ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Πειρουνάκης, πρόεδρος Περιβαλλοντολόγων: Η ερημοποίηση, το σημαντικότερο πρόβλημα για την Ελλάδα

Πειρουνάκης, πρόεδρος Περιβαλλοντολόγων: Η ερημοποίηση, το σημαντικότερο πρόβλημα για την Ελλάδα

Ερημοποίηση, λειψυδρία και κλιματική μετανάστευση θα κληθεί να αντιμετωπίσει η χώρα μας στο άμεσο μέλλον, όπως επισημαίνει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Act for Earth του CNN Greece ο πρόεδρος της Ένωσης Πτυχιούχων Περιβαλλοντολόγων Ελλάδας (ΕΠΠΕ), Δημήτρης Πειρουνάκης.

«Η πρόληψη για την διαφύλαξη των υδάτινων πόρων και για την αποφυγή φαινομένων ερημοποίησης πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο σε επίπεδο ατομικό, τοπικό, εθνικό και διακρατικό», επισημαίνει, παραθέτοντας την εξής πρόβλεψη:

«Υπολογίζεται πως περίπου το 40% του ελλαδικού χώρου κινδυνεύει με ερημοποίηση μέσα στην επόμενη 20ετία, σύμφωνα με τα μοντέλα προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής».

Ο ίδιος ζητά έναν «περισσότερο τολμηρό» εθνικό κλιματικό νόμο, προσθέτοντας πάντως πως ο υφιστάμενος μπορεί να θεωρηθεί «μια καλή αρχή».

«Η χώρα μας πρέπει να μεταβεί σε ένα ισορροπημένο πράσινο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα βασίζεται στις αρχές της πρόληψης και της κυκλικής οικονομίας και θα συμπληρώνεται από καινοτόμες τεχνολογίες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», δηλώνει ο κ. Πειρουνάκης, χαρακτηρίζοντας τους Έλληνες «περιβαλλοντικά αναλφάβητους», καθώς δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να ενημερωθούν σε βάθος και να εκπαιδευτούν σωστά στα περιβαλλοντικά ζητήματα:

«Δεν υπάρχει η απαιτούμενη ενημέρωση σχετικά με τις προοπτικές του κλάδου και η ζητούμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση που θα λειτουργούσε ως κίνητρο. Είμαστε ουσιαστικά περιβαλλοντικά αναλφάβητοι».

Ολόκληρη η συνέντευξη του Δημήτρη Πειρουνάκη, προέδρου της Ένωσης Πτυχιούχων Περιβαλλοντολόγων Ελλάδας (ΕΠΠΕ) στο Act for Earth του CNN Greece:

Ποιο αξιολογείτε ως το «νούμερο ένα» περιβαλλοντικό ζήτημα που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα άμεσα;

Το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, αλλά και η ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου τη δεδομένη στιγμή, φαίνεται να είναι το φαινόμενο της ερημοποίησης. Ένα καταστροφικό φαινόμενο για τα οικοσυστήματα, το οποίο δεν έχει αναδειχθεί στο βαθμό σοβαρότητας που του αναλογεί.

Είναι σχεδόν βέβαιο, πως όροι όπως η κλιματική μετανάστευση και η λειψυδρία θα αρχίσουν να ακούγονται ολοένα και περισσότερο στο εγγύς μέλλον.

Βασικές αιτίες που είναι δυνατόν να οδηγούν σε ερημοποίηση των εδαφών είναι η αποψίλωση των δασικών εκτάσεων, η υπερβόσκηση και η πτώση του υδροφόρου ορίζοντα.

Παράλληλα, οι έντονες περίοδοι ξηρασίας οδηγούν σε προβλήματα υποβάθμισης του εδάφους και επομένως ερημοποίησης. Όταν η Γη είναι εξαιρετικά ξηρή, είναι επιρρεπής σε διάβρωση.

