ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΣΥΡΙΖΑ: Ηχηρή παρέμβαση Τσακαλώτου με ιδεολογική και πολιτική πλατφόρμα

ΣΥΡΙΖΑ: Ηχηρή παρέμβαση Τσακαλώτου με ιδεολογική και πολιτική πλατφόρμα
ΓΙΑΝΝΙΣ ΛΙΑΚΟΣ / ΙΝΤΙΜΕ

Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έκανε ηχηρή παρέμβαση στο εσωκομματικό πεδίο του ΣΥΡΙΖΑ.

Με μια συνέντευξη-ποταμό στον Παύλο Κλαυδιανό στην «Εποχή», ο κ. Τσακαλώτος δεν κατάθεσε απλώς την εκτίμηση του για τη συγκυρία, αλλά παρουσίασε μια συνολική πλατφόρμα τόσο για το πώς πρέπει να πολιτευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και για το πώς να τοποθετηθεί ιδεολογικά.

Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι η «πλατφόρμα Τσακαλώτου» θα αποτελέσει τη βάση για την τοποθέτηση της «ομπρέλας» της εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο δρόμο προς το 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ.

Παρά το ότι ο πρώην υπουργός Οικονομικών είναι εξαιρετικά προσεκτικός στις εκφράσεις που χρησιμοποιεί και αποφεύγει να ονοματίζει τον Αλέξη Τσίπρα στην κριτική του, εντούτοις, είναι εμφανείς οι διαφοροποίησεις του από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Πιο σημαντικές από τις αποκλίσεις στα ζητήματα της συγκυρίας, είναι οι διαφωνίες του κ. Τσκαλώτου με τον κ. Τσίπρα αναφορικά με την μετατόπιση του κόμματος προς το Κέντρο.

Με την επιφύλαξη που πρέπει να κρατάει κανείς για μια εκτυλισσόμενη πολυπαραγοντική διαδικασία, φαίνεται ότι η «ομπρέλα» θα πολιτευτεί κατά τα πρότυπα των αριστερών τάσεων του βρετανικού Εργατικού Κόμματος. Δηλαδή, θα κάνει ορατή την παρουσία της χωρίς να αποδυναμώνει τη συνοχή του κόμματος, ενώ δεν θα απέχει από οργανωτικές και πολιτικές ευθύνες.

Ο «μητσοτακισμός»

Στη συνέντευξη ο Ευκλείδης Τσακαλώτος εξαπολύει σφοδρή επίθεση εναντίον της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού. Συγκεκριμένα, αναφέρει:

«Σύντομα θα καταστεί δόκιμος ο όρος "Μητσοτακισμός", ταυτιζόμενος με τις μετατοπίσεις πολλών δεξιών κομμάτων στην Ευρώπη, ως η ενσάρκωση μιας αυταρχικής πρακτικής στα κοινωνικά, μιας ακραία ταξικά μεροληπτικής πρακτικής στα οικονομικά, μιας απόλυτα παλαιοκομματικής λογικής στην διαχείριση δημόσιου χρήματος, με ένα φιλελεύθερο προσωπείο χάρη στην άκρατη στήριξη του ακραίου κέντρου και των media. Κάτι σαν κάποια free press έντυπα δηλαδή που με ένα μοντέρνο προσωπείο εκφράζουν συχνά από τις μέσα σελίδες τους έναν ακροδεξιό και χυδαίο λόγο».

Για την αντιπολιτευτική τακτική

Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της κρίσης, ο κ. Τσακαλώτος επισημαίνει ότι «δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το θέμα χωρίς μια άλλη προσέγγιση στη φορολογία, συμπεριλαμβάνοντας φόρους επί του πλούτου (όπως λέει και ο Πικετί), φόρο Τόμπιν, οικολογικούς φόρους, προοδευτικούς φόρους εισοδήματος κλπ, που αντιμετωπίζουν τις ανισότητες και δημιουργούν πόρους όχι μόνο για βιώσιμα δημόσια οικονομικά, αλλά για ένα δημόσιο που μπορεί να αντιμετωπίζει την υγειονομική, την οικονομική, και την κλιματική κρίση και να προστατεύει ουσιαστικά τα λαϊκά και μεσαία στρώματα. Χρειάζονται φόροι, οι οποίοι όμως δεν θα είναι μόνο στο μεγάλο κεφάλαιο».

