ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Πόσο πιθανή είναι μια ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ - Το τουρκικό βέτο και τα «παζάρια» Eρντογάν

Από την άτυπη συνάντηση του Κ. Μητσοτάκη, με τον Ν. Χριστοδουλίδη, τον Ρ.Τ. Ερντογάν και τον Έντι Ράμα στο περιθώριο της  Συνόδου της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στη Βουδαπέστη την Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024.

Χ/letymbiotis

Το σχέδιο του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη να προωθήσει την ένταξη της Κύπρου στην Νατοϊκή οικογένεια έχει προκαλέσει ήδη αντιδράσεις από την πλευρά της Άγκυρας.

Πηγές του Υπουργείου Άμυνας της Τουρκίας χαρακτηρίζουν μία τέτοια εξέλιξη απαράδεκτη και προειδοποιούν πως η «πρωτοβουλία αυτή θα διαταράξει τη λεπτή ισορροπία στο Κυπριακό και θα επηρεάσει αρνητικά τις διαπραγματευτικές διαδικασίες για λύση».

Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ παραμένει εξαιρετικά δύσκολη και αυτό συνδέεται άμεσα με την αντίθεση της Τουρκίας που ως μέλος του ΝΑΤΟ, έχει το δικαίωμα βέτο, τονίζει στο CNN Greece η Δικηγόρος-Διεθνολόγος και Διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, υπογραμμίζοντας πώς η γείτονα θεωρεί την Κύπρο στρατηγικά σημαντική για την άσκηση επιρροής στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και για την εξυπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων.

Η Τουρκία επιμένει να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και αυτό αποτελεί από μόνο του ένα εμπόδιο αλλά ενισχύει την πάγια θέση της Άγκυρας περί λύσης δύο κρατών στο Κυπριακό.

Αναμενόμενη η αντίδραση της Άγκυρας

Μόνο έκπληξη δεν προκάλεσε το «όχι» της Άγκυρας για πιθανή ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και αυτό γιατί σύμφωνα με τη Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη μία τέτοια εξέλιξη θα ενίσχυε τη διεθνή θέση της, καθιστώντας την πιο στενά συνδεδεμένη με τη Δύση. Η Τουρκία επίσης φοβάται ότι με την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, «θα ενισχυθεί η θέση της Ελλάδας στην περιοχή, γεγονός που δεν εξυπηρετεί τα στρατηγικά συμφέροντα της Άγκυρας».

Ιστορικά, η Τουρκία έχει αποδείξει ότι χρησιμοποιεί το βέτο της στο ΝΑΤΟ όχι μόνο για να διασφαλίσει τα εθνικά της συμφέροντα, αλλά και για να διατηρήσει την Κύπρο σε κατάσταση γεωπολιτικής απομόνωσης, αναφέρει η δικηγόρος και διεθνολόγος.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η τουρκική αντίθεση στην ένταξη της Κύπρου στο πρόγραμμα Partnership for Peace, γεγονός που αποδεικνύει ότι η στρατηγική της περιλαμβάνει ενεργές προσπάθειες αποτροπής οποιασδήποτε ενίσχυσης του ρόλου της Κύπρου σε διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς και ιδίως αυτούς που σχετίζονται με τη Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Κατά την Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ακολουθεί την συγκεκριμένη στρατηγική, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να συνδυάσει την αμφιθυμία της στις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ με την αυξανόμενη ανεξαρτησία της εξωτερικής της πολιτικής, όπως η συνεργασία της με τη Ρωσία και το αίτημα της για ένταξή στους BRICS.

H Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη Δικηγόρος-Διεθνολόγος και Διδάσκουσα στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς

Τα οφέλη για το ΝΑΤΟ από μια ένταξη της Κύπρου

Ωστόσο, στο «κάδρο» μπαίνει και η παρούσα γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή, με την γενικότερη αστάθεια στη Μέση Ανατολή και κυρίως τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, όπου υπογραμμίζεται η ανάγκη για μεγαλύτερη ασφάλεια και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, βρίσκεται στο σταυροδρόμι μιας εξαιρετικά ασταθούς περιοχής και συνεπώς όπως εξηγεί η κ. Αλιγιζάκη, «η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προσφέρει στη Συμμαχία μια σταθερή βάση στην περιοχή για την αντιμετώπιση των συνεπειών της αστάθειας, όπως η διαχείριση προσφυγικών ροών, η παρακολούθηση της μετακίνησης εξτρεμιστικών στοιχείων και κυρίως η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Κύπρου και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου και η επακόλουθη απεξάρτηση της από τους Ρώσους».

Σε αυτό το πλαίσιο εξηγεί πως η Τουρκία προσπαθεί να βάλει «φρένο» στην συγκεκριμένη εξέλιξη, καθώς βλέπει τον εαυτό της ως κύριο διαμεσολαβητή στις κρίσεις της Μέσης Ανατολής ενώ χρησιμοποιεί την επιρροή της στο ΝΑΤΟ για να εδραιώσει τη δική της θέση στην περιοχή εκτοπίζοντας τους δυνάμει αντιπάλους της.

Άλλωστε, ο στόχος της κυπριακής κυβέρνησης παραμένει η ενίσχυση της αμυντικής αποτρεπτικής ικανότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσα από τη στρατηγική συνεργασία με χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία και η εναρμόνιση με τα πρότυπα και τις διαδικασίες διεθνών οργανισμών όπως το ΝΑΤΟ, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της κυπριακής κυβέρνησης, Κωνσταντίνο Λετυμπιώτη.

Κατά τη Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα ενίσχυε την αποτρεπτική της ικανότητα απέναντι σε εξωτερικές απειλές, κυρίως από την Τουρκία, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη της Συμμαχίας και ενισχύοντας τη σταθερότητα στην περιοχή. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει ότι η παρουσία ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στην Κύπρο όχι μόνο θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την Τουρκία, αλλά παράλληλα θα ενίσχυε τη διεθνή αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντισταθμίζοντας την τουρκική άρνηση αναγνώρισής της.

Τα «παζάρια» Ερντογάν

Υπενθυμίζεται πώς ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βασίζει την πολιτική του στα τουρκικά ... παζάρια, κάτι που συνέβη και με την περίπτωση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ που κατέληξε σε «θρίλερ», με την Τουρκία να αφήνει μέχρι και την τελευταία στιγμή ανοιχτό το ενδεχόμενο να ασκήσει βέτο.

Πριν την αναχώρησή του από την Κωνσταντινούπολη για τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, μιλώντας στους δημοσιογράφους, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι η Σουηδία θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ μόνο εάν οι Βρυξέλλες ανοίξουν το δρόμο για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με το μπλοκ.

Μια πιθανή απαίτηση υποστηρίζει η δικηγόρος και διεθνολόγος θα μπορούσε να είναι η αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ξεχωριστής κρατικής οντότητας, γεγονός που θα ενίσχυε τη θέση της Τουρκίας για μια διχοτομική λύση στο Κυπριακό. Αυτό θα προσέφερε, όπως υπογραμμίζει, τη δυνατότητα στην Τουρκία να εδραιώσει τη στρατηγική της παρουσία στη βόρεια Κύπρο και να αποκτήσει πλήρη έλεγχο επί των εκεί πολιτικών εξελίξεων.

Επιπρόσθετα, η Άγκυρα θα επιδίωκε τη συμμετοχή της στις ενεργειακές δραστηριότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ, καθώς θεωρεί την Ανατολική Μεσόγειο κρίσιμη για τα δικά της συμφέροντα.

«Χωρίς αμφιβολία, τέτοιες μαξιμαλιστικές απαιτήσεις υπονομεύουν τη διεθνή νομιμότητα και επιδεινώνουν τις γεωπολιτικές εντάσεις» με την τουρκική πολιτική να προσθέτει ένα ακόμα επίπεδο αβεβαιότητας σε μια ήδη ταραγμένη περιοχή ναρκοθετώντας τα συλλογικά συμφέροντα του ΝΑΤΟ για να διασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντά της, εξηγεί η διεθνολόγος.

