ΠΡΟΣΩΠΑ

Ναμίμπια, Αρκτική, άγρια ζωή: Ο φωτογράφος Πάνος Λασκαράκης εξομολογείται τις περιπέτειές του

Ναμίμπια, Αρκτική, άγρια ζωή: Ο φωτογράφος Πάνος Λασκαράκης εξομολογείται τις περιπέτειές του

Ο φωτογράφος Πάνος Λασκαράκης έχει βρεθεί πολλές φορές κοντά σε άγρια ζώα, αλλά η ομορφιά τους ήταν αρκετή ώστε να ξεχάσει τον φόβο του. Έχει ταξιδέψει στον Αμαζόνιο, τη Ναμίμπια, την Αρκτική και έχει αποτυπώσει με τον φακό του υπέροχες εικόνες. Μιλά για τα περιπετειώδη ταξίδια του με πάθος και περιγράφει τις στιγμές εκείνες που τον έχουν σημαδέψει. 

«Όταν φωτογραφίζεις ένα άγριο ζώο στη φύση, η ομορφιά του είναι μεγαλύτερη από τον φόβο σου. Όταν είσαι πολύ κοντά, νιώθεις την ίδια τη δύναμη του ζώου. Το δε βλέμμα του αιλουροειδούς, σε αφήνει άναυδο. Κάποια στιγμή φωτογράφιζα ένα λιοντάρι από απόσταση ενός μέτρου. Δεν ένιωθα ότι κινδύνευα, γιατί ήμουν μέσα σε τζιπ. Παρόλα αυτά, όταν έστρεψε το βλέμμα του πάνω μου, δεν μπόρεσα, χαμήλωσα το δικό μου, δεν μπορούσα να το κοιτάξω κατάματα. Το έβλεπα και σκεφτόμουν «ναι, είσαι ο βασιλιάς». Δεν έχω αισθανθεί ποτέ φόβο φωτογραφίζοντας άγρια ζώα... Συγκίνηση όμως, ναι, κάθε φορά. Όσες φορές και να το κάνεις, κάθε φορά είναι διαφορετική και θα μείνεις με το στόμα ανοιχτό, θα φωτογραφίσεις με το ίδιο πάθος και το πάθος είναι το παν όταν κάνεις κάτι τέτοιο...».

Αυτά λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο 46χρονος φωτογράφος, που έχει μόνιμη βάση τα Ιωάννινα, και εξηγεί πως δεν είναι μόνο τα μεγάλα αρπακτικά που σε συναρπάζουν σε ένα τέτοιο περιβάλλον... Είναι και οι ήχοι και οι μυρωδιές.

«Στην Ινδία, για παράδειγμα, οι ήχοι του δάσους είναι μια συνεχής μελωδία. Στην Αφρική ακούς μεν το λιοντάρι το βράδυ και νιώθεις ότι είναι δίπλα σου και θα ρίξει το lodge (κατάλυμα), αλλά στην Ινδία ολόκληρο το δάσος πάλλεται από ήχους... Πώς μυρίζει η ζούγκλα; Υπέροχα. Και μπορεί ανά χιλιόμετρο να έχει διαφορετική μυρωδιά. Επίσης αλλάζει ανά εποχή. Άλλη ζούγκλα βλέπεις, ακούς και μυρίζεις το καλοκαίρι, άλλη τον χειμώνα, άλλη την άνοιξη κι άλλη το φθινόπωρο, άλλα ζώα, άλλα φυτά, άλλοι ήχοι, άλλες μυρωδιές».

Πέραν των τοπίων και των άγριων ζώων, έχει φωτογραφίσει και ανθρώπους, διάφορες φυλές και φύλα, έθιμα και παραδόσεις, από τους Κωδωνοφόρους της Δράμας «με την περπατησιά και τη στάση των 300 ετών», ως τους Μασάι στην Κένυα ή τους Χίμπα, που με τα σώματά τους βαμμένα κόκκινα και τα μαλλιά τους περίτεχνα φτιαγμένα, «κρύβονται» στη βόρεια Ναμίμπια, προσπαθώντας να μείνουν μακριά από τις σειρήνες του δυτικού πολιτισμού, παρότι γοητευμένοι ταξιδιώτες συρρέουν από όλο τον κόσμο για να τους δουν.

