Επιφυλακτικοί οι Γερμανοί για τη δημιουργία ενός Ταμείου κρίσεων που πρότεινε η Λαγκάρντ
Αντιστάσεις συναντά μεταξύ των Γερμανών πολιτικών και κορυφαίων οικονομολόγων η πρόταση της επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ για τη δημιουργία ενός γιγαντιαίων διαστάσεων Ταμείου κρίσεων για τη σταθεροποίηση του ευρώ.
«Μόνον η Γερμανία θα χρειαζόταν να συμμετέχει με περισσότερα από δέκα δισ. ευρώ τον χρόνο. Οικονομολόγοι και πολιτικοί βλέπουν την πρόταση με επιφυλακτικότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα Handelsblatt. «Δεν θεωρώ καλή ιδέα την ίδρυση μεγάλων Ταμείων για την ευρωζώνη», δήλωσε ο «Σοφός» της γερμανικής οικονομίας Πέτερ Μπόφινγκερ και προσθέτοντας:
Τα χρήματα που θα δίνονταν σ’ ένα τέτοιο Ταμείο θα λείψουν από τις επενδύσεις και τις δαπάνες για την εκπαίδευση.
Λέει μάλιστα πως δεν βλέπει τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα τέτοιο ταμείο, ώστε να αποφευχθεί η προοπτική να μετατραπεί σε ενός είδους αναδιανεμητική ένωση εντός της νομισματικής ένωσης. Και τονίζει: «Το μόνο που πετυχαίνει κανείς με τέτοιες ιδέες είναι να ρίχνει νερό στον μύλο όλων των πολέμιων του ευρώ».
Μιλώντας στην Die Welt, ο Μπόφινγκερ εξηγεί γιατί δεν πείθεται από την πρόταση δημιουργίας «ενός ακόμη οργάνου εξισορρόπησης ελλειμμάτων». «Θα επρόκειτο για κάτι ανάμεσα σε ανάληψη δανείων στο πλαίσιο του συμφώνου σταθερότητας και οικονομική βοήθεια από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας. Ποιο νόημα θα είχε ένα τέτοιο τρίτο εργαλείο;» ρωτά ο Γερμανός «Σοφός» της οικονομίας.
«Για μένα προσωπικά, αποκλείεται η προοπτική συνέχισης με ένα τέτοιο βήμα, εφόσον αυτό δεν συνδέεται με μεταρρυθμίσεις για ενίσχυση της πειθαρχίας της αγοράς», δήλωσε ο Κλέμενς Φεστ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου.
«Η γερμανική ετήσια συνδρομή ύψους άνω των έντεκα δισ. ευρώ, την οποία ζητά η Λαγκάρντ, θα μας αφαιρούσε για τα επόμενα χρόνια σχεδόν όλα τα πολιτικά- δημοσιονομικά περιθώρια», δήλωσε ο αναπληρωτής επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας της Ένωσης CDU/ CSU, Ραλφ Μπρινκχάους. Έκφράζει μάλιστα τον φόβο ότι στην πράξη δεν πρόκειται να λειτουργήσει το προτεινόμενο μέτρο της αποπληρωμής των κονδυλίων του ταμείου από τα κράτη- μέλη, όταν θα έχει ξεπεραστεί η όποια κρίση. «Θεωρώ αυτή την αντίληψη αφελή», είπε.
«Σε δέκα χρόνια στη Γερμανία θα λείπουν περίπου 130 δισ. ευρώ», δήλωσε ο πολιτικός του CDU Εκχαρντ Ρέμπεργκ. Η πρόταση δεν είναι κατά τον ίδιο ούτε εφαρμόσιμη ούτε χρήσιμη και προειδοποίησε για τον κίνδυνο να οδηγηθεί η ευρωζώνη σε μία αναδιανεμητική ένωση.
«Αντί να γίνονται συνεχώς νέες προτάσεις, που αφορούν στην κοινοτικοποίηση των κινδύνων, θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο να επιδιωχθεί μια πειστική πρόληψη κρίσεων, η εφαρμογή αξιόπιστων μεταρρυθμίσεων σε εθνικό επίπεδο και η προώθηση με αποφασιστικότητα της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς», υποστήριξε ο γενικός γραμματέας του Οικονομικού Συμβουλίου του CDU, Βόλφγκανγκ Στάιγκερ.
Με επιφυλακτικότητα βλέπει την πρόταση Λαγκάρντ και το SPD. Αν και υποστηρίζει καταρχάς τη δημιουργία ενός ταμείου απρόβλεπτων περιστάσεων για τα κράτη- μέλη της ευρωζώνης, θα ήθελε με τη βοήθεια ενός τέτοιου «κορβανά» να προωθούνται και δομικές μεταρρυθμίσεις. «Κάτι τέτοιο μού μοιάζει περισσότερο χρήσιμο απ’ ό,τι ένα ταμείο «για δύσκολους καιρούς» με εισφορές των κρατών- μελών, όπως προτείνει η κυρία Λαγκάρντ, δήλωσε ο πολιτικός του κόμματος Γιοχάνες Καρς.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νομισματική Ένωση θα πρέπει να ενισχυθεί για να είναι προετοιμασμένη σε επόμενες κρίσεις» συμπλήρωσε. Ωστόσο, όπως είπε, η συμφωνία του κυβερνητικού συνασπισμού μεταξύ Ένωσης και SPD προβλέπει διάθεση κονδυλίων του προϋπολογισμού για την οικονομική σταθεροποίηση, την κοινωνική συνοχή και την υποστήριξη δομικών μεταρρυθμίσεων στην ευρωζώνη. «Κάτι τέτοιο μού μοιάζει χρησιμότερο απ’ ό,τι ένα ταμείο απρόβλεπτων περιστάσεων με εισφορές της τάξης του 0,35% του ΑΕΠ της κάθε χώρας ετησίως», δήλωσε ο Γιοχάνες Καρς στη FAZ.
Δεν πρόκειται κάποια συγκεκριμένα κράτη μονίμως να πληρώνουν και να χρηματοδοτούν άλλα, δήλωσε ο επικεφαλής του Γερμανικού Ιδρύματος για την οικονομική Έρευνα (DIW), Μάρτσελ Φράτσερ. Στόχος είναι, κατά τον ίδιο, κάθε χώρα στο τέλος να λαμβάνει υπηρεσίες αξίας ίσης με τα ποσά που έχει η ίδια προηγουμένως καταβάλει.
«Τι θα συμβαίνει ωστόσο στην περίπτωση π.χ. ενός κράτους- μέλους που ναι μεν έχει καταβάλει τακτικά τις εισφορές του αλλά σε κάποια σημεία δεν έχει τηρήσει τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε.». «Πού ακριβώς βρίσκεται το όριο, πέρα από το οποίο ένα κράτος δεν θα δικαιούται να λαμβάνει χρήματα από το κοινό ταμείο;-διερωτάται η εφημερίδα Die Welt.
Το ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών, με δήλωση εκπροσώπου του, τόνισε ότι προτού προβεί σε αξιολόγηση της πρότασης, επιθυμεί να εξετάσει επισταμένως τις λεπτομέρειές της.