Με χρυσή βίζα και φορολογικά διαβατήρια κυνηγά τους επενδυτές η Ελλάδα
Πλήθος ξένων εταιρειών που ειδικεύονται στην παροχή υπηρεσιών σχετικών με τη χρυσή βίζα και τα φορολογικά διαβατήρια έχουν προσεγγίσει την κυβέρνηση προκειμένου να παράσχουν τις υπηρεσίες τους στην Ελλάδα, προσελκύοντας ευκατάστατους επενδυτές.
Η κυβέρνηση, διαπιστώνοντας το επενδυτικό ενδιαφέρον, αναμόρφωσε το θεσμικό πλαίσιο για την Golden Visa και προχώρησε στη θεσμοθέτηση του θεσμού του «διαμένοντος μη κατοίκου» (non domiciled resident- non-dom) και στην Ελλάδα.
Ουσιαστικά έδωσε κίνητρα για προσέλκυση πλουσίων από το εξωτερικό για να επενδύσουν ποσά άνω των 500.000 ευρώ στην Ελλάδα, μεταφέροντας τη φορολογική τους έδρα και πληρώνοντας προκαθορισμένο φόρο 100.000 ευρώ για το παγκόσμιο εισόδημα τους, ανεξαρτήτως του ύψους του (συν 20.000 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειάς του).
Το νομοσχέδιο «Φορολογική μεταρρύθμιση με αναπτυξιακή διάσταση για την Ελλάδα του αύριο» που δόθηκε προχθές σε δημόσια διαβούλευση από το υπουργείο Οικονομικών εισάγει το θεσμό του «non-dom», που συνίσταται στη θέσπιση ενός ελκυστικού φορολογικού πλαισίου για το σύνολο των παγκοσμίων εισοδημάτων ενός φυσικού ή νομικού προσώπου προκειμένου αυτός να μεταφέρει τη φορολογική του έδρα σε άλλη χώρα.
Οι διατάξεις για το θεσμό του «διαμένοντος μη κατοίκου» περιλαμβάνονται στο πρώτο άρθρο του φορολογικού νομοσχεδίου και προβλέπουν τα εξής:
Ο φορολογούμενος, φυσικό πρόσωπο, που μεταφέρει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα δύναται να υπαχθεί σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης, όπως ορίζεται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου, για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 5, εφόσον σωρευτικά:
α) δεν ήταν φορολογικός κάτοικος της Ελλάδος τα προηγούμενα 7 από τα 8 έτη πριν τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του στην Ελλάδα και
β) αποδεικνύει ότι επενδύει o ίδιος ή συγγενικό του πρόσωπο, κατά την έννοια της περ. στ΄ του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, ή μέσω νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας στο οποίο ή στην οποία, αντίστοιχα, έχει την πλειοψηφία των μετοχών ή μεριδίων, σε ακίνητα ή επιχειρήσεις ή κινητές αξίες ή μετοχές ή μερίδια σε νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες με έδρα την Ελλάδα. Το ποσό της επένδυσης αυτής δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 500.000 ευρώ. Η επένδυση πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός 3 ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης κατά την παρ. 3 του παρόντος.
Δεν απαιτείται να συντρέχει η προϋπόθεση της περίπτωσης β΄, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο που έχει αποκτήσει και διατηρεί άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 4251/2014, όπως ισχύει.
Το εν λόγω φυσικό πρόσωπο υπόκειται σε φόρο για το φορολογητέο εισόδημά του που προκύπτει στην ημεδαπή, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 5, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του παρόντος Κώδικα.
Εφόσον γίνει δεκτή, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παρ. 3, η υπαγωγή του φορολογούμενου σε εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης για το εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή, το φυσικό πρόσωπο καταβάλλει φόρο κατ’ αποκοπή, ανεξαρτήτως του ύψους εισοδήματος που αποκτήθηκε στην αλλοδαπή, ποσού 100.000 ευρώ για κάθε φορολογικό έτος.
