητήματα.
Ο Ανδρέας Μήτσου είναι ένας σημαντικός Έλληνας συγγραφέας, γνωστός για την πλούσια και πολυδιάστατη λογοτεχνική του παραγωγή.
Γεννήθηκε το 1947 στην Αθήνα και σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Βρεθήκαμε με τον Ανδρέα Μήτσου στο κέντρο της Αθήνας και ο ίδιος μας ξενάγησε στα «μυστικά» της συγγραφικής του τέχνης.
Είχε την ευγένεια και τη διάθεση να μας εξηγήσει πώς μπορεί κάποιος να έχει γράψει παραπάνω από 20 βιβλία αλλά ακόμα να συνεχίζει να αγαπάει τις λέξεις τόσο πολύ όσο αυτός.
Η συγγραφική του πορεία περιλαμβάνει μυθιστορήματα, διηγήματα και δοκίμια, στα οποία καταπιάνεται με τις υπαρξιακές ανησυχίες, την ανθρώπινη μοναξιά και τη σχέση με την κοινωνία. Τα έργα του διακρίνονται για το λεπτό ύφος, τη βαθιά ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων και τη φιλοσοφική διάθεση. Έχει τιμηθεί με αρκετά λογοτεχνικά βραβεία, συμπεριλαμβανομένου του Κρατικού Βραβείου Μυθιστορήματος.
Έχει αφήσει το δικό του ανεξίτηλο στίγμα στη νεοελληνική λογοτεχνία.
Το ιδιαίτερο ύφος του και η ικανότητά του να σκιαγραφεί περίπλοκους χαρακτήρες έχουν κερδίσει την εκτίμηση των κριτικών και των αναγνωστών. Με αφορμή την πλούσια λογοτεχνική του διαδρομή και το διαχρονικό ενδιαφέρον που προκαλούν τα έργα του, συζητάμε μαζί του για τις πηγές της έμπνευσής του, τις λογοτεχνικές του ανησυχίες και τη ματιά του στη σύγχρονη κοινωνία.
Το τελευταίο του βιβλίο με διηγήματα, «Ο Καουμπόης του Αλίμου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτης.
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη με τον Ανδρέα Μήτσου:
Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε στο γράψιμο; Ποια ήταν η πρώτη σπίθα;
Ανδρέας Μήτσου: Είναι δύσκολο, όσο και επικίνδυνο, να σκαλίζεις αυτά τα πράγματα. Ως τώρα απέδιδα την έφεσή μου στο γράψιμο, όπως ομολογώ και σε παλαιότερο διήγημά μου («Η Αμερικάνικη Βοήθεια»), στη διαπίστωσή μου πως το ψέμα είναι η ωραιότερη εκδοχή της αλήθειας, αφού μεταλλάσσει θετικά την πραγματικότητα και την καθιστά περισσότερο ανεκτή και συμπονετική –τουλάχιστον έως ότου, και αν ποτέ, αυτό εκπέσει. Μέχρι τότε όμως, το ψέμα συνιστά μια απόλυτη αλήθεια. (Ως μαθητής του Δημοτικού, έγραφα ευχαριστήριες επιστολές σε Αμερικανούς «νονούς», όσους είχαν υιοθετήσει ορφανά του Εμφυλίου, στα πλαίσια της βοήθειας της UΝRA, υποκαθιστώντας διάφορες αναλφάβητες χήρες. Κατάπληκτος έβλεπα πως όσο απίστευτα ήταν τα αποκυήματα της παιδικής φαντασίας μου, όσο πιο ασύστολα τα ψεύδη μου, τόσο πλουσιότερα τα δώρα που αυτές, οι χήρες του Εμφυλίου, λάμβαναν).
Το παρθενικό, όμως, το προσωπικό μου γραπτό, ήταν στην Α’ Γυμνασίου, στην Αμφιλοχία, όταν ο ανάλγητος φιλόλογος ανάγκασε τον πατέρα μου να κατακάψει σε μεγάλη φωτιά, στην αυλή του σπιτιού, όλα τα λογοτεχνικά βιβλία μου, επειδή τα θεώρησε υπεύθυνα για την κακή επίδοσή μου στα μαθήματα. Αυτή η μεγάλη φωτιά στην αυλή, άναψε και τη δική μου «σπίθα». Ήθελα να εκδικηθώ τον καθηγητή, να πυρπολήσω την χυδαία πραγματικότητα, με την οποία με επαπειλούσε.
Μπορεί, παρ’ όλα αυτά, και να ήθελα, από τόσο μικρός, να ξορκίσω άγνωστες ενοχές που με κατατρύχουν, ενοχές που δεν έχω ακόμη αναγνωρίσει. Γι’ αυτό μάλλον συνεχίζω να γράφω, για να πιάσω τον εαυτό μου «στα πράσα». Τώρα, το ποιον εν τέλει θα εκδικηθώ, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Μιλήστε μας λίγο για το νέο σας βιβλίο «Ο Καουμπόης του Αλίμου».