«Το πιο σημαντικό πράγμα που έμαθα φωτογραφίζοντας ανθρώπους είναι πόσο ίδιοι είμαστε όλοι. Οι άνθρωποι κάτω από τις στολές των κωδωνοφόρων στη Δράμα και οι Μασάι έχουν τις ίδιες θλίψεις και βασικές ανάγκες, συχνά ακόμη και το ίδιο χιούμορ, όσο περίεργο και αν ακούγεται αυτό, θα σε «πειράξουν» για τα ίδια πράγματα. Οι Μασάι βέβαια είναι πιο αθώοι σε σχέση με εμάς στη Δύση και δεν ζητούν ανταλλάγματα, για να κάνουν κάτι για εσένα. Αν πεις σε κάποιον από αυτούς, σε παρακαλώ ανέβα στο βουνό και φέρε μου «εκείνο», γιατί το έχω ανάγκη, δεν πρόκειται να σου πει όχι -και δεν θα ζητήσει λεφτά για να το κάνει», υπογραμμίζει ο Πάνος Λασκαράκης.

«Εντυπωσιακή είναι και η φυλή των Χίμπα στην περιοχή Kunene στη Ναμίμπια, όπου οι γυναίκες βάφουν το πρόσωπα και το κορμί τους κόκκινο και φτιάχνουν τα μαλλιά τους με εντυπωσιακό τρόπο. Η κόκκινη χρωστική λέγεται «otjize» και προέρχεται από τον κόκκινο πηλό της ερήμου, που παίρνει αυτό το χρώμα από την οξείδωση του σιδήρου, κάτι που σημαίνει ότι η έρημος είναι πολύ παλιά. Όταν πρωτοαντικρίζεις αυτούς τους κόκκινους ανθρώπους να ξεμυτίζουν σε μια περιοχή, όπου έχεις πετάξει δύο ώρες με το αεροπλάνο για να βρεθείς, δεν το πιστεύεις», λέει.

Ερωτηθείς πάντως τι είναι το εντυπωσιακότερο που έχει φωτογραφίσει ποτέ γύρω από τον άνθρωπο ...μένει Ελλάδα. «Το πιο εντυπωσιακό που έχω φωτογραφήσει σε αυτό το είδος, θεωρώ πως βρίσκεται στην Ελλάδα, είναι οι κωδωνοφόροι στη Δράμα. Οι στολές τους είναι ηλικίας 300 χρόνων, ακόμη και ο τρόπος που περπατούν και στέκονται, έρχεται κι αυτός από τις προηγούμενες γενιές, δηλαδή και η ίδια η στάση και η περπατησιά τους είναι ηλικίας 300 ετών! Δεν τους φωτογράφισα μέσα στην πόλη ή στα χωριά, καθώς εκεί πολλά παραδοσιακά σπίτια έχουν γκρεμιστεί και δεν ήθελα να έχω για φόντο πολυκατοικίες. Οπότε τους ζήτησα να πάμε για τη φωτογράφηση μέσα στο δάσος του Φαλακρού και χιόνιζε κιόλας!» θυμάται ο Πάνος Λασκαράκης.

ΚωδωνοφόροιΔράμαΠάνοςΛασκαράκης1

ΑΠΕ-ΜΠΕ/Πάνος Λασκαράκης

Η Αφρική έχει τη δύναμη να σου αλλάξει τη ζωή

«Η Αφρική έχει τη δύναμη να σου αλλάζει τη ζωή», διαπιστώνει. «Όπου και αν έχω ταξιδέψει, αυτό δεν το έχω ξανανιώσει. Αλλάζεις διάθεση με το που κατεβαίνεις από το αεροπλάνο και πατάς στο έδαφος. Ίσως είναι το φως, ίσως είναι η σκόνη που δίνει μια ιδιαίτερη εικόνα, ίσως οι άνθρωποι και το χαμόγελό τους, ίσως όλη αυτή η ομορφιά του τοπίου και της άγριας ζωής, δεν ξέρω τι ακριβώς είναι, αλλά νιώθεις πως έχει τη δύναμη να σου αλλάξει τη ζωή», σημειώνει.

