ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Σταϊκούρας: Η Κομισιόν αναγνωρίζει την ανάγκη για σημαντικές αλλαγές στην οικονομική διακυβέρνηση

Σταϊκούρας: Η Κομισιόν αναγνωρίζει την ανάγκη για σημαντικές αλλαγές στην οικονομική διακυβέρνηση
Όλοι οι εμπλεκόμενοι αναγνωρίζουμε την ανάγκη κοινών, ρεαλιστικών κανόνων, οι οποίοι να διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους INTIME NEWS / ΜΗΤΡΟΥΣΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

Την πρότασή της για τη μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρουσίασε χθες Τετάρτη 9/11 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

«Πρόταση η οποία αναγνωρίζει την ανάγκη σημαντικών αλλαγών στο ισχύον πλαίσιο» δήλωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας και πρόσθεσε πως οι κατευθυντήριες γραμμές που παρουσίασε η Κομισιόν συμβάλλουν ώστε οι σχετικές συζητήσεις να πραγματοποιηθούν σε εποικοδομητική βάση.

Συγκεκριμένα, ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ δήλωσε:

«Όλοι οι εμπλεκόμενοι – κράτη-μέλη και θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – αναγνωρίζουμε την ανάγκη κοινών, ρεαλιστικών κανόνων, οι οποίοι να διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και, παράλληλα, να ενισχύουν τη βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς οικονομική μεγέθυνση στην Ευρώπη, μέσω της υλοποίησης επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων».

«Η Ελλάδα συμμετέχει – και θα συνεχίσει να συμμετέχει – στις συζητήσεις αυτές ενεργά και δημιουργικά, με υπεύθυνες και εμπεριστατωμένες προτάσεις και με στόχο η νέα οικονομική αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασφαλίζει ότι η μεσο-μακροπρόθεσμη ευστάθεια και βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών θα συνδυάζεται με την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης».

Μεγαλύτερη ευελιξία στην μείωση του χρέους

Υπενθυμίζεται πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χθες Τετάρτη 9/11 ανακοίνωση για τις αλλαγές στο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ.

Στόχος είναι, όπως αναφέρει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της, ένα πλαίσιο απλούστερο, πιο διαφανές και αποτελεσματικό, με μεγαλύτερη εθνική ιδιοκτησία και καλύτερη δύναμη επιβολής, επιτρέποντας παράλληλα μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις και μείωση των υψηλών δεικτών δημόσιου χρέους των κρατών «με ρεαλιστικό, σταδιακό και διαρκή τρόπο.

Προτείνεται η μετάβαση σε ένα πλαίσιο εποπτείας που θα διαφοροποιεί τις χώρες λαμβάνοντας υπόψη το ύψος και τη βιωσιμότητα του χρέους. Στο επίκεντρο θα είναι τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά και διαρθρωτικά σχέδια που θα ενσωματώσουν δημοσιονομικούς, μεταρρυθμιστικούς και επενδυτικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων για την αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών όπου χρειάζεται, σε ένα ενιαίο ολιστικό μεσοπρόθεσμο σχέδιο, δημιουργώντας έτσι μια συνεκτική και εξορθολογισμένη διαδικασία.

Τα κράτη μέλη θα έχουν μεγαλύτερο περιθώριο για τον καθορισμό της πορείας τους στο πεδίο της δημοσιονομικής προσαρμογής, ενισχύοντας την εθνική ιδιοκτησία των δημοσιονομικών τους στόχων, αναφέρεται.

Εισάγεται ένας ενιαίος «επιχειρησιακός δείκτης», οι καθαρές πρωτογενείς δαπάνες, δηλαδή οι δαπάνες που ελέγχονται από την κυβέρνηση. Θα είναι η βάση για τον καθορισμό της πορείας της δημοσιονομικής προσαρμογής και για την εκτέλεση της ετήσιας δημοσιονομικής εποπτείας, απλοποιώντας έτσι σημαντικά το πλαίσιο της ΕΕ.

Πιο αναλυτικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρουσιάσει μια πορεία αναφοράς για τη δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία θα καλύπτει περίοδο τεσσάρων ετών, με βάση τη μεθοδολογία της ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους. Αυτή η πορεία αναφοράς θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το χρέος των κρατών μελών με σημαντικές ή μεσαίες προκλήσεις χρέους θα τεθεί σε μια εύλογη καθοδική πορεία και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει αξιόπιστα κάτω από τηντιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ που ορίζεται στη Συνθήκη.

Στη συνέχεια, τα κράτη μέλη θα υποβάλουν σχέδια που θα καθορίζουν τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική τους πορεία και τις δεσμεύσεις για τις μεταρρυθμίσεις που θα θέσουν σε προτεραιότητα, αλλά και τις δημόσιες επενδύσεις. Τα κράτη μέλη θα μπορούν αν θέλουν να προτείνουν μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής, επεκτείνοντας την πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής έως και τρία χρόνια, αν η πορεία αυτή βασίζεται σε σειρά δεσμεύσεων, μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που θα υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους και θα ανταποκρίνονται σε κοινές προτεραιότητες και στόχους της ΕΕ.

Ως τρίτο βήμα, η Επιτροπή θα αξιολογεί τα σχέδια, παρέχοντας θετική αξιολόγηση εάν το χρέος είναι σε καθοδική πορεία ή παραμείνει σε συνετά επίπεδα και το δημοσιονομικό έλλειμμα παραμείνει αξιόπιστα κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Το Συμβούλιο θα εγκρίνει τα σχέδια μετά από θετική αξιολόγηση από την Επιτροπή.

Τέλος, η Επιτροπή θα παρακολουθεί συνεχώς την εφαρμογή των σχεδίων. Τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου σχετικά με την εφαρμογή των σχεδίων για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής παρακολούθησης και τη διασφάλιση της διαφάνειας.

Επίσης, θα δοθεί μεγαλύτερη δυνατότητα στα κράτη μέλη για τον σχεδιασμό των δημοσιονομικών τους κατευθύνσεων.

Αυστηρά εργαλεία επιβολής

Σε εφαρμογή θα τεθούν πιο αυστηρά εργαλεία επιβολής της ΕΕ για να διασφαλισθεί ότι θα εφαρμόζονται.

Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος με βάση το έλλειμμα (έως 3% του ΑΕΠ) θα διατηρηθεί, ενώ η διαδικασία που βασίζεται στο χρέος θα ενισχυθεί και θα ενεργοποιείται όταν ένα κράτος μέλος με χρέος άνω του 60% του ΑΕΠ παρεκκλίνει από τη συμφωνημένη πορεία δαπανών.

Επιπροσθέτως, οι μηχανισμοί επιβολής θα ενισχυθούν, η χρήση οικονομικών κυρώσεων θα γίνει πιο αποτελεσματική με μείωση των ποσών με τα οποία συνδέονται. Θα υπάρχουν επίσης ισχυρότερες κυρώσεις συνδεδεμένες με την εικόνα του κράτους.

Οι μακροοικονομικές προϋποθέσεις για τα διαρθρωτικά ταμεία και για το Ταμείο Ανάκαμψης θα εφαρμοστούν με παρόμοιο πνεύμα, δηλαδή η χρηματοδότηση της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να ανασταλεί αν τα κράτη μέλη δεν λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού τους ελλείμματος.

Επιπλέον, ένα νέο εργαλείο θα διασφαλίζει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των επενδυτικών δεσμεύσεων. Η αποτυχία υλοποίησης θα οδηγεί σε μια πιο περιοριστική δημοσιονομικά πορεία προσαρμογής και, για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ, στην επιβολή οικονομικών κυρώσεων.