Σε επιφυλακή η κυβέρνηση για τις αυξανόμενες εντάσεις στη Μεσόγειο
Προβληματισμό προκαλεί στο Μαξίμου η μεγάλη ένταση που επικρατεί στη Συρία και το ψυχροπολεμικό κλίμα μεταξύ Ρωσίας – ΗΠΑ.
Η περαιτέρω αποσταθεροποίηση της περιοχής πέρα από τους γεωπολιτικούς κινδύνους που ενέχει μπορεί να προκαλέσει νέα προσφυγικά κύματα προς τη χώρα μας. Ενδεικτική είναι η συνέντευξη του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Δημήτρη Βίτσα στην ΕΡΤ, κατά την οποία εξέφρασε την ανησυχία του για τις εξελίξεις στη Συρία λέγοντας ότι τουλάχιστον τρεις φορές φάνηκε ότι η κατάσταση εκτονώνεται αλλά τώρα αναδεικνύεται σε πεδίο παγκόσμιας αντιπαράθεσης. Οι εξελίξεις στην Συρία έχουν και την επίδραση τους και στο μεταναστευτικό πρόσθεσε ο κ Βίτσας.
Τις τελευταίες μέρες έχουμε αύξηση των ροών που αφενός οφείλεται στον πόλεμο στα σύνορα της Συρίας και αφετέρου στην αύξηση της δραστηριότητας των διακινητών στην Τουρκία, όπως προκύπτει και από τις συζητήσεις που διεξάγει η χώρα μας με την Τουρκία αλλά και τις Βρυξέλλες για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ο υπουργός σημείωσε πως μετά την συνάντηση της Βάρνας έχουμε μια αύξηση 100% που βαίνει ωστόσο μειούμενη.
Αν σε αυτό το περιβάλλον συνυπολογίσει κανείς και τη διαρκή προκλητικότητα της Τουρκίας τότε το μείγμα στην περιοχή γίνεται μάλλον εκρηκτικό με την ελληνική πλευρά να παραμένει σε απόλυτη εγρήγορση.
Η κυβέρνηση διαπιστώνει πως η προκλητικότητα της γειτονικής χώρας βρίσκεται πλέον στον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής της, όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Παράλληλα, το ζήτημα της παρατεινόμενης κράτησης των δύο Ελλήνων στρατιωτικών πηγαίνει προς συζήτηση στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά την πρόταση που υιοθετήθηκε από την προπαρασκευαστική συνάντηση των Γενικών Γραμματέων των Πολιτικών Ομάδων και αναμένεται να εγκριθεί σήμερα το πρωί από τη Διάσκεψη των Προέδρων του ΕΚ.
Η σχετική πρόταση κατέθεσε η Ευρωομάδα της Αριστεράς, μετά από πρωτοβουλία του αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαδημούλη, ενώ ανάλογη πρόταση κατατέθηκε γραπτώς και από την Ευρωομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Οι άλλες πολιτικές ομάδες συμφώνησαν επίσης με την κοινή πρόταση των Ευρωομάδων της Αριστεράς και του ΕΛΚ.