Καλπάζει η ακρίβεια σε τρόφιμα, καύσιμα και ενέργεια - Εξετάζονται νέες παρεμβάσεις
Ανανεώθηκε:
Η αύξηση των τιμών σε ενέργεια, σε καύσιμα, σε τρόφιμα και σε βασικές υπηρεσίες και προϊόντα γίνεται ημέρα με την ημέρα πιο ορατή και πλέον η ακρίβεια έχει αναρριχηθεί στα υψηλά επίπεδα που ήταν το 2010, έτος όμως που οι ονομαστικοί μισθοί στην Ελλάδα ήταν αισθητά υψηλότεροι σε σχέση με τους σημερινούς.
Με την διεθνή τιμή του φυσικού αερίου να είναι υπετριπλάσια σε σχέση με πέρυσι τον Φεβρουάριο, στα 81 ευρώ η θερμική μεγαβατώρα και την τιμή του πετρελαίου να έχει ξεπεράσει τα 90 δολάρια το βαρέλι, τα νοικοκυριά είναι εκτεθειμένα σε μεγάλες πληθωριστικές πιέσεις.
Μια τετραμελής οικογένεια μόνον για τις βασικές ανάγκες θέρμανσης, ηλεκτροδότησης και σίτισης δαπανά σήμερα κατ' ελάχιστον 800 ευρώ το μήνα, με το 35% του ποσού αυτού να πηγαίνει για καύσιμα, το 40% σε τρόφιμα και το υπολειπόμενο 25% σε έξοδα θέρμανσης.
Δεδομένου ότι μεγάλη μερίδα των νοικοκυριών δεν διαθέτει τα χρήματα αυτά και δεν καλύπτεται και από την επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης, μεγάλο μέρος του πληθυσμού διαβιεί σε συνθήκες ενεργειακής φτώχειας και δεν είναι σε θέση να καλύψει βασικές του ανάγκες.
Η ενεργειακή φτώχεια προκαλείται από το χαμηλό εισόδημα, τις υψηλές τιμές καυσίμων και την αναποτελεσματική ενεργειακή απόδοση ενός σπιτιού.
Σήμερα το ποσοστό των νοικοκυριών που υπολογίζεται ότι έχει πρόσβαση σε κεντρική θέρμανση, είναι μικρότερο του 50%.Και αυτό λόγω των τεράστιων αυξήσεων στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου σημειώθηκε εκτίναξη 180,9% στο φυσικό αέριο έναντι του Νοεμβρίου του 2020, άνοδος 45,2% στο πετρέλαιο θέρμανσης και 37,8% στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Είναι ενδεικτικό πως το γέμισμα ενός αυτοκινήτου έχει καταστεί 20 ευρώ ακριβότερο σε εβδομαδιαία βάση, η θέρμανση με φυσικό αέριο έχει τριπλασιασθεί σε σχέση με πέρυσι και η ηλεκτροδότηση είναι 60% πιο ακριβή. Και όλα αυτά συμπεριλαμβανομένων των κρατικών επιδοτήσεων.
Το κόστος καυσίμων συμπαρασείρει το κόστος τροφίμων. Οι ανατιμήσεις στους καταλόγους των σούπερ μάρκετ σε είδη ευρείας κατανάλωσης είναι ήδη 25% υψηλότερα σε σχέση με προ εξαμήνου και δεν φαίνεται ορατή η αποκλιμάκωση των τιμών.
Πρέπει να σημειωθεί πως η κυβέρνηση έχει ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση, καθώς δεν έκανε εγκαίρως χρήση των εργαλείων και των ευελιξιών που μας προσέφερε η ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τον Οκτώβριο 2021 μια «εργαλειοθήκη» μέτρων που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι χώρες για να αντιμετωπίσουν την κρίση ενέργειας. Η εργαλειοθήκη περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες λύσεις για την άμβλυνση της πίεσης στα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις χωρίς να βλάψει την εσωτερική αγορά ενέργειας της ΕΕ ή την πράσινη μετάβαση μεσοπρόθεσμα.
Σε αυτή την εργαλειοθήκη περίοπτη θέση έχουν οι προσωρινές μειώσεις φόρων. Είναι ενδεικτικό πως χώρες όπως το Βέλγιο μείωσαν το ΦΠΑ στα καύσιμα και στην ενέργεια από το 21% στο 6%. Αυτό αυτομάτως σημαίνει πως για ένα λογαριασμό ύψους 100 ευρώ το νοικοκυριό κερδίζει 15 ευρώ σε σχέση με πριν τη μείωση!
Αν και τα κόμματα της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα έχουν προτείνει τη μείωση του ΦΠΑ σε καύσιμα και τρόφιμα και των ΕΦΚ στην ενέργεια ήδη από τον Σεπτέμβριο του 2021, η κυβέρνηση μόλις τις τελευταίες ημέρες έχει ξεκινήσει να μελετά τις σχετικές παρεμβάσεις.
Ενδιάμεσα έχει δαπανήσει πολύτιμο δημοσιονομικό χώρο 2 δισ. ευρώ περίπου σε δαπάνες και επιδοτήσεις αμφίβολής αποτελεσματικότητας.
Μέχρι να ληφθούν μέτρα ανάσχεσης της ακρίβειας οι τιμές δεν θα φρενάρουν και όλα δείχνουν πως του επόμενους μήνες ο πληθωρισμός θα ανέλθει στα επίπεδα του 1996, ήτοι πριν μπει η χώρα στο ευρώ!