Ολόκληρη η συνέντευξη της Δρ. Ασπασίας Αλιγιζάκη

Πόσο πιθανή είναι η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ τη στιγμή που η Τουρκία προβάλει αντιστάσεις;

Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ παραμένει εξαιρετικά δύσκολη και αυτό συνδέεται άμεσα με την αντίθεση της Τουρκίας που ως μέλος του ΝΑΤΟ, έχει το δικαίωμα βέτο. Η Τουρκία θεωρεί την Κύπρο στρατηγικά σημαντική για την άσκηση επιρροής στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και για την εξυπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων. Επίσης, επιμένει να μην αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία και θεωρεί ότι η ένταξη της στο ΝΑΤΟ θα ενίσχυε τη διεθνή θέση της, καθιστώντας την πιο στενά συνδεδεμένη με τη Δύση. Η Τουρκία επίσης φοβάται ότι με την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, θα ενισχυθεί η θέση της Ελλάδας στην περιοχή, γεγονός που δεν εξυπηρετεί τα στρατηγικά συμφέροντα της Άγκυρας.

Ιστορικά, η Τουρκία έχει αποδείξει ότι χρησιμοποιεί το βέτο της στο ΝΑΤΟ όχι μόνο για να διασφαλίσει τα εθνικά της συμφέροντα, αλλά και για να διατηρήσει την Κύπρο σε κατάσταση γεωπολιτικής απομόνωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αντίθεση της στην ένταξη της Κύπρου στο πρόγραμμα Partnership for Peace, γεγονός που αποδεικνύει ότι η στρατηγική της περιλαμβάνει ενεργές προσπάθειες αποτροπής οποιασδήποτε ενίσχυσης του ρόλου της Κύπρου σε διεθνείς θεσμούς και οργανισμούς και ιδίως αυτούς που σχετίζονται με τη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Αυτή η τουρκική στρατηγική συνεχίζεται μέχρι σήμερα, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να συνδυάσει την αμφιθυμία της στις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ με την αυξανόμενη ανεξαρτησία της εξωτερικής της πολιτικής, όπως η συνεργασία της με τη Ρωσία και το αίτημα της για ένταξή στους BRICS.

Η παρούσα γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή, με την γενικότερη αστάθεια στη Μέση Ανατολή και κυρίως τον πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, υπογραμμίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη ασφάλεια και σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, βρίσκεται στο σταυροδρόμι μιας εξαιρετικά ασταθούς περιοχής. Η αστάθεια στη Μέση Ανατολή επηρεάζει άμεσα τη στρατηγική σημασία του νησιού για τη Δύση, καθιστώντας το έναν κρίσιμο παράγοντα για την αντιμετώπιση των γεωπολιτικών προκλήσεων.

Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προσφέρει στη Συμμαχία μια σταθερή βάση στην περιοχή για την αντιμετώπιση των συνεπειών της αστάθειας, όπως η διαχείριση προσφυγικών ροών, η παρακολούθηση της μετακίνησης εξτρεμιστικών στοιχείων και κυρίως η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Κύπρου και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου και η επακόλουθη απεξάρτηση της από τους Ρώσους.

Ωστόσο, η Τουρκία, η οποία βλέπει τον εαυτό της ως κύριο διαμεσολαβητή στις κρίσεις της Μέσης Ανατολής, χρησιμοποιεί την επιρροή της στο ΝΑΤΟ για να εδραιώσει τη δική της θέση στην περιοχή εκτοπίζοντας τους δυνάμει αντιπάλους της. Η στάση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στην Κύπρο, αλλά επηρεάζει ευρύτερα την ικανότητα της Συμμαχίας να ενεργήσει συλλογικά και αποτελεσματικά.