Όταν μια έκταση ερημοποιηθεί, το έδαφος υποβαθμίζεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε χάνει την ικανότητά του να στηρίζει καλλιέργειες και βλάστηση.

Η πρόληψη για την διαφύλαξη των υδάτινων πόρων και για την αποφυγή φαινομένων ερημοποίησης πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο σε επίπεδο ατομικό, τοπικό, Εθνικό και διακρατικό.

Υπολογίζεται πως περίπου το 40% του ελλαδικού χώρου κινδυνεύει με ερημοποίηση μέσα στην επόμενη 20ετία, σύμφωνα με τα μοντέλα προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Στο πλαίσιο αυτό, η χώρα μας από το 2001 ανέπτυξε ένα Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο Δράσης, το οποίο μάλιστα αποτελεί νόμο του κράτους, αλλά από αυτούς που έμειναν δυστυχώς στα συρτάρια. 20 χρόνια σιωπήσαμε και αν δεν δράσουμε άμεσα, σύντομα σχετικά θα υπάρξουν σημαντικές επιπτώσεις στην Ελληνική οικονομία.

Με μεγάλη μας χαρά είδαμε τον Ιούνιο του 2021 την επανασύσταση της Επιτροπής για την αντιμετώπιση της ερημοποίησης, η οποία έχει ως στόχο την επικαιροποίηση του παλαιού εξαιρετικού Εθνικού Σχεδίου Δράσης.

Απομένει να δούμε εάν θα υπάρξει ουσιαστική χρηματοδότηση της επιτροπής σοφών, προκειμένου να ολοκληρώσει τις εργασίες σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα και εάν θα υπάρξει η πολιτική βούληση το σχέδιο αυτό, το οποίο θα γίνει και νέος νόμος του κράτους, να εφαρμοστεί και στην πράξη.

Ποια είναι η θέση σας για τον Εθνικό Κλιματικό Νόμο που βρίσκεται στο στάδιο διαβούλευσης;

Κάθε προσπάθεια που γίνεται στην κατεύθυνση της προστασίας του περιβάλλοντος και της κλιματικής μετάβασης είναι καλοδεχούμενη, αρκεί να μη γίνεται για λόγους τυπικούς ή/και επικοινωνιακούς.

Η Ευρώπη, μέσα από την Ευρωπαϊκή Συμφωνία για το Κλίμα (Green Deal), έθεσε τη στρατηγική της σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μετατραπεί στην πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρο έως το 2050.

Μέσα από τον Ευρωπαϊκό Κλιματικό νόμο και τη δέσμη «fit for 55», η Ευρώπη προχωρά σε μια σειρά περαιτέρω δεσμεύσεων, μεταρρυθμίσεων και αναθεωρήσεων με στόχο την επικαιροποίηση της Ενωσιακής νομοθεσίας, η οποία θα οδηγήσει στην αναμενόμενη κλιματική μετάβαση.

Στο πλαίσιο αυτό η Ελλάδα, ακολουθώντας την τάση και τις Ευρωπαϊκές κατευθύνσεις και οδηγίες, εξέδωσε πρόσφατα υπό διαβούλευση τον πρώτο Εθνικό Κλιματικό Νόμο της χώρας.

Στο προσχέδιο νόμου προβλέπονται μεταξύ άλλων σημαντικές ρυθμίσεις όπως η απολιγνιτοποίηση μέχρι το 2028, η εκπόνηση από τους Δήμους σχεδίων μείωσης εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (ΔηΣΜΕ), θεσμοθετούνται τα περιφερειακά σχέδια για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, προωθείται ο σταδιακός τερματισμός της χρήσης καυστήρων πετρελαίου, προβλέπονται μέτρα για την ενίσχυση της ηλεκτροκίνησης με απώτερο στόχο την σταδιακή κλιματική προσαρμογή της χώρας μας.

