Αναδρομικά εννέα μηνών για όσους συνταξιούχους εργάζονται
Ανανεώθηκε:
Αυξήσεις και αναδρομικά εννέα μηνών στους συνταξιούχους που εργάζονται έρχονται στα τέλη Οκτωβρίου, με την πληρωμή των συντάξεων Νοεμβρίου.
Η μείωση της ποινής στους συνταξιούχους που εργάζονται από 60% σε 30% ψηφίστηκε τον περασμένο Φεβρουάριο με τον νόμο Βρούτση, ισχύει από τις συντάξεις Μαρτίου 2020, αλλά δεν έχει ακόμη εφαρμοστεί. Από τους 80.000 εργαζόμενους συνταξιούχους, αύξηση εκτιμάται ότι δικαιούνται τώρα οι περίπου 25.000, επειδή ξεκίνησαν να εργάζονται από τον Μάιο του 2016 και μετά.
Όπως αναφέρεται σε σχετική εγκύκλιο του ΕΦΚΑ οι διατάξεις του άρθρου 27 του Ν. 4670/2020 (νόμος Βρούτση) εφαρμόζονται στους συνταξιούχους, λόγω γήρατος, όλων των ενταχθέντων στον e-ΕΦΚΑ φορέων και του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων των προσώπων που λαμβάνουν χορηγία ή βουλευτική σύνταξη, οι οποίοι είτε έχουν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα, πριν από τις 28.2.2020 (ημέρα δημοσίευσης του νόμου) ή θα αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχόληση, μετά την ισχύ του Ν. 4670/2020, δηλαδή από τις 28.2.2020, εφόσον για την εργασία ή την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον e-ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις των πρώην φορέων που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ.
Συγκεκριμένα, αφορά:
- Ασφαλισμένους που συνταξιοδοτήθηκαν από τις 28.2.2020 και μετά και ανέλαβαν εργασία ή δραστηριότητα είτε πριν είτε μετά τη συνταξιοδότησή τους.
- Ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και ανέλαβαν εργασία μετά τις 28.2.2020.
- Ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και οι οποίοι είχαν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα, πριν από τις 28.2.2020. Στην περίπτωση αυτή, διακρίνονται δύο κατηγορίες: α) εργαζόμενοι συνταξιούχοι που καταλαμβάνονταν από τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016, στους οποίους εφαρμόζεται το άρθρο 27 του Ν. 4670/2020 από τις 28.2.2020, εφόσον συνέχισαν να εργάζονται κατά την ημερομηνία αυτή και β) συνταξιούχοι οι οποίοι είχαν αναλάβει εργασία ή είχαν αποκτήσει ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση, πριν από τις 13.5.2016 και δεν ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016. Οι συνταξιούχοι αυτής της κατηγορίας υπάγονται στο πεδίο των διατάξεων του άρθρου 27 του Ν. 4670/2020 από 1.3.2022, εφόσον συνεχίζουν εργαζόμενοι κατά την ημερομηνία αυτή.
Στην περίπτωση που συνταξιούχοι διακόψουν την απασχόλησή τους, μέχρι τις 28.02.2022, ευνόητο είναι ότι για όσο χρόνο είχαν εργαστεί ενέπιπταν στις προϊσχύουσες οικείες διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχων.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι συνταξιούχοι που εργάζονταν νωρίτερα από τον Μάιο του 2016 διατηρούν τη σύνταξή τους ως έχει μέχρι τον Μάρτιο του 2022. Οι συνταξιούχοι που είχαν ήδη αναλάβει εργασία πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή πριν από τις 13 Μαΐου του 2016 εξαιρούνταν από τον κόφτη του 60% και εξακολουθούν να εξαιρούνται. Ειδικά γι' αυτή την κατηγορία των συνταξιούχων, ο ασφαλιστικός νόμος Βρούτση, προβλέπει μεταβατική περίοδο έως τον Μάρτιο του 2022.
Μέχρι τότε, οι εν λόγω συνταξιούχοι διατηρούν το παλαιότερο του νόμου Κατρούγκαλου καθεστώς, το οποίο διαχωρίζει τις ποινές ανάλογα με την απασχόληση.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», αυτό σημαίνει πως όσοι εργάζονται ως μισθωτοί χάνουν το 70% του ποσού που υπερβαίνει τα 30 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Όποιος έχει σύνταξη έως 871 ευρώ δεν χάνει τίποτα. Οσοι έχουν υψηλότερη σύνταξη χάνουν το 70% του ποσού που υπερβαίνει τα 871. Η επικουρική καταβάλλεται ολόκληρη. (Όσοι είναι κάτω των 55 ετών χάνουν εντελώς τη σύνταξη.) Όσοι εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες χάνουν εντελώς το ποσό που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια. Οσοι είναι κάτω των 55 χάνουν εντελώς τη σύνταξη. Όσοι είναι πάνω από 55 και λαμβάνουν σύνταξη έως 1.742 ευρώ δεν χάνουν τίποτα.
Τέλος, κατά τον χρόνο απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται, ανάλογα με την αναληφθείσα απασχόληση, εργασία ή ιδιότητα, οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές. Οι καταβληθείσες εισφορές χρησιμοποιούνται για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης και της επικουρικής σύνταξης των εργαζόμενων συνταξιούχων.
Οι συνταξιούχοι υποχρεούνται πριν αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχοληθούν, να το δηλώσουν στους ασφαλιστικούς τους οργανισμούς. Παράλειψη της δήλωσης συνεπάγεται καταλογισμό εις βάρος του συνταξιούχου ποσού ίσου με το ύψος 12 μηνιαίων συντάξεων.