Αλλάζει ο χάρτης των κατασκευών – Μάχη γιγάντων για την Αττική Οδό
Ανανεώθηκε:
Καταλύτης εξελίξεων στον κατασκευαστικό κλάδο είναι η συμφωνία ανάμεσα στους εφοπλιστές Μπάκο και Καϋμενάκη και τη Motor Oil για την απόκτηση από τη δεύτερη των μετοχών τους στην Ελλάκτωρ ενώ την ίδια στιγμή μαίνεται η μάχη για την Αττική Οδό.
Η εξέλιξη αυτή ουσιαστικά απελευθερώνει τον κατασκευαστικό όμιλο, ο οποίος –απαλλαγμένος από τις μετοχικές έριδες- κινείται δυναμικά σε μια σειρά από έργα, συμπεριλαμβανομένης και της Αττικής Οδού.
Ειδικά η τελευταία αποτελεί «μήλο της Έριδος» για όλες ανεξαιρέτως τις εγχώριες κραταιές κατασκευαστικές εταιρείες, αλλά και ξένους κολοσσούς, ανεβάζοντας κατακόρυφα τον πήχη του ανταγωνισμού.
Οι οκτώ μνηστήρες της Αττικής Οδού
Η κατάθεση προσφορών από οκτώ σχήματα στο διαγωνισμό της Αττικής Οδού επιβεβαιώνει πλήρως το μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ η κυβέρνηση, το ΤΑΙΠΕΔ, οι τράπεζες αλλά και ευρύτερα η αγορά αναμένουν το άνοιγμα των αρχικών προσφορών αλλά και τις βελτιωμένες προσφορές που με βεβαιότητα θα ζητήσει το ΤΑΙΠΕΔ.
Σημειώνεται ότι οι οκτώ «μνηστήρες» είναι οι (με αλφαβητική σειρά):
- ABERTIS INFRAESTRUCTURAS S.A.
- GRUPPO FININC – INC SpA
- Ένωση προσώπων αποτελούμενη από τις εταιρείες «ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ Α.Ε.» και «FS ARK HOLDCO S.a.r.l.»
- Ένωση προσώπων «VINCI HIGHWAYS S.A.S. – VINCI CONCESSIONS S.A.S. – ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Α.Ε. – MOBILITY PARTNER S.A.S.»
- Ένωση προσώπων «ΑΚΤΩΡ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΕΙΣ Α.Ε. – ΑΒΑΞ Α.Ε. – ADRIAN INFRASTRUCTURE»
- Κοινοπραξία αποτελούμενη από τις εταιρείες «BRISA – AUTO ESTRADAS de PORTUGAL S.A.» και «RUBICONE BIDCO S.A.»
- Κοινοπραξία αποτελούμενη από τις εταιρείες «MACQUARIE ASSET MANAGEMENT MOTORWAY HOLDINGS S.AR.L.» και «FINCOP INFRASTRUCTURE LTD»
- Κοινοπραξία αποτελούμενη από τις εταιρείες «VAUBAN» – «DIF» – «EGIS»
Οι παραπάνω εταιρείες/κοινοπραξίες έχουν ήδη καταθέσει μη δεσμευτικές προσφορές και πλέον, οι σύμβουλοι αξιοποίησης του Ταμείου, αφού αξιολογήσουν τους υποβληθέντες φακέλους εκδήλωσης ενδιαφέροντος, θα υποβάλουν την εισήγησή τους προς το Διοικητικό Συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ σχετικά με τους υποψηφίους που πληρούν τα κριτήρια συμμετοχής στη Β΄ φάση του διαγωνισμού (φάση δεσμευτικών προσφορών).
Όπως αναφέρουν στελέχη του κλάδου, η διαδικασία είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική, ενώ το συνολικό τίμημα δεν αποκλείεται να ξεπεράσει και τα 2,5 δισ. ευρώ, καθιστώντας την τη μεγαλύτερη παραχώρηση που έχει γίνει ποτέ στην Ελλάδα.
Τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ
Την ίδια στιγμή, οι μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες της χώρας αναμένεται να διασταυρώσουν τα ξίφη τους και σε μια σειρά από άλλα κατασκευαστικά έργα τα οποία χρηματοδοτούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και το ΕΣΠΑ. Το συνολικό του ύψος, είτε αφορούν κατασκευές είτε ανάπτυξη υποδομών μπορεί να προσεγγίσει ακόμα και τα 10 δισ. ευρώ, αλλάζοντας πλήρως τον χάρτη της χώρας αλλά και του κλάδου. Εντούτοις, η εκτίναξη των τιμών των κατασκευαστικών υλικών αποτελεί έναν εξαιρετικά αστάθμητο παράγοντα, ο οποίος και έχει οδηγήσει σε καθυστερήσεις αλλά και προβληματισμούς, καθώς κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πού θα διαμορφωθεί το πραγματικό κόστος κατασκευής. Έτσι, μια σειρά από διαγωνισμοί παραμένουν «στον πάγο», ενώ αντίστοιχα και οι εταιρείες διαπραγματεύονται μεθόδους προστασίας έναντι των ανατιμήσεων, ώστε και τα έργα να «βγαίνουν» αλλά και να αποφύγουν να τα πραγματοποιήσουν με ζημιές.
Η επόμενη ημέρα στην Ελλάκτωρ
Στη σκιά των παραπάνω δεδομένων, βαρύνουσα σημασία έχουν οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ελλάκτωρ, καθώς το τέλος της μετοχικής διαμάχης ανάμεσα στη Reggeborgh και τους Μπάκο-Καϋμενάκη σηματοδοτεί μια σειρά εξελίξεις για την εταιρεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη το ανεκτέλεστο κατασκευαστικό υπόλοιπο της Ελλάκτωρ ανέχεται σε 2,5 δισ. ευρώ, ενώ υπάρχουν επιπλέον υπογεγραμμένες συμφωνίες αξίας 1 δισ. ευρώ. Και οι μετοχικές εξελίξεις αφήνουν ελεύθερο το πεδίο στη διοίκηση της εταιρείας ώστε να κινηθεί ακόμη πιο επιθετικά στη διεκδίκηση νέων έργων, συμπεριλαμβανομένης προφανώς και της Αττικής Οδού. Παράλληλα, σαφώς βελτιωμένες είναι και οι σχέσεις με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ενώ η εταιρεία σχεδιάζει και την αναχρηματοδότηση των υποχρεώσεών της –κυρίως σε ομόλογα- με σαφώς χαμηλότερα επιτόκια, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερη ευελιξία και δυνατότητα άντλησης περαιτέρω κεφαλαίων.