Η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αναδεικνύει τη σημασία της Κύπρου ως στρατηγικού συμμάχου, όχι μόνο για την ενεργειακή ασφάλεια αλλά και για τη σταθεροποίηση μιας ευαίσθητης περιοχής. Ωστόσο, η επιμονή της Τουρκίας να εκμεταλλεύεται το βέτο της για να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα, αντί να στηρίζει τη συλλογική ασφάλεια, δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία της ως συμμάχου. Και αυτό πρέπει να το έχουν υπ’ όψιν οι ΗΠΑ και οι νατοϊκοί σύμμαχοι: αντί να αποτελεί έναν σταθεροποιητικό παράγοντα, η τουρκική πολιτική προσθέτει ένα ακόμα επίπεδο αβεβαιότητας σε μια ήδη ταραγμένη περιοχή ναρκοθετώντας τα συλλογικά συμφέροντα του ΝΑΤΟ για να διασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντά της.

Εκτιμάτε πώς μπορεί να επαναληφθούν τα «τουρκικά παζάρια» όπως έγινε και στην περίπτωση της Σουηδίας;

Η Τουρκία έχει αναγάγει τα "παζάρια" σε κύριο εργαλείο της εξωτερικής της πολιτικής, αξιοποιώντας τα ως μέσο πίεσης για την προώθηση των γεωπολιτικών της συμφερόντων. Η προσέγγισή της δεν βασίζεται σε σταθερούς κανόνες, αλλά σε μια διαρκή αναδιαπραγμάτευση όρων, που θυμίζει περισσότερο τακτική «αγοράς» παρά συνεκτική, φερέγγυα διπλωματία. Αυτό το μοτίβο φάνηκε ξεκάθαρα στην περίπτωση της Σουηδίας, όπου η Τουρκία χρησιμοποίησε το δικαίωμα βέτο στο ΝΑΤΟ για να επιβάλει όρους που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τα δικά της συμφέροντα. Παρόμοια τακτική εφαρμόζεται και στη διαχρονική αντίθεσή της στην ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, με στόχο τη διατήρηση της στρατηγικής της θέσης στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ωστόσο, αυτή η πολιτική γεννά έντονη δυσπιστία. Αντί να λειτουργεί ως αξιόπιστος εταίρος που στηρίζει τη σταθερότητα της Συμμαχίας, η Τουρκία επιλέγει συχνά να χειραγωγεί τις διαδικασίες, καθυστερώντας κρίσιμες αποφάσεις για ίδιον όφελος. Το "παζάρι" μπορεί να φέρει βραχυπρόθεσμα κέρδη, αλλά εντείνει την αβεβαιότητα και υπονομεύει τη συνοχή των διεθνών συνεργασιών.Την καθιστά, κατ’ επέκταση, αφερέγγυα και αναξιόπιστη σύνομιλητή και σύμμαχο.

Εν γένει, μακροπρόθεσμα, αυτή η τακτική ενδέχεται να αποδειχθεί επιζήμια, καθώς η υπερβολική εργαλειοποίηση του ρόλου της στο ΝΑΤΟ μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εμπιστοσύνης από τους εταίρους. Η γεωπολιτική δεν είναι ένα αέναο "παζάρι"· απαιτεί σταθερότητα, συνέπεια και σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές της συνεργασίας.

Ποια μπορεί να είναι η «απαίτηση» του Τούρκου Προέδρου προκειμένου να πει το «ναι» από τη στιγμή που δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία;

Η Τουρκία, μη αναγνωρίζοντας την Κυπριακή Δημοκρατία, είναι εξαιρετικά απίθανο να συμφωνήσει στην ένταξή της στο ΝΑΤΟ χωρίς την επίτευξη σημαντικών στρατηγικών ανταλλαγμάτων που να εξυπηρετούν τα δικά της γεωπολιτικά συμφέροντα. Μια πιθανή απαίτηση θα μπορούσε να είναι η αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ξεχωριστής κρατικής οντότητας, γεγονός που θα ενίσχυε τη θέση της Τουρκίας για μια διχοτομική λύση στο Κυπριακό. Αυτό θα προσέφερε στην Τουρκία τη δυνατότητα να εδραιώσει τη στρατηγική της παρουσία στη βόρεια Κύπρο και να αποκτήσει πλήρη έλεγχο επί των εκεί πολιτικών εξελίξεων.

