Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο: Η ΕΕ δεν κάνει αρκετά για να τονώσει τις βιώσιμες επενδύσεις
Για τη μετάβαση σε μια οικονομία μηδενικών καθαρών εκπομπών θα απαιτηθούν σημαντικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, ωστόσο η ΕΕ δεν κάνει αρκετά ώστε να διοχετεύσει πόρους σε βιώσιμες δραστηριότητες. Αυτό είναι το συμπέρασμα ειδικής έκθεσης που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), με την οποία ζητείται η ανάληψη συνεπέστερης δράσης από την ΕΕ.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορθώς εστίασε στην αύξηση της διαφάνειας στην αγορά, ωστόσο οι ελεγκτές επέκριναν την έλλειψη συνοδευτικών μέτρων για την κάλυψη του περιβαλλοντικού και κοινωνικού κόστους μη βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων. Κατά τους ίδιους, η Κομισιόν πρέπει να εφαρμόζει συνεπή κριτήρια για τον προσδιορισμό της βιωσιμότητας των επενδύσεων που στηρίζονται από τον ενωσιακό προϋπολογισμό, και να στοχεύσει καλύτερα τις προσπάθειες ούτως ώστε να δημιουργηθούν ευκαιρίες βιώσιμων επενδύσεων.
Τα βασικά ζητήματα που εντόπισε το το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο είναι, αφενός, η αδυναμία της αγοράς να τιμολογήσει τις αρνητικές περιβαλλοντικές και κοινωνικές συνέπειες των μη βιώσιμων δραστηριοτήτων και, αφετέρου, η γενική έλλειψη διαφάνειας ως προς το τι είναι βιώσιμο. Το σχέδιο δράσης για τη χρηματοδότηση της αειφόρου ανάπτυξης του 2018 αντιμετώπιζε τα ζητήματα αυτά μόνον εν μέρει, σύμφωνα με τους ελεγκτές.
Στην υλοποίηση πολλών μέτρων σημειώνονται καθυστερήσεις, ενώ απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες προκειμένου να γίνουν λειτουργικά. Οι ελεγκτές υπογραμμίζουν την ανάγκη να υλοποιηθεί πλήρως το σχέδιο δράσης και τονίζουν τη σημασία της ολοκλήρωσης του κοινού συστήματος ταξινόμησης των βιώσιμων δραστηριοτήτων (ταξινομία της ΕΕ) βάσει επιστημονικών κριτηρίων. Συνιστούν δε τον προσδιορισμό πρόσθετων μέτρων μέτρα για να διασφαλιστεί ότι η τιμολόγηση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου αντικατοπτρίζει καλύτερα το περιβαλλοντικό κόστος τους.
Στην έκθεση υπογραμμίζεται επίσης ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει η ΕΤΕπ στη βιώσιμη χρηματοδότηση. Όσον αφορά τη χρηματοδοτική στήριξη της ΕΕ που τελεί υπό τη διαχείριση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι η στήριξη από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ) δεν εστίασε στις περιοχές όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για βιώσιμες επενδύσεις, και ειδικότερα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Επιπλέον, πολύ μικρό μόνο τμήμα της δαπανήθηκε για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Προκειμένου αυτό να αλλάξει, συνιστούν στην Επιτροπή να αναπτύξει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, μια δεξαμενή βιώσιμων έργων.
Τέλος, οι ελεγκτές διαπίστωσαν επίσης ότι ο ενωσιακός προϋπολογισμός δεν εφαρμόζει πλήρως τις ορθές πρακτικές βιώσιμης χρηματοδότησης, ενώ δεν έχει καθορίσει συνεκτικά και επιστημονικώς τεκμηριωμένα κριτήρια για να αποφεύγεται η πρόκληση σημαντικής βλάβης στο περιβάλλον. Το πρόγραμμα InvestEU είναι το μόνο στο οποίο οι επενδύσεις αξιολογούνται βάσει κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων συγκρίσιμων με εκείνα που εφαρμόζει η ΕΤΕπ. Αυτό συνεπάγεται τον κίνδυνο η περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα των ίδιων δραστηριοτήτων που χρηματοδοτούνται από διαφορετικά ενωσιακά προγράμματα, περιλαμβανομένου του ταμείου ανάκαμψης της ΕΕ, να προσδιορίζεται βάσει ανεπαρκώς αυστηρών ή ασυνεπών κριτηρίων. Επιπλέον, πολλά από τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της συμβολής του ενωσιακού προϋπολογισμού στους κλιματικούς στόχους δεν είναι εξίσου αυστηρά και επιστημονικά τεκμηριωμένα με αυτά που έχουν καταρτιστεί για την ταξινομία της ΕΕ.
Ως εκ τούτου, οι ελεγκτές συνιστούν η αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» να εφαρμόζεται με συνέπεια στο σύνολο του ενωσιακού προϋπολογισμού, όπως και τα κριτήρια ταξινομίας της ΕΕ. Η έκθεση ελέγχου θα συνεισφέρει στην υλοποίηση της στρατηγικής του 2021 για τη χρηματοδότηση της μετάβασης σε μια βιώσιμη οικονομία, την οποία δημοσίευσε η Κομισιόν στις αρχές Ιουλίου.