Στην ατζέντα Σταθάκη η απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου
Να διασφαλίσει την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου στο πλαίσιο των όσων προβλέπει το νέο Μνημόνιο θα κληθεί μεταξύ άλλων ο νέος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης.
Ήδη εδώ και μια τριετία η Ελλάδα έχει αναλάβει την υποχρέωση να προχωρήσει στη μετάβαση από μια αγορά βασισμένη σε διμερείς συμβάσεις σε μία ανταγωνιστική και ρευστή αγορά φυσικού αερίου, να προχωρήσει στην περαιτέρω ανάπτυξη της νομοθεσίας και των κανονισμών αποθήκευσης και ενίσχυσης της διαθεσιμότητας χώρων αποθήκευσης, έτσι ώστε να βελτιωθεί η ευελιξία στην αγορά και να καταρτίσει ένα επαρκές σχέδιο για την προώθηση της υιοθέτησης του φυσικού αερίου ως καυσίμου θέρμανσης για τα νοικοκυριά, εστιάζοντας στην πλήρη επιλεξιμότητα για όλους τους πελάτες φυσικού αερίου.
Ο κ. Σταθάκης ανέλαβε καθήκοντα σε μια περίοδο που υπάρχουν συνεχείς αντιδράσεις από πλευράς ΔΕΠΑ στο γεγονός ότι η Gazprom προμηθεύει με φυσικό αέριο εκτός από την ίδια και την Προμηθέας Gas. Ωστόσο, αυτή είναι η ουσία των πολιτικών που ζητούν οι δανειστές να τεθούν σε εφαρμογή.
Δεδομένου ότι η αγορά είναι πλήρως απελευθερωμένη, είναι καλοδεχούμενο από τους θεσμούς το να έρχεται φυσικό αέριο στην Ελλάδα από τρίτους, ειδικά αν αυτό είναι φθηνότερο της ΔΕΠΑ. Σε αυτό άλλωστε στόχευαν και οι περιορισμοί τους οποίους έχει επιβάλει στη ΔΕΠΑ η Επιτροπή Ανταγωνισμού, για συγκεκριμένο ποσοστό δυναμικότητας στα σημεία εισόδου στο Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου.
Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι πως ΔΕΠΑ προχώρησε με δική της πρωτοβουλία στη μείωση των ετήσιων ποσοτήτων της σύμβασης με την Gazprom από το 2017. Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν ελλείψεις στην αγορά εάν δραστηριοποιούταν σε αυτή μόνον το μονοπώλιο. Όμως αυτό δεν θα συμβεί διότι οι ποσότητες που μέχρι τώρα έρχονταν στην ελληνική αγορά μέσω της σύμβασης με τη ΔΕΠΑ θα έρχονται πλέον μέσω της εν Ελλάδι θυγατρικής της Gazprom, της Προμηθέας Gas.
Θέση των θεσμών είναι πως η απελευθέρωση στην αγορά φυσικού αερίου έχει αρχίσει να επιτυγχάνεται στην πράξη με τον ανταγωνισμό να προσφέρει χαμηλότερες τιμές προς τον καταναλωτή και πως αυτή η πρακτική θα πρέπει να καταστεί κανόνας και να μην ανασχεθεί από μικροσυμφέροντα.