ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

JP Morgan: Οι δύο μεγάλες προκλήσεις του Ελλάδα 2.0

JP Morgan: Οι δύο μεγάλες προκλήσεις του Ελλάδα 2.0
H JP Morgan προβλέπει ότι ο νέος ακαθάριστος δανεισμός των ελληνικών τραπεζών θα φτάσει το 15% του ΑΕΠ έως το 2024 AP Photo/Mark Lennihan, File

Καταλύτης ανάπτυξης μπορεί να αποτελέσει το πρόγραμμα Ελλάδα 2.0 σύμφωνα με την JP Morgan, συμβάλλοντας ακόμη και 1,9% σε αυτή την προσπάθεια εντός του 2022.

Εντούτοις, όπως αναφέρει ο αμερικανικός επενδυτικός οίκος, υπάρχουν δύο βασικές προκλήσεις τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει η χώρα μας, προκειμένου να κάμψει τις ανησυχίες των επενδυτών και να δρέψει όλα τα οφέλη του φιλόδοξου προγράμματος.

Η πρώτη από αυτές έχει να κάνει με τη μακροπρόθεσμη ικανότητα απορρόφησης των κεφαλαίων από τη χώρα και την αποτελεσματική κατανομή τους. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα καλείται να αξιοποιήσει ένα πολύ μεγάλο ποσό χρημάτων σε αντίστοιχα μικρό χρονικό διάστημα και μάλιστα σε μια σειρά από τομείς της οικονομίας. Ταυτόχρονα, με τα χρήματα αυτά καλείται να αναβαθμίσει υποδομές, να ψηφιοποιήσει διαδικασίες αλλά και να προχωρήσει μια σειρά από μεταρρυθμίσεις. Και αυτό, ενώ στο παρελθόν, με βάση τα ιστορικά στοιχεία απορρόφησης αντίστοιχων πόρων, οι σχετικές επιδόσεις δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές.

Ως απάντηση στην παραπάνω πρόκληση, θα πρέπει να σημειωθεί ότι με βάση τη δομή του Ταμείου Ανάκαμψης, κάθε έργο που εντάσσεται σε αυτό έχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα με αντίστοιχα ορόσημα (milestones) που έχουν καθοριστεί με ακρίβεια. Αντίστοιχα, αν δεν επιτευχθούν οι συγκεκριμένοι στόχοι, είναι πιθανό άλλα κράτη-μέλη να σταματήσουν τις εκταμιεύσεις μελλοντικών πληρωμών. Αντίστοιχα, η ελληνική κυβέρνηση έχει ορίσει με σαφήνεια την ιδιοκτησία κάθε έργου και τη σχετική λογοδοσία και έχει παράσχει κίνητρα στους ιδιοκτήτες να επιτύχουν τους στόχους τους.

Η δεύτερη πρόκληση, σύμφωνα με τη JP Morgan αφορά το δανειακό σκέλος του προγράμματος Ελλάδα 2.0 με τον επενδυτικό οίκο να τονίζει πως ακόμη δεν έχει προκύψει ουσιαστική αύξηση των νέων χρηματοδοτήσεων. Όπως αναφέρει, τα έργα που σχετίζονται με το σχέδιο θα έχουν συνήθως δομή χρηματοδότησης 40-40-20 ή 50-30-20, όπου το πρώτο 40%-50% παρέχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης ως δάνειο χαμηλού κόστους, το επόμενο 30%-40% παρέχεται από ιδιωτικές τράπεζες και το τελευταίο 20% είναι η απαιτούμενη επένδυση από τον ιδιοκτήτη του έργου.

Από την πλευρά τους, οι εγχώριες τράπεζες, συστημικές και μη έχουν ανακοινώσει φιλόδοξου στόχους αύξησης δανείων, άμεσα συνδεδεμένους με τις επενδύσεις που σχετίζονται με το Ταμείο. Καθώς μάλιστα η «πράσινη μετάβαση» επιταχύνεται και αποτελεί έναν από τους βασικούς τομείς του Ελλάδα 2.0, οι αντίστοιχοι στόχοι και προβλέψει αυξάνονται.

Παράλληλα, σύμφωνα πάντα με την JP Morgan, το Ταμείο Ανάκαμψης θα δώσει πρόσθετη ώθηση στις προοπτικές δανεισμού των τραπεζών. Εντούτοις, ο πραγματικός αντίκτυπος θα έρθει μέσω της μακροπρόθεσμης ώθησής που δίνει η πρωτοβουλία στην ευρύτερη οικονομία.

Μια ακόμη σημαντική παράμετρος είναι πως με τα χρήματα του Ταμείου μειώνεται ταυτόχρονα και ο πιστωτικός κίνδυνος των τραπεζών. Και αυτό γιατί η έκθεσή τους περιορίζεται στο 30%-40% του συνολικού ποσού, ενώ ταυτόχρονα η χαμηλότοκη χρηματοδότηση απομακρύνει την οικονομική πίεση από τους ιδιοκτήτες έργων, ειδικά σε μια περίοδο ανόδου των επιτοκίων.

Συμπερασματικά και με βάση τα παραπάνω δεδομένα, η JP Morgan προβλέπει ότι ο νέος ακαθάριστος δανεισμός των ελληνικών τραπεζών θα φτάσει το 15% του ΑΕΠ έως το 2024 από 8% το 2019, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 6% του χαρτοφυλακίου των εξυπηρετούμενων δανείων το 2021-2024, που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ετήσια συρρίκνωση 1% που καταγράφηκε το 2016-2021.