Επιπρόσθετα, η Άγκυρα θα επιδίωκε τη συμμετοχή της στις ενεργειακές δραστηριότητες της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΑΟΖ, καθώς θεωρεί την Ανατολική Μεσόγειο κρίσιμη για τα δικά της συμφέροντα. Η Τουρκία, μέσω της αμφισβήτησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου, προσπαθεί να ελέγξει την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων της περιοχής, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου η ενεργειακή ασφάλεια συνδέεται άμεσα με τη γεωπολιτική σταθερότητα. Σημειωτέον η Τουρκία όντας ήδη σημαντικός ενεργειακός κόμβος για την μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω αφενός του Turkish Stream(μεταφέρει ρωσικό φυσικό αέριο) και του TANAP-TAP(μεταφέρει αζέρικο αέριο) θέλει να εμβαθύνει το ρόλο της στο ενεργειακό εμπόριο συμμετέχοντας ενεργά στα νέα ενεργειακά σχέδια που εκπονούνται και υλοποιούνται στην Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο γενικότερα. Η πρόθεση της είναι να «εργαλειοποιήσει» την ενέργεια για να αναβαθμιστεί όχι μόνο οικονομικά αλλά και γεωπολιτικά καθώς όντας παραγωγός ή έστω «μεταφορέας» ενεργειακών πόρων, ο ενεργειακός εφοδιασμός άλλων κρατών θα εξαρτάται από αυτήν.

Η στάση αυτή συνδέεται και με την ευρύτερη στρατηγική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, ειδικά υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, όπως η αστάθεια στη Μέση Ανατολή και ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς. Η Τουρκία επιδιώκει να εμφανίζεται ως βασικός παίκτης στη διαχείριση των κρίσεων της περιοχής, ενισχύοντας τη διπλωματική της θέση απέναντι στη Δύση. Το βέτο της για την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ αποτελεί ένα από τα βασικά διαπραγματευτικά της όπλα, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να πιέσει τις ΗΠΑ και τους συμμάχους να αποδεχθούν την αναβάθμιση της γεωπολιτικής της θέσης.

Ιστορικά παραδείγματα, όπως η στάση της γείτονα στις συνομιλίες στο Κραν Μοντανά το 2017, υπογραμμίζουν πώς η Τουρκία επιδιώκει να αξιοποιεί την αβεβαιότητα στο Κυπριακό για την προώθηση των συμφερόντων της. Παρόμοια τακτική ακολούθησε όταν εμπόδισε την ένταξη της Κύπρου στο πρόγραμμα Partnership for Peace, ενισχύοντας την επιμονή της ότι καμία στρατιωτική συνεργασία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς μια λύση του Κυπριακού που δεν την βρίσκει σύμφωνη.

Χωρίς αμφιβολία, τέτοιες μαξιμαλιστικές απαιτήσεις υπονομεύουν τη διεθνή νομιμότητα και επιδεινώνουν τις γεωπολιτικές εντάσεις. Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν να συνεχίσουν να εργάζονται συντονισμένα, προβάλλοντας τις αρχές του διεθνούς δικαίου, της εθνικής κυριαρχίας και της συλλογικής ασφάλειας, ενώ παράλληλα να ενισχύουν τις στρατηγικές τους σχέσεις με τη Δύση για να αντιμετωπίσουν τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας.