Όπως κάθε νέος νόμος, έτσι και αυτός έχει ατέλειες, οι οποίες πολύ σύντομα θα καλυφθούν από πρόσθετες διατάξεις. Κατά την γνώμη μου, θα έπρεπε να είναι περισσότερο τολμηρός, όπως για παράδειγμα ως προς τις δυσμενείς συνέπειες των Δήμων που δεν θα καταφέρουν να συντάξουν έγκαιρα τα Δημοτικά Σχέδιο Μείωσης Εκπομπών (ΔηΣΜΕ). Σε κάθε περίπτωση όμως, αποτελεί μια σημαντική αρχή.

Θα πρέπει να τονιστεί επίσης, πως η διαδικασία απολιγνιτοποίησης στη χώρα μας κανονικά θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και να πραγματοποιηθεί με ένα πολύ ομαλότερο και στρατηγικό τρόπο, αξιοποιώντας στο έπακρο τα τοπικά χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα της κάθε περιοχής.

Δεδομένου ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε, παρόλο που οι συζητήσεις κρατούν από τη δεκαετία του 90, θα πρέπει η πολιτεία προσεκτικά να μεριμνήσει αυτή η απότομη ενεργειακή μετάβαση να υλοποιηθεί με όσο το δυνατό δικαιότερα κριτήρια, με αντισταθμιστικές δράσεις όπως για παράδειγμα η αξιοποίηση στο έπακρο του γεωθερμικού πεδίου της χώρας αλλά και με χρηματοδότηση των πληττόμενων άμεσα και έμμεσα κοινωνικών ομάδων.

Οι πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού και ο τρόπος που εξελίχθηκαν σας προβληματίζουν για τα επόμενα έτη; Είναι έτοιμη η Ελλάδα να αντιμετωπίσει ακραία φαινόμενα και τις περιβαλλοντικές τους συνέπειες;

Η κλιματική αλλαγή αναμένεται να διαμορφώσει για τη χώρα μας θερμότερες συνθήκες, με μεγαλύτερες περιόδους ξηρασίας και συχνότερη παρουσία ακραίων καιρικών φαινομένων.

Παράλληλα, οι πυρκαγιές στα δάση, σε συνδυασμό με την αποψίλωση δασικών εκτάσεων και την άναρχη και μη βιώσιμη δόμηση, οδηγούν σε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Ενώ οι έντονες βροχοπτώσεις προκαλούν με τη σειρά τους υποβάθμιση του εδάφους και σημαντικά προβλήματα στην γεωργική παραγωγή.

Δυστυχώς, ενώ σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες παρατηρούμε την αρμονική συνύπαρξη του δομημένου αστικού τοπίου με το φυσικό περιβάλλον, στην Ελλάδα αυτό δεν έχει γίνει. Οι κοίτες των ποταμών έχουν καταπατηθεί ή έχει περιοριστεί σημαντικά η διατομή τους. Η χώρα μας δείχνει ανέτοιμη. Διαχρονικά δεν έχει υπάρξει μέσο/μακροπρόθεσμος στρατηγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, ενώ φαίνεται να μην υπάρχει και συντονισμός μεταξύ των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, εάν κρίνει κανείς από την απόκριση της πολιτείας σε έκτακτα καιρικά συμβάντα κατά την τελευταία δεκαετία.

Παράλληλα οι υποδομές μας φαίνεται να μην επαρκούν, καθώς έχουν σχεδιαστεί με τελείως διαφορετικές προβλέψεις.

Σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος, το μέσο/μακροπρόθεσμο κόστος για την χώρα μας, εάν δεν υιοθετηθούν τα απαραίτητα μέτρα για την κλιματική μετάβαση, θα ανέλθει στα 700 δισ. Ευρώ.