Ανδρέας Μήτσου: Έλεγα πάντα στα μαθήματα Δημιουργικής Γραφής, στο Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, στο Πανεπιστήμιο και όπου αλλού δίδαξα, «πως το έργο Τέχνης δε λέει, είναι». Μια ερμηνεία, επομένως, ως ένας ακόμα αναγνώστης, κι ο ελάχιστα αμερόληπτος, επιχειρεί ο συγγραφέας του. Και βλέπει βέβαια ο καθένας, ό,τι μπορεί, ό,τι είναι σε θέση να δει.
Στα 19 διηγήματα του «Καουμπόη του Αλίμου», πασχίζω να αντικρύσω καθαρά τον εαυτό μου σε όλη τη διαδρομή της ζωής μου, για να κατανοήσω και να διαχειριστώ την σημερινή πραγματικότητά μου. Κεντρίζω λοιπόν, με βουκέντρα μου τη γραφή, καθώς μνημορραγώ, ένα επώδυνο βίωμα που βρίσκεται επιμελώς θαμμένο, εν γνώσει της επικινδυνότητας της αφύπνισής του. Πιστεύω πως έχω το αντίδοτο να καταστείλω την πιθανή εξέγερση παλιών ενοχών με το να τις συγκροτώ αμέσως σε ιστορίες που με βολεύουν και με παρηγορούν, που με αθωώνουν.
Τα διηγήματα του «Καουμπόη του Αλίμου» αλιεύονται από τα βάθη, από τα σκοτάδια μου και συνιστούν, θέλω να πιστεύω, συγκινητικές αφηγήσεις, οι οποίες αφορούν και σε άλλους. Γιατί εάν εγώ συγκινηθώ, αφού στεγνώσει το κείμενο και το διαβάσω ως ξένο αμέτρητες φορές, τότε πιστεύω ότι θα αποπλανήσω και κάποιον άλλον, ότι θα αμαυλίσω τον προσδοκώμενο αναγνώστη στον κόσμο μου, γιατί θα αισθανθεί πως ο κόσμος μου, είναι και ο δικός του κόσμος.
Το ομότιτλο μάλιστα διήγημα, αποτυπώνει την καθημερινή βία που εισπράττει ο καθένας μας στον αστικό χώρο, είτε το έχει συνείδηση, είτε όχι. Ο ήρωάς μου γίνεται ο καουμπόης που εκδικείται. Ο συγγραφέας μόνον αυτόν τον τρόπο έχει να αποφεύγει την άμεση εμπλοκή του με τη πραγματικότητα που τον περιβάλει: τη γραφή του. Αυτήν την πραγματικότητα εμμονικά επιχειρεί να καταργήσει και να μεταλλάξει γράφοντας.
Είναι συγκινητικές και γνήσιες όλες οι διηγήσεις του «Καουμπόη του Αλίμου», αφού, να φανταστείτε, κι εγώ τις διαβάζω και χαμογελώ. Πικρά.
Πώς βλέπετε τον εκδοτικό κόσμο στην Ελλάδα; Βγαίνουν αρκετά βιβλία;
Ανδρέας Μήτσου: Ένας κατακλυσμός βιβλίων πλημμυρίζει πλέον την αγορά. Αμέτρητα τα βότσαλα στην παραλία. Όσοι όμως βαδίζουν πλάι στη θάλασσα με το κεφάλι κάτω και ψάχνουν, θα βρουν εκείνο το βοτσαλάκι που θα τους κάνει να αφήσουν χαρούμενη κραυγή έκπληξης, θα σκύψουν τότε να το περισυλλέξουν για να το τοποθετήσουν στη βιβλιοθήκη. Στις δύσκολες ώρες τους, θα το πάρουν στα χέρια, θα το φτύνουν λιγάκι και θα το γυαλίζουν μετά επίμονα, μέχρι να καθρεφτιστούν πάνω σ’ αυτό.
Η ευτέλεια που χαρακτηρίζει πλέον το λογοτεχνικό τοπίο, δεν μας αφορά.
Από που αντλείτε την έμπνευσή σας συνήθως;
Ανδρέας Μήτσου: Απ’ ό,τι μου γίνεται βίωμα, ό,τι μπορώ κάποια στιγμή να διακρίνω, να δω, έξω ή μέσα μου.
Ένας περιπατητής ο δημιουργός, καταδικασμένος να ψάχνει όλη την ώρα, να παρατηρεί. Δεν γράφω ενσυνείδητα με προθέσεις, με απώτερες επιδιώξεις και σκοπιμότητες, δεν θέλω να βελτιώσω κανέναν, ούτε να καταδείξω το δίκιο των πραγμάτων, γιατί πιστεύω πως το δίκιο έχει υποκειμενικό μέτρο και θέαση. Φροντίζω, πάντως, να κρατώ μια συμπόνια για τον κόσμο και ετούτην ελπίζω να αποτυπώνω, να εκθέτω, στο μέτρο των δυνατοτήτων και της ενσυναίσθησής μου.