Κατά τον ίδιο, η πιο όμορφη χώρα του κόσμου, από άποψη φυσικού τοπίου, είναι η Ναμίμπια. «Εκεί βλέπεις τα πιο σεληνιακά τοπία στον κόσμο. Δεν είναι απλά ένα όμορφο τοπίο, είναι λες και κάποιος το έχει ζωγραφίσει, με στόχο να μαγέψει το μάτι. Οι εναλλαγές είναι τόσο πολλές, το τοπίο τόσο όμορφα περίεργο. Σκέψου ότι υπάρχει μια έρημος μεγαλύτερη σε έκταση από την Ελλάδα, η Namib, που «πέφτει» στον Ατλαντικό Ωκεανό και μοιάζει με τεράστια παραλία, με αμμόλοφους ύψους άνω των 400 μέτρων, από τους μεγαλύτερους και εντυπωσιακότερους του κόσμου. Είναι κάτι πέρα από κάθε φαντασία. Όλη η αφρικανική άγρια ζωή περπατάει πάνω σε αμμόλοφους και αρχαία τοπία και δίπλα σε όλα αυτά ρέει το ποτάμι Kuiseb και γύρω από το ποτάμι η ζωή».

Ερωτώμενος, πόσο εύκολο είναι αλήθεια για έναν φωτογράφο, ιδίως γεννημένο στη Μεσόγειο, να φωτογραφίσει μέσα στο απέραντο, αδιάκοπο λευκό της Αρκτικής, τόνισε: «H Αρκτική... Είναι πολύ δύσκολο τοπίο για να φωτογραφίσεις, αλλά ταυτόχρονα είναι και από τα ομορφότερα που υπάρχουν».

Κάθε επαγγελματίας ζει τις έντονες στιγμές του, το ίδιο και ο Πάνος Λασκαράκης. Μια από αυτές την έζησε στη Μποτσουάνα, στο Δέλτα του ποταμού Okavango, ο οποίος έχει την ιδιομορφία ότι δεν χύνεται στη θάλασσα, αλλά πέφτει στη μεγαλύτερη έρημο της Νότιας Αφρικής, την Καλαχάρι, σπέρνοντας παντού τη ζωή και συντηρώντας την.

«Φωτογράφιζα δύο λιοντάρια, κοντά στο ηλιοβασίλεμα, κι εκεί που δεν το περίμενα, ήρθε ένα κοπάδι με βουβάλια και τα λιοντάρια κυνήγησαν μπροστά μου. Αργότερα, το βράδυ, η δράση συνεχίστηκε, ήρθαν οι ύαινες και πήραν το θήραμα από τα λιοντάρια. Όλο αυτό ήταν πολύ έντονο! Δεν είχαν δει τέτοια δράση ούτε οι οδηγοί μας, που βρίσκονται καθημερινά εκεί. Αυτό συνέβη στη Μποτσουάνα, στο Okavango Delta, κι ήταν μια από τις πιο έντονες στιγμές μου ως φωτογράφου».

SerengetiNationalParkTanzania

ΑΠΕ-ΜΠΕ/Πάνος Λασκαράκης

Από φαρμακοποιός, φωτογράφος

Ο Πάνος Λασκαράκης γεννήθηκε το 1973 την Αθήνα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Φαρμακευτική Σχολή Αθηνών. Σήμερα ζει στα Ιωάννινα όπου και εργάζεται ως φαρμακοποιός από το 2002, διατηρώντας φαρμακείο. Οι πρώτες φωτογραφικές εμπειρίες του έλαβαν χώρα το 2005 και με γρήγορους ρυθμούς εξελίχθηκαν σε ένα φωτογραφικό ντόμινο σε διάφορα μέρη του πλανήτη όπως η Αρκτική, τα εθνικά πάρκα της Βόρειας Αμερικής της Αφρικής, της Ευρώπης και της Ελλάδας.