Ποιες θεωρείτε ότι πρέπει να είναι οι προτεραιότητες της ελληνικής κοινωνίας, σε όλα τα επίπεδα, για την επιτυχή αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης;

Το υπάρχον οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης το οποίο βασίζεται στην καύση των ορυκτών καυσίμων, έχει πλέον αποτύχει. Η χώρα μας πρέπει να μεταβεί σε ένα ισορροπημένο πράσινο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα βασίζεται στις αρχές της πρόληψης και της κυκλικής οικονομίας και θα συμπληρώνεται από καινοτόμες τεχνολογίες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Το νέο αυτό μοντέλο θα προσφέρει μεγαλύτερη δημιουργία αξίας για τις βιομηχανίες, περισσότερες θέσεις εργασίας, αλλά και ευκαιρίες κοινωνικής ευημερίας.

Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως το οικονομικό σύστημα συνδέεται άμεσα με το περιβαλλοντικό και κοινωνικό μας περιβάλλον.

Το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί το μέσο της αλλαγής, και εκεί θα πρέπει να στοχεύσουμε. Να γίνουν γνωστές οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να υπάρξει κινητοποίηση σε τοπικό αλλά και ατομικό επίπεδο.

Να αναπτυχθεί περιβαλλοντική παιδεία και συνείδηση στις νέες γενιές, προκειμένου να θεωρούν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος ευθύνη και υποχρέωσή τους.

Ποια είναι τα αιτήματα της Ένωσης ως προς τη θέση των Ελλήνων περιβαλλοντολόγων;

Πέρασαν 46 χρόνια από τη Χάρτα του Βελιγραδίου και το Διεθνές Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε, όπου ανέκυψε η επιτακτική ανάγκη περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Ωστόσο, στην Ελλάδα δεν έχουμε ακόμα μάθημα περιβαλλοντικής αγωγής στην τυπική εκπαίδευση.

Πώς λοιπόν θα διαμορφώσουμε τον υπεύθυνο πολίτη του μέλλοντος, όταν δεν τον εκπαιδεύουμε στα Γυμνάσια και Λύκειά μας;

Πώς θα δημιουργήσουμε τον υπεύθυνο επιχειρηματία, τον υπεύθυνο πολιτικό;

Η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση είναι κάτι που αναπτύσσεται μέσα από τα βιώματα. Όπως ακριβώς τα παιδιά μας αγάπησαν τις θετικές επιστήμες στα σχολεία και δημιούργησαν όλα αυτά τα τεχνολογικά επιτεύγματα, έτσι ακριβώς θα μπορέσουν να αγαπήσουν και το περιβάλλον και να αντιληφθούν την έννοια της αειφόρου ανάπτυξης.

Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος, προκειμένου να ενεργοποιηθεί στο σύνολο της η κοινωνία και να υπάρξουν ουσιαστικές διαφορές.

Παράλληλα, βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου αναφερόμαστε στην πράσινη μετάβαση, την κλιματική προσαρμογή και την αλλαγή του οικονομικού μοντέλου ανάπτυξης. Η Ευρώπη φιλοδοξεί να είναι μέχρι το 2050 η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος και ένα πολύ μεγάλο μέρος του προϋπολογισμού της αναμένεται να διατεθεί προς αυτήν την κατεύθυνση.

Σε κανονικές συνθήκες, θα περίμενε κανείς να δει μια σημαντική αύξηση των τμημάτων Περιβαλλοντικών επιστημών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με παράλληλη ενίσχυση των κονδυλίων για έρευνα και υποδομές.

Αντιθέτως, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αισθητή μείωση των εισακτέων και επομένως της δυναμικής του κλάδου, αποτέλεσμα της μη ορθής αξιολόγησης και ανάδειξης του επαγγέλματος από την πολιτεία.

Σε μια εποχή όπου η αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων αποτελεί άμεση αναγκαιότητα και ταυτόχρονα πεδίο σταδιοδρομίας με προοπτική, οι Σχολές Περιβαλλοντικών Σπουδών δεν επιλέγονται από την μαθητική κοινότητα και την κοινωνία ευρύτερα. Δεν υπάρχει η απαιτούμενη ενημέρωση σχετικά με τις προοπτικές του κλάδου και η ζητούμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση που θα λειτουργούσε ως κίνητρο. Είμαστε ουσιαστικά περιβαλλοντικά αναλφάβητοι.

Πώς λοιπόν μπορεί η κλιματική μετάβαση να πραγματοποιηθεί με ορθολογικό τρόπο, όταν από τη μια αυξάνονται οι ανάγκες για πράσινα επαγγέλματα, αλλά ταυτόχρονα μειώνεται σημαντικά ο αριθμός των εξειδικευμένων επιστημόνων που μπορούν να καλύψουν αυτές τις θέσεις;

Θα πρέπει να αποφύγουμε μια άναρχη πράσινη μετάβαση, αλλιώς πολύ φοβάμαι πως στο τέλος αυτή θα πραγματοποιηθεί με έναν απότομο και “βίαιο” τρόπο όπως ακριβώς δηλαδή πραγματοποιήθηκε και η αστικοποίηση της Αθήνας, χωρίς αρχιτεκτονικό και βιοκλιματικό σχεδιασμό.

Προς την ίδια κατεύθυνση, είναι εξίσου σημαντική η Ίδρυση ενός Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος. Έως τώρα, το «Περιβάλλον» κυρίως «στεγάζεται» στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Το ΤΕΕ εκπροσωπεί την παραδοσιακή αντίληψη της ανάπτυξης με το ειδικό βάρος των προτάσεών του να αφορούν σε υποδομές και συμβατική βιομηχανία ως πανάκεια. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση που απαιτεί παιδεία, πρόληψη, συμμετοχικότητα και ένα νέο μοντέλο οικονομίας, είναι αναγκαία ώστε το περιβάλλον να βρει τη δική του στέγη.

Τέλος, θα ήθελα την εκτίμησή σας για την εξέλιξη των μεγάλων περιβαλλοντικών θεμάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Μπορεί η χώρα μας να ανταπεξέλθει στις προκλήσεις;

Η Ελλάδα υιοθετεί τις νέες ευρωπαϊκές δεσμεύσεις και προχωρά στην διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου και σχεδιασμού. Αυτό αποτυπώνεται σε μια σειρά νόμων και σχεδίων όπως για παράδειγμα ο Νέος Εθνικός Κλιματικός Νόμος, η αναδιαμόρφωση του παλαιότερου Εθνικού Σχεδίου για την αντιμετώπιση της ερημοποίησης, το νέο Εθνικό σχέδιο για την κυκλική οικονομία, το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.

Όμως η έλλειψη δεν εντοπίζεται στην απουσία νομοθετικών ρυθμίσεων, αλλά στην αδυναμία πολιτικής βούλησης να εφαρμοστούν τα νομοθετημένα. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα καταδίκης της χώρας μας από το Δικαστήριο της Ε.Ε. και επομένως επιβολής προστίμων εξαιτίας της μη συμμόρφωσης επί σειρά ετών.

Παράλληλα, θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις, για την ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών, την ενίσχυση της έρευνας, θα πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο τα κεφάλαια τα οποία θα έρθουν πολύ σύντομα από το ταμείο ανάκαμψης, να εφαρμοστεί αυστηρά η αρχή του «ο ρυπαίνων πληρώνει», να διαμορφωθεί μια κοινή Εθνική Στρατηγική για την κλιματική μετάβαση, να αναπτυχθεί η Περιβαλλοντική παιδεία στα σχολεία προκειμένου να δημιουργηθούν οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες, επιχειρηματίες και πολιτικοί του μέλλοντος.

Θα πρέπει να υπάρξουν συνέργειες σε διακρατικό επίπεδο και να προσπαθήσουμε όλοι μαζί να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις τις επιτάχυνσης της κλιματικής αλλαγής.

Θα πρέπει όλοι να βγάλουμε το εγώ και να το μετατρέψουμε σε ένα πράσινο εμείς, εφόσον θέλουμε να αποκτήσουμε μια ελπίδα για εμάς ως ανθρώπους.