ΚΟΣΜΟΣ

Σε 18 χρόνια κάθειρξη καταδικάστηκε ο Ζαν Πιερ Μπεμπά από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης

Σε 18 χρόνια κάθειρξη καταδικάστηκε ο Ζαν Πιερ Μπεμπά από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης
Ο Ζαν Πιερ Μπεμπά στην αίθουσα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης, την Τρίτη 21 Ιουνίου 2016 REUTERS/Michael Kooren TPX IMAGES OF THE DAY

Ο άλλοτε πανίσχυρος Αφρικανός επιχειρηματίας και πολέμαρχος Ζαν-Πιερ Μπεμπά Γκομπό (Jean-Pierre Bemba Gombo) καταδικάστηκε σήμερα από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ICC) της Χάγης σε κάθειρξη 18 ετών για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Ο Κονγκολέζος πολιτικός και ένας από τους πλουσιότερους Αφρικανούς επιχειρηματίες υπήρξε ένας από τέσσερις αντιπροέδρους της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό στη μεταβατική κυβέρνηση, από τον Ιούλιο του 2003 –όταν έληξε ο Δεύτερος Πόλεμος του Κονγκό– έως τον Δεκέμβριο του 2006 –έτος κατά το οποίο προκηρύχθηκαν οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές σε 41 χρόνια· το Κίνημα για την Απελευθέρωση του Κονγκό (MLC) του Μπεμπά ήρθε τότε δεύτερο σε ψήφους και κοινοβουλευτική δύναμη.

Δύο χρόνια μετά –και ενώ στο μεσοδιάστημα κλιμακώνονταν οι συγκρούσεις ανάμεσα στο MLC και τη νέα κυβέρνηση για το ζήτημα του αφοπλισμού των παραστρατιωτικών ομάδων – ο Μπεμπά θα συλλαμβανόταν στις Βρυξέλλες, μετά από ένταλμα της Χάγης.

Αυτά αφορούσαν στην εμπλοκή του MLC τη διετία 2002-2003 στη γειτονική Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Ο πρόεδρος της τελευταίας Ανζ Φελίς Πατασέ (Ange-Félix Patassé) είχε ζητήσει στήριξη από τον Μπεμπά και τον Καντάφι για να αντιμετωπίσει το πραξικόπημα του αρχηγού του στρατού Φρανσουά Μποζιζέ (François Bozizé). Μέσα σε διάστημα πέντε μηνών –από τον Οκτώβριο του 2002 μέχρι τον Μάρτιο του 2003– περίπου 1.500 άνδρες του MLC θα προέβαιναν σε δολοφονίες, λεηλασίες και βιασμούς στη γειτονική χώρα, με σκοπό να τρομοκρατήσουν και να βασανίσουν τα θύματά τους, εξαπολύοντας επιθέσεις αδιακρίτως εναντίον ανδρών, γυναικών και παιδιών. Κάποιες φορές, μάλιστα, εξανάγκαζαν τα θύματα να παρακολουθούν τους βιασμούς των συγγενών τους. Το πραξικόπημα κατεπνίγη.

Το 2003, ο Μποζιζέ επανήλθε, ανατρέποντας τον Πατασέ, ο οποίος είχε εκλεγεί πρόεδρος το 1993 και το 1999 στις θεωρούμενες ως πιο δίκαιες εκλογές στην ιστορία της διχασμένης χώρας.

Από μεγιστάνας πολέμαρχος

Ο κύκλος του αίματος που συνδέει κάθετα και οριζόντια τις κοινωνίες της κεντρικής Αφρικής δεν έχει αρχή και τέλος.

Το MLC αναδείχθηκε με την υποστήριξη της Ουγκάντα στον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό (1998-2003), που ξέσπασε αμέσως μετά τον Πρώτο Πόλεμο του Κονγκό (1996-1997). Και οι δύο συρράξεις, όπου συγκρούστηκαν η κυβέρνηση της Κινσάσα (Kinshasa) με τις ελεγχόμενες από τη φυλή των Τούτσι Ρουάντα (Rwanda), Ουγκάντα (Uganda) και Μπουρούντι (Burundi) θα εξελίσσονταν σε proxy wars μιας πλειάδας κυβερνήσεων και ένοπλων παραστρατιωτικών ομάδων με θύματα τους ντόπιους πληθυσμούς.

