Γεωργιάδης: Πολύ ισχυρές οι σχέσεις Ελλάδας και Γαλλίας
Η Ελλάδα θα καταγράψει για τρίτη συνεχή χρονιά ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων, εκτίμησε ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Ελλάδα θα καταγράψει τρίτη συνεχή χρονιά απόλυτο ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων και αυτό δίνει τον τόνο των πολύ ισχυρών εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, τόνισε άρτι αφιχθείς στο Παρίσι από τη Νέα Υόρκη, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης μιλώντας στις εργασίες του επιχειρηματικού - επενδυτικού Φόρουμ του Ελληνογαλλικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου «Συνεργασία Ελλάδας – Γαλλίας 2.0: Επενδύοντας στο μέλλον», που πραγματοποιείται στη γαλλική πρωτεύουσα.
«Η Ελλάδα το 2021 είχε το ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων της ιστορίας μας. Το 2022 έχουμε δεύτερο συνεχόμενο ρεκόρ, έχουμε πάει καλύτερα από το 2021. Το 2023, με τα ήδη εγκεκριμένα σχέδια από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και από τη Διϋπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων, είναι σχεδόν βέβαιο, αν όχι μαθηματικά βέβαιο, ότι θα έχουμε τρίτη συνεχή χρονιά με απόλυτο ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα. Πολλές από αυτές είναι από τη Γαλλία, και ειδικότερα στον τουρισμό, στα logistics και στα λιμάνια και σε άλλες περιοχές. Αυτό δίνει τον τόνο των πολύ ισχυρών εμπορικών και οικονομικών διμερών σχέσεων» διαμήνυσε συγκεκριμένα ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Εκφράζοντας τη βούληση της Ελλάδας για ακόμα περισσότερες ξένες επενδύσεις από τη Γαλλία, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Γιατί αν δεν πάμε στους καλύτερους μας φίλους για να παρουσιάσουμε τα καλά μας οικονομικά αποτελέσματα, τα οποία άλλωστε έγιναν με τη δική τους βοήθεια, για να ζητήσουμε τώρα την εμβάθυνση και την επιτάχυνση της μεταξύ μας συνεργασίας, πού αλλού θα πάμε». Κάνοντας επίκληση του ιστορικού συνθήματος «Ελλάς-Γαλλία, Συμμαχία», ο Άδωνις Γεωργιάδης είπε πως η Γαλλία και οι ΗΠΑ είναι οι μόνες δύο χώρες με τις οποίες η Ελλάδα δεν έχει βρεθεί ποτέ σε αντίπαλο στρατόπεδο σε οποιαδήποτε είδους σύγκρουση. «Η Ελλάδα και η Γαλλία βρέθηκαν πάντοτε στο ίδιο στρατόπεδο και αυτό σκοπεύουμε να κάνουμε και στο μέλλον» υπογράμμισε με σαφήνεια.
Εστιάζοντας στις οικονομικές και στις εμπορικές σχέσεις, τόνισε πως είναι ανθηρές, αλλά μπορούν να γίνουν εξαιρετικά πιο ανθηρές τα επόμενα χρόνια. Σημείωσε τα τρία χρόνια από το προηγούμενο ελληνογαλλικό φόρουμ, που έγινε πριν από την πανδημία, «οι σχέσεις Ελλάδας και Γαλλίας παραμένουν πολύ ενεργές, ίσως καλύτερες παρά ποτέ» σε όλα τα επίπεδα και όχι μόνο στην αμυντική συνεργασία.
Εν συνεχεία, σκιαγράφησε τις φετινές οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας κάνοντας λόγο πως η χώρα επιτυγχάνει για πρώτη φορά στην ιστορία της τριπλό ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων, τουριστικών εισπράξεων και εξαγωγών. Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές, επισήμανε πως πριν από 4 ημέρες η Ελλάδα ξεπέρασε τα 50 δισ. ευρώ εξαγωγές που είναι οι υψηλότερες στην ιστορία της και σε ποσοστό του ΑΕΠ πάνω από 20%. «Αυτό μας καθιστά μία από τις χώρες στις οποίες η αναλογία εξαγωγών ΑΕΠ είναι μία από τις καλύτερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση» υπογράμμισε.
