ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Την υπαγωγή στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ κυνηγά η κυβέρνηση

Την υπαγωγή στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ κυνηγά η κυβέρνηση
EUROKINISSI

Τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα μπορούσε να ολοκληρωθεί το κυβερνητικό αφήγημα για υπαγωγή της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ θα αναζητήσει -δημοσίως και παρασκηνιακά - την τρέχουσα εβδομάδα η κυβέρνηση σε στενή επαφή με ευρωζώνη και θεσμούς.

Αν και η απόφαση για ένταξη της Ελλάδος στο QE θα ληφθεί από την ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ωστόσο η βιωσιμότητα του χρέους είναι η παράμετρος που βαραίνει στη λήψη αυτής της απόφασης. Δεδομένου πως το ΔΝΤ δεν θεωρεί το χρέος βιώσιμο, η αξιολόγηση της ΕΚΤ δεν μπορεί να αμφισβητεί τη θέση αυτή, ειδικά από τη στιγμή που το Eurogroup δεν έχει αποκρυσταλλώσει τις παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μετά τον Αύγουστο του 2018 για να ελαφρυνθεί το χρέος.

Η συζήτηση στο εσωτερικό της κυβέρνησης, και εν μέρει μεταξύ κοινοτικών κύκλων, περιστρέφεται στο εάν θα μπορούσε η ΕΚΤ να εγκρίνει την ένταξη στο QE χωρίς να υπάρχει ανάλυση βιωσιμότητας του ΔΝΤ. Κάποιοι Έλληνες αξιωματούχοι το θεωρούν δύσκολο, κάποιοι άλλοι υπενθυμίζουν την τοποθέτηση του μέλους του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Μπενουά Κερέ ότι η Κεντρική Τράπεζα θα λάβει την απόφασή της ανεξάρτητα και δεν χρειάζεται επισήμως να συμμετέχει το ΔΝΤ, αν και σαφώς αυτό θα προσέφερε άνεση με όρους αξιοπιστίας των μέτρων για το χρέος.

Σε κάθε περίπτωση το Eurogrοup στις 15 Ιουνίου θα πρέπει «να κλείσει το μάτι» σε μια διευθέτηση του χρέους με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά , ώστε να επιτρέψει στην ΕΚΤ να συντάξει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας. Η Ελλάδα υποστηριζόμενη από την Κομισιόν, αλλά και από χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία διεκδικεί μια λύση συμβατή με τις αποφάσεις του Μαΐου 2016 , η οποία θα προβλέπει πως θα επιμηκυνθεί ο χρόνος αποπληρωμής των δανείων του EFSF, αλλά το κυριότερο, θα διασφαλίζει σταθερό κόστος δανεισμού, ώστε να μην ανατραπεί η πορεία πτώσης του χρέους από τον κύκλο ανόδου των επιτοκίων.

Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος η κεφαλαιοποίηση των τόκων και η κατανομή των πληρωμών σε βάθος χρόνου πέραν της δεκαετίας σταθεροποιούν το επίπεδο πληρωμών που πρέπει να καταβάλλει κάθε χρόνο η Ελλάδα, άρα και τη δημοσιονομική κατάσταση. Στη βάση αυτή, η ελληνική κυβέρνηση θα ζητήσει μια λύση που θα προέβλεπε την επέκταση των λήξεων ομολόγων έως 15 έτη με τα τελευταία δάνεια να λήγουν το 2080 και έναν μηχανισμό σταθεροποίησης του κόστους δανεισμού από τον ESM, ίδιο με αυτό που προβλέπεται στα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.

Τις θέσεις αυτές αναμένεται να εκφράσουν τόσο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, όσο και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέδριο με θέμα «Ελλάδα: Επιστροφή στις χρηματοοικονομικές αγορές;» που διοργανώνει στις 31 Μαΐου στη Φρανκφούρτη ο Economist, σε συνεργασία με το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο.

Στο συνέδριο θα συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιερ Μοσκοβισί, ο Μπενουά Κερέ, μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, ο επικεφαλής της αποστολής του ESM για την Ελλάδα Νικολά Τζιαμαριόλι και ο επικεφαλής της αποστολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα Ντέκλαν Κοστέλο. Χαιρετισμό στο συνέδριο θα απευθύνει, με γραπτό μήνυμα, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.