ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η αύξηση του κατώτατου μισθού «κολλάει» στην υποτονική παραγωγικότητα

Η αύξηση του κατώτατου μισθού «κολλάει» στην υποτονική παραγωγικότητα
ΙΝΤΙΜΕ/ΧΑΛΚΙΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ

Η συζήτηση για νέα αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα θα ολοκληρωθεί μέσα στο επόμενο τρίμηνο και αφού πρώτα υπάρξει διαβούλευση μεταξύ κοινωνικών εταίρων και κυβέρνησης. Ωστόσο, η αύξηση του κατώτατου μισθού είναι μια κρίσιμη παράμετρος που επηρεάζει άμεσα το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, ήτοι την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας έναντι των εμπορικών της εταίρων.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, ο ρυθμός ανόδου του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα επιβραδύνθηκε το 2019 στο 0,7%, από 1% το 2018 και παρέμεινε χαμηλότερος από τον αντίστοιχο ρυθμό ανόδου που σημειώθηκε στους κυριότερους εμπορικούς εταίρους της χώρας μας. Αυτό είναι κάτι που ωφέλησε συνολικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Πρέπει να σημειωθεί πως το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξάνεται με επιταχυνόμενο ρυθμό σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ. Η αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην ΕΕ ξεκίνησε γύρω στο 2013, αρχικά στις οικονομίες της Βαλτικής, λίγο αργότερα σε ορισμένες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, με κάποιες ενδείξεις επιτάχυνσης να γίνονται ορατές και σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.

Η αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ήταν την τελευταία διετία ιδιαίτερα έντονη σε ορισμένες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και τις χώρες της Βαλτικής, ιδίως τη Ρουμανία, καθώς και τη Βουλγαρία, την Τσεχία, την Εσθονία, την Ουγγαρία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και τη Σλοβακία.

Η αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος παρέμεινε σχετικά μέτρια, αν και υψηλότερη σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη, σε καθαρές οφειλέτριες χώρες της ζώνης του ευρώ, ιδίως στην Κύπρο, την Ελλάδα και την Ισπανία. Η Πορτογαλία κατέγραψε αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος πάνω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, ενώ η Γερμανία κατέγραψε τη μεγαλύτερη επιτάχυνση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ανάμεσα στις μεγάλες οικονομίες της ζώνης του ευρώ.

Η έντονη αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εκ νέου αύξηση των μισθών εν μέσω στενότητας της αγοράς εργασίας. Μετά την οικονομική ανάκαμψη, την αύξηση της απασχόλησης και τη μείωση των ποσοστών ανεργίας ακολούθησε επιταχυνόμενη αύξηση των μισθών.

Γενικά, η αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος τείνει να είναι ισχυρότερη στις χώρες με χαμηλότερη ανεργία, με ελλείψεις δεξιοτήτων, με ελλείψεις στην προσφορά εργατικού δυναμικού, ενώ η δυναμική κάλυψης της υστέρησης διαδραματίζει επίσης ρόλο ιδίως στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.

Η υποτονική παραγωγικότητα της εργασίας διαδραματίζει αυξανόμενο ρόλο στην αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Τα τελευταία χρόνια, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε με ρυθμούς χαμηλότερους από εκείνους που καταγράφηκαν την περίοδο προ κρίσης, τόσο λόγω της πιο μέτριας αύξησης της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής όσο και της ασθενέστερης κεφαλαιακής έντασης.

Στο μέλλον, η δυναμική της ανταγωνιστικότητας για τις οικονομίες της ΕΕ θα μπορούσε να καταστεί όλο και λιγότερο ευνοϊκή για την επανεξισορρόπηση, λόγω τόσο της σχετικά ισχυρότερης αύξησης των μισθών όσο και της πιο συγκρατημένης αύξησης της παραγωγικότητας εξαιτίας της μειωμένης συμβολής της ενίσχυσης της κεφαλαιακής έντασης.