Αναφερθείς στην ανάπτυξη που καταγράφει η Ελλάδα το 2022, τόνισε πως θα είναι άνω από 6%, «έναν από τους πιο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης σε όλη την Ευρωζώνη», σημειώνοντας πως είναι η δεύτερη εξαιρετική χρονιά μετά το 8,1% του 2021. «Δεν έχουμε απλώς επιστρέψει σε επίπεδα προπανδημίας, αλλά έχουμε ξεπεράσει κατά πολύ πια το 2019» επισήμανε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ως έναν από τους πάρα πολλούς τομείς στους οποίους η Ελλάδα έχει καταγράψει πολύ μεγάλη πρόοδο. «Αυτά τα 3,5 χρόνια η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει κατορθώσει επιταχύνοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό όλες τις διαδικασίες αδειοδότησης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες, να προχωρήσει σε τόσο μεγάλη αύξηση παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, ώστε υπολογίζαμε ότι φέτος γλιτώσαμε από τον προϋπολογισμό μας περισσότερα από 2 δισ. ευρώ από φυσικό αέριο και πετρέλαιο, το οποίο θα έπρεπε να εισάγουμε μέσα σε αυτή τη δύσκολη εποχή του 2022 και το οποίο δεν χρειάστηκε διότι το καλύψαμε από την παραγωγή από τον ήλιο και από τον άνεμο» ανέφερε. Μάλιστα, υπογράμμισε πως ο εθνικός στόχος να παράγει η Ελλάδα 20 giga μέχρι το 2030, θα επιτευχθεί έξι χρόνια νωρίτερα, το 2024 και διαμήνυσε πως το ενδιαφέρον στην Ελλάδα για ανανεώσιμες πηγές είναι άπειρο.
Εξάλλου, εξέφρασε τη βεβαιότητά του ότι η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια θα μεταβληθεί σε μία χώρα εξαγωγής ηλεκτρικής πράσινης ενέργειας προς τις χώρες κεντρικής Ευρώπης, σημειώνοντας ότι σε αυτό πολλές γαλλικές εταιρείες που ήδη έχουν έρθει στη χώρα μας, θα παίξουν πρωταγωνιστικό ρόλο. «Τις έχω ήδη καλωσορίσει στο γραφείο μου και έχουμε μια πολύ καλή συνεργασία και θα συνεχίσουμε να έχουμε ακόμα καλύτερη στο μέλλον, καθόσον αυτό αποτελεί ένα πολύ κομβικό σημείο της μεταξύ μας στρατηγικής σχέσης».
Περαιτέρω, ειδική μνεία έκανε στο πρόγραμμα Ελλάδα 2.0 το οποίο έχει εκπονήσει η χώρα μας σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, τονίζοντας ότι εξελίσσεται με πολύ μεγάλη ταχύτητα πια στη χώρα μας. «Έχουμε ήδη κάνει το αίτημα για την καταβολή της δεύτερης δόσης. Είμαστε ήδη μία από τις τέσσερις χώρες στην Ευρώπη που έχουμε ζητήσει να πάρουμε τη δεύτερη δόση. Η απορρόφηση των χρημάτων γίνεται με ταχύτερο ρυθμό απ' ό,τι είχαμε προβλέψει. Στο σκέλος των εγγυημένων δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης, των χαμηλότοκων δανείων, έχουμε ήδη προέγκριση από τις τράπεζες για επιχειρηματικά σχέδια άνω των 10 δισ. ευρώ» προσέθεσε.
Τέλος, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων ευχαρίστησε τη Γαλλία για την αμυντική συμφωνία, «διότι για να μπορέσεις να προσελκύσεις επενδύσεις και να μπορέσει να πάει καλά η οικονομία πρέπει να έχεις ασφάλεια». Σε αυτό το πλαίσιο, στηλίτευσε την προκλητική συμπεριφορά του προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν και υπογράμμισε τη σημασία της αμυντικής συνεργασίας της Ελλάδας με τη Γαλλία και τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ασφάλειας για την προσέλκυση των επενδύσεων.
Σημειώνεται πως το ελληνογαλλικό επιχειρηματικό-επενδυτικό φόρουμ διοργανώνουν στο Παρίσι από κοινού, το Ελληνογαλλικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, το Εμπορικό Επιμελητήριο Παρισίων και η ελληνική κυβέρνηση. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που εγκαινιάστηκε το 2020 με στόχο τη διεύρυνση της ελληνογαλλικής συνεργασίας σε σειρά κρίσιμων τομέων της οικονομίας και την προώθηση κοινών εγχειρημάτων μεταξύ ελληνικών και γαλλικών εταιρειών. Ενδεικτικά, στην ελληνική επιχειρηματική αποστολή συμμετέχουν επιχειρήσεις από τους κλάδους της ναυτιλίας, της ενέργειας, των κατασκευών, της φαρμακοβιομηχανίας, της τεχνολογίας.