Η Παγκόσμια Τράπεζα βλέπει ολοκλήρωση του Κτηματολογίου το 2030
Έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας υποστηρίζει πως ο σχεδιασμός του υπουργείου Περιβάλλοντος για την ολοκλήρωση των συμβάσεων κτηματογράφησης το 2020 είναι στον αέρα και πως με τα σημερινά δεδομένα το Κτηματολόγιο θα ολοκληρωθεί με έως δέκα χρόνια καθυστέρηση, δηλαδή το 2030!
Σύμφωνα με τον Φιλελεύθερο, η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας χαρακτηρίζει ως εξαιρετικά αισιόδοξη την εκτίμηση της ελληνικής κυβέρνησης ότι όλες οι συμβάσεις κτηματογράφησης θα έχουν ολοκληρωθεί έως το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Η Παγκόσμια Τράπεζα αναφέρει αρχικά πως η εμπειρία με τις πρόσφατες και συνεχιζόμενες συμβάσεις κτηματογράφησης δείχνει ότι θα υπάρξουν καθυστερήσεις που οφείλονται σε παράγοντες που εκφεύγουν του ελέγχου των εργολάβων, όπως π.χ. καθυστερήσεις στον έλεγχο των συμβατικών παραδοτέων.
Εισερχόμενη στους λόγους των καθυστερήσεων η Παγκόσμια Τράπεζα φωτογραφίζει λάθος χειρισμούς του υπουργείου Περιβάλλοντος στη νομοθέτηση της Ελληνικό Κτηματολόγιο ΑΕ, του φορέα που «στα χαρτιά» έχει διαδεχθεί την Εθνικό Κτηματολόγιο και Χαρτογράφηση (ΕΚΧΑ ΑΕ).
Όπως αναφέρει η ανάλυση κινδύνου της Παγκόσμιας Τράπεζας ο μεγαλύτερος κίνδυνος στην ολοκλήρωση του Κτηματολογίου αφορά στη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα σχετικά με το καθεστώς των δικηγόρων της Ελληνικό Κτηματολόγιο και σχετικά με τη διαθεσιμότητα των δικηγόρων για τη στήριξη του υπάρχοντος μεγάλου χαρτοφυλακίου των συμβάσεων κτηματογράφησης.
Ενδεικτικά υπογραμμίζεται πως ο αριθμός των δικηγόρων που τρέχουν τους νόμιμους ελέγχους και τον ποιοτικό έλεγχο τεκμηρίωσης των 72 συμβάσεων κτηματογράφησης που είναι σε εξέλιξη, αλλά και των πέντε συμβάσεων κτηματογράφησης που δεν έχουν ακόμη υπογραφεί είναι και θα παραμείνει ανεπαρκής.
«Η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των συμβάσεων που θα προκύψει μόνο από αυτό το γεγονός εκτιμάται σε 2 έως 3 χρόνια», τονίζει η Παγκόσμια Τράπεζα.
Στη βάση αυτή υπογραμμίζει πως η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου θα μπορούσε να πάει έως το 2030. «Αυτό θα είναι ένα οδυνηρό σοκ για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής», αναφέρει η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που έφερε στο φως η εφημερίδα.