Ποια είναι τα οφέλη από την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ;

Η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προσφέρει σημαντικά οφέλη τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ελλάδα, ενισχύοντας την ασφάλεια και τη γεωπολιτική τους θέση Ως μέλος του ΝΑΤΟ, η Κύπρος θα καλυπτόταν από το Άρθρο 5 της Συμμαχίας, που ορίζει ότι επίθεση σε ένα μέλος θεωρείται επίθεση σε όλα. Αυτό θα ενίσχυε την αίσθηση ασφάλειας απέναντι σε απειλές, ιδιαίτερα από την Τουρκία. Επί παραδείγματι, η ένταξη της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας στο ΝΑΤΟ το λειτούργησε ως ασπίδα απέναντι σε ενδεχόμενες ρωσικές απειλές σε βάρος τους.Για την Κύπρο, λοιπόν, η ένταξη θα ενίσχυε την αποτρεπτική της ικανότητα απέναντι σε εξωτερικές απειλές, κυρίως από την Τουρκία, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη της Συμμαχίας και ενισχύοντας τη σταθερότητα στην περιοχή.

Πιο συγκεκριμένα, η παρουσία ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στην Κύπρο όχι μόνο θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την Τουρκία αλλά παράλληλα θα ενίσχυε τη διεθνή αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντισταθμίζοντας την τουρκική άρνηση αναγνώρισής της. Επιπλέον, η ένταξη στο ΝΑΤΟ θα έδινε στην Κύπρο τη δυνατότητα να αξιοποιήσει τα ενεργειακά της κοιτάσματα με ασφάλεια, ενισχύοντας την οικονομική της θέση και προσελκύοντας μεγάλες επενδύσεις, ειδικά στους τομείς της ενέργειας και της ναυτιλίας.

Για την Ελλάδα, η ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα προσέφερε γεωπολιτική αναβάθμιση, ενισχύοντας τη συνεργασία με την Κύπρο στο πλαίσιο της Συμμαχίας και ενοποιώντας τις θέσεις τους σε θέματα ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα θα μπορούσε να αξιοποιήσει την ένταξη για να περιορίσει την τουρκική επεκτατικότητα, χρησιμοποιώντας τους μηχανισμούς του ΝΑΤΟ στους οποίους πλέον θα είχε έναν αδελφο-σύμμαχο για να πιέσει την Τουρκία και να περιορίσει τις μονομερείς διεκδικήσεις της. Παράλληλα, η ένταξη της Κύπρου θα ενίσχυε τον άξονα συνεργασίας Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ-Αιγύπτου, προσφέροντας ισχυρότερη στρατηγική σταθερότητα στην περιοχή, ιδιαίτερα στα θέματα ενεργειακής ασφάλειας και άμυνας. Εν γένει, η Ελλάδα θα μπορούσε να προωθήσειευχερέστερα τις θέσεις της, εδραιώνοντας την παρουσία της στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο και ενισχύοντας τη διπλωματική της θέση στην περιοχή.

Τέλος πρέπει να τονιστεί ότι όφελος από την ένταξη θα είχε και η ΕΕ στο σύνολό της και για αυτό κατά τη γνώμη μου πρέπει να την στηρίξει. Συγκεκριμένα, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι μέλος της ΕΕ από το 2004, και αυτό ενισχύει τη θέση της στη διεθνή σκηνή. Ωστόσο, η μη ένταξή της στο ΝΑΤΟ έχει δημιουργήσει ένα παράδοξο: είναι μέλος της ΕΕ αλλά όχι του ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα να υπάρχουν περιορισμοί στη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ. Η Τουρκία, που είναι μέλος του ΝΑΤΟ αλλά όχι της ΕΕ, μπλοκάρει συχνά τη συμμετοχή της Κύπρου σε στρατιωτικές και αμυντικές αποφάσεις που απαιτούν συνεργασία των δύο οργανισμών και θα οδηγούσαν σε κοινό όφελος. Συνεπώς η συμμετοχή της Κύπρου στο ΝΑΤΟ θα δυνάμωνε την ΕΕ αποδυναμώνοντας την διαπραγματευτική δύναμη της Τουρκίας που χρησιμοποιεί σταθερά τη διπλωματία του βέτο για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

× Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης