ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Να επιτραπεί η «αμυντική ανταπεργία» ζητά το ΔΝΤ

Να επιτραπεί η «αμυντική ανταπεργία» ζητά το ΔΝΤ

Παρωχημένο θεωρεί το ΔΝΤ το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει της απεργίες στην Ελλάδα, σημειώνοντας ότι δεν έχει αλλάξει για περισσότερες από τρεις δεκαετίες. Στις συζητήσεις δε με τις ελληνικές αρχές το βάρος της προσοχής του έχει πέσει στο θέμα της ανταπεργίας των εργοδοτών (lockout) όπου το Ταμείο θεωρεί πως η Ελλάδα είναι μια «ακραία περίπτωση» στην ΕΕ, καθώς απαγορεύει την ανταπεργία, ακόμη και ως αμυντικό εργαλείο.

Να σημειωθεί πως μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών το lockout απαγορεύεται, εκτός από την Ελλάδα, και στις Γαλλία, Λιθουανία, Πορτογαλία και Σλοβενία. Το ΔΝΤ στις συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση έχει ζητήσει να επιτραπεί η «αμυντική ανταπεργία» στους εργοδότες και μεταξύ των επιχειρημάτων που θέτει είναι πως κάτι τέτοιο θα βοηθούσε στη στήριξη των επενδύσεων, κυρίως μέσω του περιορισμού του κόστους που συνδέεται με ενδεχόμενες απεργίες.

Να σημειωθεί πως το εργοδοτικό δικαίωμα της ανταπεργίας είχε νομοθετηθεί στην Ελλάδα με το άρθρο 32 του Ν. 330/1976, το οποίο προέβλεπε πως όταν ασκείται νόμιμα η ανταπεργία δεν αποτελεί παράβαση της σύμβασης εργασίας, την οποία δεν καταγγέλλει, αλλά απλώς αναστέλλει. Με τη σχετική διάταξη αναγνωρίζονταν ως δικαιώματα ο αποκλεισμός των μισθωτών εκ μέρους του εργοδότη, από τον τόπο εργασίας τους, ή η μη παράδοση στους εργαζομένους των απαραίτητων μέσων για την παροχή της εργασίας. Ωστόσο με το Ν.1264/1982 ( αρ.22 παρ2) η ανταπεργία προσδιορίσθηκε ως η άρνηση του εργοδότη να αποδεχθεί την εργασία των μισθωτών και με την ίδια διάταξη απαγορεύθηκε.

Μπορεί το ΔΝΤ να κάνει λόγο για «αμυντική ανταπεργία», ωστόσο σήμερα η ανταπεργία απαγορεύεται όποια μορφή και αν έχει είτε είναι «επιθετική» δηλαδή ο εργοδότης προσφεύγει πρώτος σε αυτήν είτε είναι «αμυντική» δηλαδή ο εργοδότης την χρησιμοποιεί ως μέσο καταστολής της απεργίας των μισθωτών. Ομοίως απαγορεύεται η ανταπεργία ακόμα και αν πρόκειται για παράνομη απεργία.

Να σημειωθεί πως το ΔΝΤ, αλλά και οι λοιποί Ευρωπαϊκοί θεσμοί θεωρούν πως η ανταπεργία είναι συμβατή τόσο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο (αναφέρεται στον Ευρωπαϊκό κοινωνικό χάρτη ως δικαίωμα των εργοδοτών σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων) όσο και με τη διεθνή πρακτική. Άλλωστε, η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση Εργασίας που ισχύει από το 1946 και η οποία αναφέρεται ρητά στο θεσμό της ανταπεργίας.

Σύμφωνα με νομικούς κύκλους έχει υποστηριχθεί ότι το Σύνταγμα δεν αποκλείει την ανταπεργία ούτε όμως την κατοχυρώνει ρητά ως δικαίωμα. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη ως Συνταγματική βάση της ανταπεργίας θεωρούνται το άρθρο 4 παρ.1 για την ισότητα ενώπιον του νόμου, το άρθρο 25 παρ.1 το οποίο διασφαλίζει την ακώλυτη άσκηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως ατόμου, αλλά και το άρθρο 5 παρ.1 σε ότι αφορά το δικαίωμα ανάπτυξης της προσωπικότητας.

Πάντως, η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας δεν μπαίνει στην λογική των ερμηνειών των διεθνών συνθηκών και του Συντάγματος και αποκλείει στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς οποιοδήποτε συζήτηση για επαναφορά του lockout, αποσαφηνίζοντας πως η απαγόρευση της ανταπεργίας θα διατηρηθεί ως έχει.