ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Εκλογή Μπάιντεν: Τι θα αλλάξει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ

Εκλογή Μπάιντεν: Τι θα αλλάξει στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ
Andrew Harnik / ASSOCIATED PRESS

Ένα από τα βασικά ερωτήματα που τίθενται με την αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο είναι το πώς θα διαμορφωθεί η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, ευρύτερα σε παγκόσμιο επίπεδο και ειδικότερα σε σχέση με την Ελλάδα.

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Τζωρτζτάουν, Τόνι Άρεντ, μιλώντας προεκλογικά στο BBC, εκτίμησε ότι το διακύβευμα των εκλογών είναι «το μέλλον της παγκόσμιας τάξης», καθώς ο ίδιος είδε τις εκλογές ως αναμέτρηση εξωτερικής πολιτικής, «επειδή έχουμε δύο πολύ θεμελιωδώς διαφορετικά οράματα για το πώς πρέπει να είναι ο κόσμος και πώς πρέπει να είναι η αμερικανική ηγεσία στον κόσμο».

«Πρώτα η Αμερική» είναι το σύνθημα του απερχόμενου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, που προσεγγίζει την εξωτερική πολιτική μέσα από το πρίσμα του αμερικανικού εθνικισμού. Απορρίπτει διεθνείς συμφωνίες που πιστεύει ότι είναι εις βάρος των ΗΠΑ. Η εξωτερική πολιτική του είναι περισσότερο προσωπική και λιγότερο θεσμική. Λαμβάνει μονομερείς πρωτοβουλίες, είναι ανατρεπτική, ενστικτώδης, στηρίζεται σε προσωπικές σχέσεις του ιδίου και συχνά επεδίωκε, επί της προεδρίας του, συμφωνίες που στηρίζονταν σε μία επιχειρηματική λογική και λιγότερο στα διπλωματικά ειωθότα. Ο Ντόναλντ Τραμπ εισήγαγε επίσης στη διεθνή διπλωματική πρακτική το Twitter.

Ο Τζο Μπάιντεν έχει μία πιο παραδοσιακή αντίληψη του ρόλου και των συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών. Στηρίζεται στους διεθνείς θεσμούς που ιδρύθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και βασίζονται σε κοινές δημοκρατικές αξίες της Δύσης. Η εξωτερική πολιτική του Μπάιντεν, στο βαθμό που τηρήσει την έως τώρα πολιτική του γραμμή, «θέλει τις Ηνωμένες Πολιτείες να ηγούνται των παγκόσμιων συμμαχιών των ελεύθερων εθνών στην καταπολέμηση των διεθνών απειλών» αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τζωρτζτάουν.

O Μπάιντεν και η Ελλάδα

Όσον αφορά τα ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα, εκτιμάται ότι ο Μπάιντεν θα είναι πιο παρεμβατικός στην ευρύτερη περιοχή, σε αντίθεση με τον Τραμπ που έκανε αυστηρή και με στρατηγικά κριτήρια επιλογή στόχων. Διατηρούσε ισχυρή την αμερικανική παρουσία εκεί όπου διακυβεύονταν κρίσιμα αμερικανικά συμφέροντα. Δεν είναι τυχαίο ότι επί Τραμπ για πρώτη φορά διαμεσολαβιτικό ρόλο στις ελληνοτουρκικές διαφορές ανέλαβε η Γερμανία, αντί για τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σε κάθε περίπτωση όμως υπάρχουν σταθερές στην αμερικανική εξωτερική πολιτική που δεν αλλάζουν με την αλλαγή της ηγεσίας. Επιγραμματικά, οι σταθερές αυτές όσον αφορά στα ελληνοτουρκικά είναι:

-Η διατήρηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται διεύρυνση της παρουσίας αυτής και πέραν της νευραλγικής σημασίας βάσης της Σούδας στην Κρήτη, σε όλη την ελληνική επικράτεια, μέχρι τη Βόρεια Ελλάδα.

-Η αναχαίτιση της ρωσικής επιρροής.

- Η πολιτική «ίσων αποστάσεων» απέναντι στην Ελλάδα και την Τουρκία.

-Η αποφυγή μίας γενικευμένης ελληνοτουρκικής σύρραξης που θα ξεφύγει από τον έλεγχο.

Προεκλογικά το επιτελείο του Τζο Μπάιντεν τοποθετήθηκε ειδικά για της ελληνοαμερικανικές σχέσεις με μία σειρά από υποσχέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν η δέσμευση ότι «ο Τζο Μπάιντεν θα συνεργαστεί με τη στενή σύμμαχό μας στην Ελλάδα για να προωθηθεί η σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο» και ότι «σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν θα αντιδράσει στην τουρκική συμπεριφορά που παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο ή τις συμμαχικές δεσμεύσεις της στο ΝΑΤΟ, όπως οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου».

Επανέλαβε τα «γνωστά» όσον αφορά στο Κυπριακό, ότι δηλαδή «θα εργαστεί μέσω της διπλωματίας για να δώσει λύση» στο πρόβλημα.

Ο Τραμπ, ο Μπάιντεν και η Ελλάδα: Τι πρέπει να περιμένουμε

Οι θέσεις του Μπάιντεν φαίνονται πιο φιλικές προς την Ελλάδα και σαφώς δεν εμπεριέχουν την «απειλητική» για την Αθήνα προσωπική συμπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ προς τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Πολλές προσδοκίες είχαν επενδυθεί, ωστόσο, και στο παρελθόν σε άλλους Δημοκρατικούς προέδρους των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως στον Τζίμι Κάρτερ και τον Μπαράκ Ομπάμα, χωρίς όμως να υπάρξουν θεαματικά αποτελέσματα.

Αντιθέτως, επί Ντόναλντ Τραμπ, η αμερικανική διπλωματία και το Πεντάγωνο λειτούργησαν αποστασιοποιημένα από την δεδηλωμένη φιλία του προέδρου προς τον Ερντογάν και οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις γνώρισαν χρόνια ταχεία ανάπτυξη τα τελευταία, τόσο επί της παρούσας κυβέρνησης Μητσοτάκη, όσο και προηγουμένως επί της αριστερής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

«Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με τη νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ για να συνεχίσουμε να ενδυναμώνουμε την εξαιρετική εταιρική σχέση Ελλάδος- ΗΠΑ και να ενισχύουμε τους ελληνοαμερικανικούς δεσμούς» αναφέρεται στην πρώτη αντίδραση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, αμέσως μετά την επιβεβαίωση της νίκης Μπάιντεν στις εκλογές.

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε ανάρτησή του στο Twitter, ανέφερε ότι «ο Τζο Μπάιντεν υπήρξε αληθινός φίλος της Ελλάδας» και εξέφρασε την βεβαιότητα ότι «υπό την προεδρία του η σχέση μεταξύ των χωρών μας θα γίνει ακόμη πιο ισχυρή».