Ψάχνουν μέτρα και αντίμετρα - Δύσκολη η συμφωνία
Οι εντατικές διαβουλεύσεις, παρά την επιθυμία πολλών παραγόντων, δεν φαίνεται να ολοκληρώνονται άμεσα και με θετικά αποτελέσματα ενώ την επόμενη βδομάδα οι θεσμοί, σε κάθε περίπτωση, αναχωρούν από την Αθήνα. Το Μαξίμου, όπως και όλοι οι εμπλεκόμενοι υπουργοί καθώς και στελέχη της κυβέρνησης, θέλουν και αναζητούν τρόπους όπως λένε να τελειώσει γρήγορα η αξιολόγηση προκειμένου να υπάρχουν ελπίδες για να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Το ίδιο και αρκετοί ευρωπαίοι.
Όμως σύμφωνα με κορυφαίο στέλεχος που γνωρίζει εκ των έσω την πορεία των διαπραγαντεύσεων στον δρόμο για το... QE υπάρχουν, σημαντικά εμπόδια:
Πρώτον, τα μέτρα ύψους 2% του ΑΕΠ, δηλαδή, 3,6 δισ. ευρώ. Αυτά θα προέλθουν από τη μείωση του αφορολόγητου (θα φτάσει, περίπου, τις 6.000 ευρώ) και από την περικοπή των συντάξεων. Η κυβέρνηση ελπίζει να μειωθεί το 2% σε 1,8% καθώς το ΔΝΤ δέχθηκε να ενσωματώσει στις αναλύσεις του και τα τελευταία οικονομικά στοιχεία της χώρας.
´Ετος έναρξης των περικοπών το 2019 για αφορολόγητο και το 2020 για τις συντάξεις. Η διαφωνία έγκειται στο ότι η κυβέρνηση ζητά σταδιακή μείωση των συντάξεων, μέσα σε μια 5ετία με το ΔΝΤ να το απορρίπτει. Μεγαλύτερο αγκάθι για το οποίο δεν υπάρχει τελική συμφωνία είναι το ύψος του αφορολόγητου και το ύψος των μειώσεων στις συντάξεις.
Δεύτερον, υπάρχει εμπλοκή που όμως δεν μοιάζει αξεπέραστη ως προς τα ισοδύναμα θετικά μέτρα. Το ΔΝΤ θέλει να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στον καθορισμό τους για να είναι αναπτυξιακά (π.χ. μείωση φορολογίας επιχειρήσεων), ενώ η κυβέρνηση θέλει να τα κατευθύνει προς τις κοινωνικές ομάδες και κυρίως τους χαμηλοσυνταξιούχους που θα πληγούν από τις μείωσεις σε αφορολόγητο και συντάξεις . Γι' αυτό και προτείνει μείωση του ΦΠΑ στην ενέργεια, στα φάρμακα, στα τρόφιμα πρώτης ανάγκης και, βέβαια, στον ΕΝΦΙΑ.
Τρίτον, εμπλοκή φαίνεται να υπάρχει και σε μια σειρά "περιφερειακά" θέματα, κυρίως, όμως στο θέμα της ενέργειας. Οι θεσμοί ζητούν η ΔΕΗ να μην έχει την πλειοψηφία στην αγορά ενέργειας και επαναφέρουν το παλιό τους σχέδιο που είναι η πώληση παγίων της επιχείρησης (λιγνιτικές μονάδες, υδροηλεκτρικά, κ.λπ.). Η κυβέρνηση που, δεν ήθελε και δεν θέλει να πουλήσει ούτε τμήμα της ΔΕΗ, προσπάθησε να ξεπεράσει το όλο ζήτημα με τους διαγωνισμούς ηλεκτρικής ενέργειας -πουλούσε, δηλαδή, ενέργεια σε ιδιώτες. Όμως οι διαγωνισμοί δεν έχουν αποδώσει ακόμη με αποτέλεσμα οι θεσμοί να απαιτούν να καθοριστεί εδώ και τώρα το plan B που δεν είναι άλλο από το αρχικό σχέδιο: ήτοι να αποδεχτεί η κυβέρνηση την πώληση παραγωγικών δυνάμεων της ΔΕΗ, κόντρα στις σαφείς προεκλογικές δεσμεύσεις της.
Τέταρτον η ακύρωση της συμφωνίας με τους Αζέρους της Socar, που θα αγόραζαν το 66% της ΔΕΣΦΑ (και άρα θα έμενε στο δημόσιο το 34%) δημιουργεί νέα προβλήματα καθώς οι θεσμοί θα πρέπει να δεχτούν ότι θα γίνει νέος διαγωνισμός και θα πουληθεί το 66% της ΔΕΣΦΑ και να καθορισθούν ορισμένες εγγυήσεις.
Δύσκολα, λοιπόν, εξηγεί ο κορυφαίος κυβερνητικός παράγοντας θα προλάβει να κλείσει η αξιολόγηση έως τις 20 Μαρτίου. Και, βέβαια, εκτός από τους απρόβλεπτους παράγοντες υπάρχουν και παράγοντες που προβλέπονται, πλην, όμως, δεν αντιμετωπίζονται εύκολα. Όπως, για παράδειγμα, το πιο λογικό είναι στις 20 Μαρτίου ο Γ. Ντάισελμπλουμ να μην είναι υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας -η συντριβή του στις εκλογές της 15ης Μαρτίου θεωρείται αναμενόμενη. Θα εξακολουθήσει βέβαια να είναι πρόεδρος του Eurogroup, για ένα διάστημα, όμως πως θα δέχεται να αναλαμβάνει σοβαρές δεσμεύσεις;