Στη συνέχεια, αφήνοντας σαφείς αιχμές για την αντιπολιτευτική τακτική του ΣΥΡΙΖΑ, τονίζει:

«Δε γίνεται να κάνεις ηγεμονική τη θέση σου για το κράτος, τις λειτουργίες των μηχανισμών του (ιδεολογικών, κατασταλτικών κλπ), αν ο λόγος σου περιορίζεται στο ότι πρέπει να φύγουν οι κακοί για να έρθουν οι καλοί. Πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Χρειάζεται να μιλήσουμε για την θεσμική θωράκιση του κράτους. Για την Αριστερά ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, τα μέσα είναι μέρος του σκοπού. Αλλιώς δεν θα καταφέρουμε ποτέ να αποδείξουμε στον κόσμο ότι δεν είμαστε μια από τα ίδια. Αλλά το θέμα δεν είναι επικοινωνιακό – δε γίνεται να νικήσεις τον αντίπαλο χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του, παίζοντας στο γήπεδό του».

Οι αρμοί της εξουσίας

Οι κριτικές επισημάνσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου αφορούν και το ζήτημα των λεγόμενων «αρμών της εξουσίας», για τους οποίους λέει: «Διαβάζω την κριτική, την ακούω και από συντρόφους, τη θεωρώ επιπόλαιη. Νομίζω παρερμήνευσαν τα λόγια του Προέδρου.

Εξηγούμαι, είναι αφελής όποιος πιστεύει ότι ο νεο-φιλελεύθερος καπιταλισμός αντιμετωπίζεται με κατάληψη στους θεσμούς - να κάνουμε ό,τι κάνει, δηλαδή, το λεγόμενο επιτελικό κράτος του Κυριάκου Μητσοτάκη, το οποίο δε διώχνει απλά κάθε ενσυνείδητο δημόσιο υπάλληλο. Απαιτεί ομηρία και υποταγή απ' όλους.

Είναι αλήθεια ότι στην άσκηση των κυβερνητικών μας καθηκόντων αντιμετωπίσαμε θεσμική ανυπακοή και υπονόμευση από σκληρές επετηρίδες χρόνων, όπως για παράδειγμα στα σώματα ασφαλείας. Δεν επιχειρήσαμε να τις διώξουμε βιαίως, αντιθέτως προσπαθήσαμε να επιβάλουμε αντικειμενική αξιολόγηση, λογοδοσία και διαφάνεια στις τοποθετήσεις. Η ΝΔ τα κατάργησε όλα, το υπέρτατο κριτήριο είναι τα "δικά μας παιδιά". Δεν μετανιώνουμε ούτε σκοπεύουμε να τους ακολουθήσουμε».

Για τις «αποκαλύψεις»

Σχετικά με τα πρόσφατα δημοσιεύματα σε βάρος στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών αναφέρεται με νόημα στη χρήση ένδικων μέσων:

«Να γυρίσουμε την ατζέντα στα πραγματικά προβλήματα του κόσμου. Ωστόσο όταν η ΝΔ προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τον κόσμο με τέτοιες "αποκαλύψεις" δεν βρίσκω άλλη λύση από το να δίνουμε συγκεκριμένες απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα και μάλιστα να κάνουμε και χρήση όλων των ένδικων μέσων».

Όχι επένδυση στον εθνικισμό

Στην εξωτερική πολιτική, ο κ. Τσακαλώτος κάνει μια προσεκτική διαφοροποίηση από την «λελογισμένη εθνικής πλειοδοσία» την οποία έχει υιοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ:

«Η στρατηγική μας στις διεθνείς σχέσεις χρειάζεται επανασχεδιασμό, με την προϋπόθεση ότι κρατάμε βασικές συντεταγμένες από την προηγούμενη, τις παρακαταθήκες του διαλόγου στη διευθέτηση των αντιθέσεων, με σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου, σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο. Έχουμε πετυχημένα παραδείγματα όταν χρησιμοποιήσαμε αυτές τις αρχές, όπως στις Πρέσπες. Θα πρόσθετα και το κυπριακό, ανεξάρτητα αν δεν απέδωσε, όχι όμως με δική μας ευθύνη. Δεν συνιστά στρατηγική η όξυνση των αντιθέσεων, ούτε η επένδυση στον εθνικισμό, πόσο μάλλον το κυνήγι των εξοπλισμών».

