Θεοχάρης: Λελογισμένο ρίσκο που έπρεπε να πάρουμε το άνοιγμα του τουρισμού
Ανανεώθηκε:
Για «ρίσκο που τελικά έπρεπε να πάρουμε» έκανε λόγο ο υπουργός Τουρισμού, Χάρης Θεοχάρης, αναφορικά με το άνοιγμα των τουριστικών επιχειρήσεων, κατά την ομιλία του στο διεθνές συνέδριο «Olympia Forum Ι», που οργανώνουν στην Αρχαία Ολυμπία, η εφημερίδα «Πατρίς» και το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
«Ήταν ένα ρίσκο το άνοιγμα των επιχειρήσεων του τουρισμού. Ήταν όμως ένα ρίσκο λελογισμένο, οργανωμένο με επαγγελματικό τρόπο και νομίζω ότι το είδαμε και το βλέπουμε από τα αποτελέσματα», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Θεοχάρης.
Μάλιστα, όπως πρόσθεσε, «κοιτώντας στα μάτια κάθε εργαζόμενο του τουρισμού, κάθε επαγγελματία και κάθε επιχειρηματία, νομίζω ότι πρέπει να πούμε ότι τελικά έπρεπε να πάρουμε αυτό το ρίσκο».
«Αυτό αφήνει και μια θετικότατη εικόνα για την σεζόν που ολοκληρώνεται» επεσήμανε και συνέχισε:
«Το "στοίχημά" μας στην αρχή της σεζόν, ήταν το "στοίχημα" της ποιότητας, δηλαδή να μπορέσουμε να ανοίξουμε κατ΄ αρχάς, και ανοίγοντας να υποδεχτούμε όσο γίνεται περισσότερους ανθρώπους και κυρίως να γυρίσουν στα σπίτια τους υγιείς και ασφαλείς».
«Αυτό έχει συμβεί» είπε και εξήγησε ότι «δεν έχουμε τουρίστες στα νοσοκομεία μας και δεν έχουμε, απ' όλα τα τεστ που έχουμε, κάνει καμία είδους έξαρση, η οποία να οφείλεται στον τουρισμό». «Και αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζεται διεθνώς», σημείωσε.
«Μάλιστα, μόλις γύρισα από το εκτελεστικό συμβούλιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, στο οποίο αναγνώρισαν την ικανότητα της χώρας μας να ανοίξει με ισορροπία, χωρίς να αυξηθούν πολύ τα κρούσματα», συνέχισε.
Παράλληλα, σε κατ΄ ιδίαν συζητήσεις που είχα με πολλούς ομολόγους μου, αυτοί μου ζήτησαν την τεχνογνωσία μας, τον τρόπο που ανοίξαμε, καθώς και βοήθεια στο να μπορέσουν να το κάνουν με παρόμοιο ή και καλύτερο τρόπο».
Απαντώντας στο ερώτημα, κατά την διάρκεια του διαλόγου που ακολούθησε, γιατί κάποιες χώρες έβαζαν σε «κόκκινη» λίστα την Ελλάδα και σε καραντίνα τους τουρίστες που επέστρεφαν από νησιά, ο Χάρης Θεοχάρης είπε:
«Οι συζητήσεις με κάθε χώρα είναι καθημερινές. Προφανώς, κάθε χώρα βάζει τα δικά της κριτήρια. Για αυτό εξάλλου, ζήτησα και από το "βήμα" του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού να υπάρξει επιτέλους μια συνεννόηση και μια ομογενοποίηση των κανόνων».
«Αυτή την στιγμή», όπως ανέφερε ο υπουργός Τουρισμού, «έχουμε άλλους κανόνες για κάθε χώρα ακόμα και σε ευρωπαϊκό σε επίπεδο» προσθέτοντας:
«Καλώς ή κακώς οι υγειονομικές εξελίξεις στην Ευρώπη κατά την διάρκεια του καλοκαιριού ήταν δυσμενείς, δηλαδή κάθε χώρα είδε αύξηση κρουσμάτων. Σε κάθε περίπτωση, μέσα στο πλαίσιο της διαχείρισης της αύξησης των κρουσμάτων, κάθε χώρα έπαιρνε μέτρα εσωτερικής και εξωτερικής αυστηριοποίησης των διαδικασιών της.»
Όσον αφορά την Ελλάδα, είπε ότι «έχουμε δώσει πάρα πολλά στοιχεία και θα κάνουμε κάθε προσπάθεια να συνεργαζόμαστε με πνεύμα διαφάνειας και αίσθημα ευθύνης, γιατί δεν θέλουμε να κρύψουμε τίποτα».
Μάλιστα, όπως σημείωσε, «το χαρακτηριστικό παράδειγμα που αποδεικνύει του λόγου το αληθές, είναι ότι η συζήτηση για το αν θα έπρεπε η Μεγάλη Βρετανία να μας κλείσει πήρε ενάμισι μήνα και παράλληλα ήμασταν από τις τελευταίες χώρες που μπήκαν σε αυτή την λίστα, βάζοντας γεωγραφικά κριτήρια και χωρίς να αποκλείει όλη την χώρα, όπως έκανε σε άλλες περιπτώσεις».
Παράλληλα, ο Χάρης Θεοχάρης υπογράμμισε ότι «οι περισσότερες χώρες, μας έχουν στις πιο καλές συνθήκες».
Μιλώντας στην συνέχεια για την περιφερειακή διάσταση της ανάπτυξης του τουρισμού, είπε ότι «είναι η πιο ουσιαστική, διότι είναι μια "βιομηχανία" με ποικιλομορφία, με πολλά είδη τουρισμού, με πολλές διαφορετικές εμπειρίες και με πολύ διαφορετική ανάπτυξη»,
Παράλληλα, επεσήμανε ότι «επηρεάζεται πάρα πολύ από το περιβάλλον, από τις δεξιότητες των ανθρώπων της κάθε περιοχής, καθώς και από άλλα στοιχεία, όπως την πρωτογενή παραγωγή που μπορεί να διαθέτει.
Συνεπώς, συνέχισε, «η περιφερειακή διάσταση είναι η πιο ουσιαστική διάσταση σε σχέση με τις υπόλοιπες "βιομηχανίες"».
Σχετικά με την στήριξη των τουριστικών περιοχών, ο Χάρης Θεοχάρης είπε ότι «εμείς, από τη δική μας πλευρά ερχόμαστε με το πλάνο για την επόμενη χρονιά, δηλαδή το πλάνο της προβολής, το οποίο θα λάβει υπόψη του ακριβώς εκείνες τις περιοχές, οι οποίες έχουν πληγεί περισσότερο για να μπορέσει να τις στηρίξει πιο ουσιαστικά».