Τέτοια είναι η δική μου δράση. Εάν είναι αυθεντική και «καθαρή» η ενδοσκόπηση και παρατήρησή μου, τότε αποκτά ουσιαστική δυναμική και ενέργεια, τότε εμπεριέχει, αφορά και στους άλλους.
Ποιοι συγγραφείς σας έχουν επηρεάσει;
Ανδρέας Μήτσου: Αρκετοί. Άλλοι πολύ, άλλοι λιγότερο. Δεν θέλω να τους κατονομάσω. Μου φαίνεται σαν να απιστώ σε άλλους αγαπημένους. Δυστυχώς για μένα, διαβάζω όλη την ώρα. Οι συγγραφείς είναι ο κόσμος μου. Ό,τι χρόνος περισσεύει από το διάβασμα, αυτή ίσως να είναι η αληθινή, λεγόμενη ζωή μου.
Διερωτώμαι τώρα, μήπως ο ουσιώδης, παραγωγικός χρόνος μου είναι μόνο το διάβασμα. Δεν θέλω, όμως, να το ψάξω περισσότερο, είναι τόσο επικίνδυνο να το διαπιστώσω, να το παραδεχτώ.
Τι συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο συγγραφέα σήμερα;
Ανδρέας Μήτσου: Να κλέβει χρόνο και να τον φυλάει πολύ προσεκτικά, όπως το πιο πολύτιμο κλοπιμαίο.
Μπορεί κανείς να ζήσει από τα βιβλία σήμερα; Μοιάζει πολύ δύσκολο.
Ανδρέας Μήτσου: Ελάχιστες είναι πλέον οι πωλήσεις λογοτεχνικών, τουλάχιστον, βιβλίων. Όσο πιο εύπεπτο ένα προϊόν, τόσο πιο ευπώλητο. Εξάλλου, ποιος συγγραφέας γράφει για να ζήσει, με οικονομικούς όρους; Γράφει όμως, κυριολεκτικά, για να ζήσει, αλλιώς δεν είναι συγγραφέας.
Πώς βλέπετε τη λογοτεχνία στην Ελλάδα; Ποιοι Έλληνες συγγραφείς σας αρέσουν;
Ανδρέας Μήτσου: Υπάρχουν Έλληνες συγγραφείς που αγαπώ, παλαιότεροι ως επί το πλείστον, αλλά και μερικοί νεότεροι. Δεν θέλω να γίνω αφοριστικός μιλώντας για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία σε συλλογικό επίπεδο. Δεν το βρίσκω ευγενικό, καθώς εμπλέκομαι και ο ίδιος.
Ετοιμάζετε κάτι νέο;
Ανδρέας Μήτσου: Καταφεύγω στη γραφή, ή καλύτερα, η γραφή είναι η σπηλιά, το καταφύγιό μου. Ξεπηδά, αναπάντεχα και απαιτητική, μια παλιά ενοχή που μυρίζει κάπνα. Μια νέα λύπη απρόβλεπτη, κι εγώ πρέπει να την κουλαντρίσω, να την μεταμορφώσω σε ιστορία, αν θέλω να σωθώ. Την παίρνω μετά την ιστορία μου, πολύ προσεκτικά στα χέρια μου, γιατί είναι εύθραυστη, την χτενίζω με τρυφερότητα, την πλένω και την ξεσπυρίζω, την καθαρίζω από τα κατακάθια, έτσι όπως έκανε η μάνα μου τη φακή, σιγοψιθυρίζοντας ένα τραγούδι λυπημένο. Τότε θα την προσφέρω έτοιμη προς βρώσιν.
Εάν η «ιστορία» μου θα πάρει την έκταση ενός διηγήματος, μιας νουβέλας ή ενός μυθιστορήματος, δεν εξαρτάται από εμένα, αφ’ εαυτής περιδινίζεται, όσο να λάβει σχήμα, μορφή.
Έχω έτοιμη, προς έκδοση, μια νουβέλα που αγαπώ ιδιαίτερα. Με ταλανίζει ακόμα, πολύν καιρό τώρα, ένα μυθιστόρημα, που άλλοτε νιώθω πως καταφέρνω και το ρίχνω στο χώμα, αλλά συχνότερα εκείνο με πατά ανάσκελα στη γη, με το βαρύ πέλμα του πάνω στο στήθος μου.
Βλέπετε ο καθένας, φυλακισμένος στο δικό του στρατόπεδο συγκέντρωσης, με το δικό του τρόπο να κυνηγά τον εαυτό του, για να τον πιάσει και να του ζητήσει εξηγήσεις, να τον βάλει να του απολογηθεί και να του δικαιολογηθεί. Με λίγα λόγια, ή με πολλά.
Έχω εκδώσει ως τώρα 20 βιβλία, 10 συλλογές διηγημάτων, 2 νουβέλες και 8 μυθιστορήματα. Απεγνωσμένες κραυγές του Ταρζάν στην απέραντη ζούγκλα, σε μια Τζέην, που δεν μπορεί μάλλον ν’ ακούσει γιατί κοιμάται ύπνο βαθύ.