ΣΥΡΙΖΑ - αριστερό κόμμα

Οι πιο σημαντικές διαφοροποιήσεις της «πλατφόρμας Τσακαλώτου» άπτονται της ιδεολογικής ταυτότητας και της εσωκομματικής λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ. Για το ζήτημα της διεύρυνσης υποστηρίζει ότι:

«Θεωρώ λάθος τον τρόπο που άνοιξε η συζήτηση, τη στιγμή που άνοιξε, αφού ο κόσμος περίμενε από μας στιβαρή αντιπολίτευση και προγραμματική αντιπαράθεση με τη δεξιά κυβέρνηση και όχι εσωκομματική ίντριγκα και στρατόπεδα πιστών. Ήταν σωστή και αναγκαία η απεύθυνση στον κόσμο που μας ψήφισε να πλαισιώσει τις γραμμές μας. Και εκείνος ανταποκρίθηκε σε μεγάλο βαθμό.

Ήταν και είναι ακατανόητη η επιχείρηση να μετατοπιστεί ιδεολογικά και προγραμματικά ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κεντροαριστερά. Αδιάβαστη, εμμονική και αυτοκαταστροφική. Κανείς δεν μπορεί να την υπερασπιστεί ευθαρσώς, γίνε-ται με μισόλογα, με σημειολογικούς χρωματισμούς αγνοώντας τις μετατοπίσεις στο εκλογικό σώμα μετά το 2010. Όπως είναι επίσης λάθος να προκαταλαμβάνεται η γνώμη και η θέληση των συνέδρων».

Προσθέτει ότι:

«Έχει σημασία να συμφωνήσουμε όλοι και όλες ότι το κόμμα μας είναι ένα αριστερό κόμμα που έχει ως στόχο την αλλαγή του κοινωνικοοικονομικού μοντέλου και όχι την διαχείριση του υπάρχοντος, ότι πρέπει να απευθυνθούμε στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη την αριστερά και να ενισχύσουμε τους δεσμούς μας μαζί τους, ότι από εδώ και πέρα δεν υπάρχει καμία δικαιολογία παράκαμψης των δημοκρατικών διαδικασιών, ότι ο σκοπός σε καμία περίπτωση δεν αγιάζει τα μέσα, ότι το ηθικό μας πλεονέκτημα είναι κάτι που πρέπει να αποδεικνύουμε κάθε μέρα.

Έχει σημασία να κάνουμε ξεκάθαρη τη θέση μας για τις εξορύξεις, να δούμε την θέση μας για την εξωτερική πολιτική, να δούμε την τακτική μας και την στρατηγική μας για τις συμμαχίες. Όλα αυτά πρέπει να τα συζητήσουμε συντροφικά. Και αυτό δεν γίνεται εξ αποστάσεως οπότε είναι πρόωρο να μιλήσουμε για την ημερομηνία του συνεδρίου».

Και για όποιον δεν κατάλαβε:

«Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% και ο ΣΥΡΙΖΑ του 33% είναι προπαγανδιστική επινόηση, διχαστική και ανιστόρητη, κατασκευασμένη από ανθρώπους που αδιαφορούν ή παραποιούν την ιστορική διαμόρφωση του μεγαλύτερου κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

«Συνοψίζοντας, χρειαζόμαστε ένα κόμμα συλλογικό διανοούμενο, με την έννοια της παρα-γωγής πολιτικής. Ένα κόμμα που υπερασπίζεται αξίες, ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθή-κες, αγκυρωμένο στην κοινωνική υποκειμενικότητα, χρήσιμο και συμμετοχικό στην κίνηση της κοινωνίας. Για να γίνουν τα παραπάνω, προϋπόθεση είναι η εσωκομματική δημοκρατία και τα πολιτικά δικαιώματα των μελών να μην εκχωρούνται στην ηγετική ομάδα, όσο φωτισμένη και αν είναι».