Το φυσικό πρόσωπο έχει τη δυνατότητα να ζητήσει την επέκταση της εφαρμογής του άρθρου αυτού για οποιοδήποτε συγγενικό του πρόσωπο, κατά την έννοια της περ. στ΄ του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, καταβάλλοντας ποσό φόρου ίσο με 20.000 ευρώ ανά φορολογικό έτος για κάθε συγγενικό πρόσωπο. Ο φόρος αυτός καταβάλλεται σε 1 δόση και δεν συμψηφίζεται με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις ή τυχόν πιστωτικά υπόλοιπα.
Η αίτηση μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας με υπαγωγή στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν άρθρο υποβάλλεται από το φυσικό πρόσωπο μέχρι τις 31 Μαρτίου έκαστου φορολογικού έτους στην Φορολογική Διοίκηση. Εντός της ίδιας προθεσμίας δύνανται να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στον εναλλακτικό τρόπο φορολόγησης εισοδήματος που προκύπτει στην αλλοδαπή κατά το παρόν άρθρο και φυσικά πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 και έχουν ήδη μεταφέρει τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα εντός του προηγούμενου φορολογικού έτους. Εντός 60 ημερών από την υποβολή της αίτησης, η Φορολογική Διοίκηση εξετάζει την αίτηση και εκδίδει απόφαση, με την οποία την εγκρίνει ή την απορρίπτει.
Το φυσικό πρόσωπο δηλώνει στην αίτησή του το κράτος στο οποίο είχε την τελευταία φορολογική κατοικία του μέχρι την υποβολή της αίτησής του. Η Φορολογική Διοίκηση ενημερώνει τις φορολογικές αρχές του κράτους αυτού σχετικά με τη μεταφορά της φορολογικής κατοικίας του εν λόγω φορολογουμένου, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διεθνούς διοικητικής συνεργασίας όπως αυτές ισχύουν.
Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από το πρώτο φορολογικό έτος για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση του φυσικού προσώπου για την υπαγωγή του στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και λήγει μετά το πέρας 15 φορολογικών ετών. Η υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν δύναται να παραταθεί πέραν των 15 φορολογικών ετών.
Το φυσικό πρόσωπο που εντάσσεται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον σε κάποιο φορολογικό έτος δεν καταβάλλει ολόκληρο το οριζόμενο στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατ’ αποκοπή ποσό φόρου, παύει να υπάγεται από το οικείο φορολογικό έτος στις διατάξεις του άρθρου αυτού και φορολογείται για το παγκόσμιο εισόδημά του βάσει των γενικών διατάξεων του παρόντος Κώδικα.
Το φυσικό πρόσωπο δύναται σε οποιοδήποτε φορολογικό έτος κατά τη διάρκεια της προβλεπόμενης στην παρ. 4 εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος άρθρου να υποβάλει αίτηση για την ανάκληση της υπαγωγής του στις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση ανάκλησης, το φυσικό πρόσωπο υπάγεται σε φορολογία σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για το φορολογικό έτος εντός του οποίου υποβάλλει την αίτηση ανάκλησης και δεν υποχρεούται στην καταβολή του οριζόμενου κατ’ αποκοπή ποσού φόρου για το έτος αυτό.
Το φυσικό πρόσωπο οφείλει να αποδώσει το οριζόμενο στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου κατ’ αποκοπή ποσό φόρου εντός 30 ημερών από την έγκριση της αίτησής του κατά την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.
Η δήλωση φορολογίας εισοδήματος υποβάλλεται και η καταβολή του φόρου διενεργείται, με την επιφύλαξη των οριζομένων στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 67 του παρόντος Κώδικα.
Με την καταβολή του κατ’ αποκοπή ποσού φόρου της παρ. 2 του παρόντος άρθρου εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του φυσικού προσώπου που έχει υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος άρθρου για εισόδημα που προκύπτει στην αλλοδαπή και το φυσικό πρόσωπο απαλλάσσεται από φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων καθορίζονται οι επιλέξιμες κατηγορίες επενδύσεων, ο χρόνος διατηρήσεώς τους στην Ελλάδα, η διαδικασία αποδείξεως της επένδυσης, η παρακολούθηση της διατήρησης της επένδυσης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς της φορολογικής κατοικίας, η αρμόδια υπηρεσία για την υποβολή, εξέταση και έγκριση της αίτησης, τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση, η ανάκλησή της καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα ή λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.