Εξετάσεις στην οικονομία καλείται να δώσει η κυβέρνηση
Με το βλέμμα στην επόμενη δοκιμασία, που θα κρίνει το πώς η Ελλάδα χειρίστηκε την επανεκκίνηση της οικονομίας της, βρίσκεται η κυβέρνηση, που δηλώνει προς το παρόν ικανοποιημένη.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει πως «φτάσαμε στο σημείο όπου υποτάξαμε την πανδημία, τουλάχιστον σε αυτό το πρώτο στάδιο και αρχίζουμε να χαλαρώνουμε».
Και όσο παίρνουμε απόσταση ασφαλείας από τα κρούσματα του κορωνοϊού και δεν έχουμε νεκρούς, τόσο η κυβέρνηση θα πρέπει να ενδιαφερθεί πιο έντονα με την καθημερινότητα των πολιτών, που πλέον λόγω της ύφεσης θα είναι δυσκολότερη στη διαχείρισή της.
Ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με τις επιχειρήσεις εστίασης, η κυβέρνηση φαίνεται να επιλέγει τη λύση «περισσότερα τετραγωνικά μέτρα για τραπεζοκαθίσματα με λιγότερα τέλη».
Στο τραπέζι έχει πέσει επίσης και η μείωση του ΦΠΑ.
Παράλληλα, εξετάζεται και η χρήση των κλειστών χώρων των καταστημάτων υπό προϋποθέσεις.
Η κυβέρνηση διαπιστώνει ότι πάρα πολλά από τα εστιατόρια μπορούν να είναι σε κλειστό χώρο μεν, αλλά χωρίς τζαμαρίες και θα πρέπει να οριστούν οι προϋποθέσεις λειτουργίας τους.
Αν όλα πάνε καλά, δεν αποκλείεται καταστήματα εστίασης και εμπορικά να ανοίξουν νωρίτερα, γύρω στις 25 Μαΐου, ώστε να κερδηθεί έστω και μερικές ημέρες ανοίγματος των καταστημάτων αυτών προκειμένου να ενισχυθεί η οικονομία.
Ζήτησε ρευστότητα από τους τραπεζίτες
Ο επόμενος στόχος της κυβέρνησης θα είναι η «μάχη» της ρευστότητας.
Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός θέλει να διασφαλίσει πως οι τράπεζες θα προσφέρουν αμέσως «ζεστό χρήμα».
Σε σύσκεψη με την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών ζήτησε να δοθούν νέα δάνεια στις επιχειρήσεις, με το Δημόσιο να εγγυάται το 80% του δανείου.
Παράλληλα ζήτησε από τους τραπεζίτες να προχωρήσουν το πρόγραμμα επιδότησης επιτοκίων επιχειρηματικών δανείων, που σημαίνει στην πράξη ότι οι επιχειρήσεις δεν θα πληρώνουν τόκους.
Πηγή: ΓτΠ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ / ΙΝΤΙΜΕ
«Το πρώτιστο δικό μας μέλημα είναι να σιγουρευτούμε ότι αυτή η ρευστότητα φτάνει τελικά στους αποδέκτες, σε μια έκτακτη κατάσταση, όπου το ζήτημα της επιβίωσης επιχειρήσεων πρέπει να είναι η πρώτη μας προτεραιότητα» ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης.
Στη σύσκεψη εκτιμήθηκε πως το 2020 υπάρχει η δυνατότητα να διοχετευτούν στην ελληνική οικονομία περίπου 16 δισ. ευρώ.
Επιστροφή στη σύγκρουση
Παράλληλα με την προσπάθεια επανεκκίνησης της οικονομίας, οι κ.κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας διασταύρωσαν τα ξίφη τους, θυμίζοντας αντιπαραθέσεις προ-κορωνοϊού εποχής.
Η συγκέντρωση κατά του νομοσχεδίου για το περιβάλλον που διοργανώθηκε στο Σύνταγμα από περιβαλλοντικές οργανώσεις και τη Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, δίχως να τηρούνται οι απαιτούμενες αποστάσεις, βρέθηκε στο «στόχαστρο» του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Από το βήμα της Βουλής, κατά τη συζήτηση για το περιβάλλον, στο νομοσχέδιο που κατέθεσε ο Κωστής Χατζηδάκης, ο κ. Μητσοτάκης επιτέθηκε εναντίον του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, λέγοντας πως «ούτε στοιχειώδεις αποστάσεις ασφαλείας δεν μπορούσατε να κρατήσετε και μετά εκνευρίζεστε γιατί οι πολίτες εύλογα αναρωτιούνται τι θα συνέβαινε αν τύχαινε σε εσάς η διαχείριση αυτής τη πρωτοφανούς υγειονομικής κρίσης.
Πηγή: ΖΑΧΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / ΙΝΤΙΜΕ
Απαιτώ από κόμματα και από συνδικαλιστικούς φορείς που οργανώνουν διαδηλώσεις αυτή την εποχή, να έχουν τη στοιχειώδη ευθιξία να σέβονται τις υποδείξεις των ειδικών και να μην παρουσιάζεται αυτή η άθλια εικόνα, η οποία παρουσιάστηκε χθες έξω από τη Βουλή».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ του απάντησε με τις ίδιες αιχμές, όταν αναφέρθηκε στο περιστατικό με την τραγουδίστρια Άλκιστης Πρωτοψάλτη έξω από το Μέγαρο Μαξίμου:
«Μου έκανε εντύπωση που σχολίασε την διαδήλωση χθες ο πρωθυπουργός ότι αποτελούν κίνδυνο γιατί δεν τηρούν τους κανόνες. Όταν όμως κάλεσε τον δήμαρχο και ζήτησε να αλλάξει πορεία το φορτηγό που έκανε την συναυλία δεν τον πείραξε που δεν τηρηθήκαν οι αποστάσεις».
Ο κ. Μητσοτάκης αντέκρουσε επίσης τις κατηγορίες του ΣΥΡΙΖΑ για το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος, λέγοντας ότι «πήρε το μάτι μου και την αφίσα της συγκέντρωσης. Κατήγγειλε και πάλι οικολογικό πραξικόπημα. Όχι άλλο κάρβουνο κύριοι της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης» είπε ενθυμούμενος προφανώς τη γνωστή ατάκα από τον ελληνικό κινηματογράφο.