«Κάποτε ήμουν μόνο ταξιδιώτης, αλλά βρήκα την ευτυχία με τη φωτογραφία. Η φύση είναι μια πολυτέλεια, ό,τι πιο πολυτελές υπάρχει και με τη φωτογραφία μπήκα μέσα στη φύση», λέει και προσθέτει ότι δεν κρατάει τα τρία μικρά παιδιά του έξω από αυτά τα ταξίδια. «Για τα παιδιά ένα τέτοιο ταξίδι είναι σαν παιδική χαρά και ταυτόχρονα το ταξίδι είναι μόρφωση, τα τρία παιδιά μου είναι ήδη μορφωμένα από αυτή την άποψη. Όσο για το φαρμακείο ήταν το όνειρό μου. Επικοινωνείς με τον κόσμο, βοηθάς τον κόσμο, αλλά ήμουν πάντα ταξιδιώτης. Κάποια στιγμή, στην Κένυα, ανακάλυψα ότι τραβώντας φωτογραφίες έπαιρνα μαζί μου κάτι πίσω από κάθε ταξίδι. Κι έτσι ξεκίνησε αυτή η διαδρομή» σημειώνει.

Ταυτόχρονα ο Πάνος Λασκαράκης διοργανώνει ταξίδια στις περιοχές που επισκέπτεται ως φωτογράφος. «Προσπαθώ, όπως και στη φωτογραφία, να οργανώνω κάτι διαφορετικό και στα ταξίδια. Κοιτάζω να είναι μοναδική η τοποθεσία και πηγαίνω εκεί που πηγαίνουν το National Geographic και το BBC, συχνά τους συναντάμε δίπλα μας. Eίναι δέκα με δεκαπέντε μέρες πολύ διαφορετικές, που ο καθένας αξίζει να τις ζήσει. Το κλειδί για το σαφάρι είναι να έχεις καλό οδηγό, με έναν καλό οδηγό μπορείς να δεις 300 ζώα, εκεί που με έναν άλλο οδηγό θα δεις 10. Τα ταξίδια είναι συνήθως το πολύ για έξι-εννέα άτομα, συνήθως τρία- τέσσερα. Είναι άνθρωποι κάθε ηλικίας και κάθε ασχολίας, φωτογράφοι, άλλοι επαγγελματίες, οικογένειες, μικρά παιδιά αλλά και μεγαλύτεροι άνθρωποι, καποτε είχα ταξιδιώτη 75 ετών» λέει.

Ένα από τα τελευταία ταξίδια του Πάνου Λασκαράκη, τον έφερε και στον φλεγόμενο Αμαζόνιο, τον Αύγουστο.

«Δεν περίμενα ότι υπάρχει τέτοιο δάσος... Σε κάθε σου βήμα είναι χιλιάδες τα είδη, έντομα, ερπετά, λουλούδια, θηλαστικά, τόσο συγκεντρωμένα και διαφορετικά. Σε 1 τετραγωνικό χιλιόμετρο στην Ελλάδα, πόσα είδη θα δεις, δεκάδες; Στο 1 τετραγωνικό χιλιόμετρο στον Αμαζόνιο θα δεις χιλιάδες. Κι εκεί, στο δάσος του Αμαζονίου, οι ήχοι είναι φοβεροί...Αν έκανα κάτι τώρα για τον Αμαζόνιο, θα έπαιρνα τις καλύτερες φωτογραφίες που τράβηξα πριν τη μεγάλη πυρκαγιά και φωτογραφίες από το ίδιο σημείο μετά και θα έλεγα «δείτε τι κάνουμε», αυτά δεν θα ξαναγίνουν δάση. Ποτέ. Μπορεί εμείς τώρα να το καταλάβαμε, με τις μεγάλες φετινές πυρκαγιές, αλλά οι φωτιές στον Αμαζόνιο δεν σταματάνε ποτέ. Ο Αμαζόνιος συνέχεια καίγεται».