Bemba Second Congo War Africa map en

Η χώρες που ενεπλάκησαν στον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό ή Μεγάλο Πόλεμο της Αφρικής. Με μπλε και γαλάζιο οι χώρες που συμμετείχαν στρατιωτικά στο πλευρό της Κινσάσα και με πορτοκαλί οι τρεις χώρες των Μεγάλων Λιμνών που παρείχαν ενεργή στήριξη στους αντάρτες Τούτσι - Πηγή: Wikimedia Commons

Οι μικροσκοπικές χώρες των Μεγάλων Λιμνών είχαν αλυτρωτικές βλέψεις στο ανατολικό τμήμα του Ζαΐρ (Zaire). Εκεί διέμεναν συγγενείς πληθυσμοί των Τούτσι, φυλής που είχε σφαγιαστεί από την πλειοψηφία των Χούτου στον εμφύλιο της Ρουάντα το 1994. Όμως, μετά από την στρατιωτική ήττα των Χούτου και την εγκαθίδρυση κυβέρνησης Τούτσι στη Ρουάντα, η περιοχή κατακλείστηκε από πρόσφυγες Χούτου, που οργάνωναν επιθέσεις στα σύνορα. Αυτό οδήγησε τον νικητή Πολ Καγκάμε (Paul Kagame) να εισβάλει στο τότε Ζαΐρ, ανατρέποντας τον Κονγκολέζο δικτάτορα Μομπούτου Σέκε Σέκο (Mobutu Seke Seko). Στην εξουσία αναδείχθηκε ο Μαοϊκός Λοράν Ντεζιρ Καμπιλά (Laurent-Désiré Kabila), ο οποίος εισήλθε νικητής στην πρωτεύουσα Κινσάσα τον Μάιο του 1997, μετονομάζοντας το Ζαίρ σε Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.

Πολλοί Κονγκολέζοι θεώρησαν τον νέο πρόεδρο υποχείριο ξένων δυνάμεων. Όταν ο Καμπιλά απέλυσε τον ρουαντανό αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, ευχαριστώντας Ρουάντα και Ουγκάντα για την έως τότε στήριξή τους, ένας νέος πόλεμος ξέσπασε. Στον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό, που χαρακτηρίστηκε ως ο αιματηρότερος από τον Β' ΠΠ, συμμετείχαν άμεσα εννέα αφρικανικές χώρες και είκοσι ένοπλες ομάδες. Καταγράφηκαν 5,4 εκατομμύρια νεκροί, οι περισσότεροι από κακουχίες, αρρώστειες και υποσιτισμό, ενώ άλλοι 2 εκατομμύρια άνθρωποι εκτοπίστηκαν από τις εστίες τους, καταφεύγοντας σε γειτονικές χώρες. Ο Λοράν Καμπιλά δολοφονήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2001 από έναν από τους σωματοφύλακές του. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Ζοζέφ Καμπιλά (Joseph Kabila).

Congo helicopter 2008 11 07 Uriel Sinai GettyImages 83610595

Ελικόπτερο των Ηνωμένων Εθνών προσγειώνεται σε στρατόπεδο προσφύγων στην Κιουάντζα (Kiwanja) της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, την 7 Νοεμβρίου 2008. Πάνω από 250.000 άνθρωποι είχαν εκτοπιστεί μετά από το ξέσπασμα συγκρούσεων ανάμεσα στους αντάρτες του Εθνικού Κογκρέσου για την Άμυνα του Λαού (CNDP) και τον στρατό της χώρας. Η βία συνεχιζόταν παρά την υπογραφή εκεχειρίας με τον στρατηγό Λοράν Κούντα (Laurent Nkunda) –βετεράνο Χούτσι στον εμφύλιο της Ρουάντα και τους δύο πολέμους του Κονγκό (πρώτα στο πλευρό του Λοράν Καμπιλά και μετά ως αντίπαλός του γιού του Ζοζέφ)–, ο οποίος είχε αρνηθεί να συμμετάσχει στη μεταβατική κυβέρνηση του 2006. Διακηρυγμένος στόχος του CNDP, που σχηματίστηκε εκείνη τη χρονιά ήταν η προστασία της μειονότητας των Τούτσι στο Κονγκό από τους Χούτου και ο εκτοπισμός της διεφθαρμένης κυβέρνησης της Κινσάσα. Το CNDP διαλύθηκε το 2009, χωρίς να έχει ηττηθεί από την κυβέρνηση της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Είχε μεσολαβήσει η συμφωνία ανάμεσα στους προέδρους Καμπίλα (Κονγκό) και Καγκάμε (Ρουάντα): η κυβέρνηση του Κονγκό θα επέτρεπε στο στρατό της Ρουάντα να κάνει εκκαθαρίσεις κατά των Χούτου σε κονγκολέζικο έδαφος με αντάλλαγμα η κυβέρνηση της Ρουάντα να καθαιρέσει και συλλάβει τον Κούντα, όπως και έγινε. Τα υπολείμματα του στρατού του στρατηγού των Κονγκολέζων Τούτσι ενσωματώθηκαν στο στρατό της Ρουάντα και το CNDP έγινε νόμιμο κόμμα στο Κονγκό - Πηγή: Uriel Sinai/Getty Images

Τότε ήταν που ανέτειλε το άστρο του Ζαν Πιερ Μπεμπά. Ο Μπεμπά ήταν γιος του Ζανό Μπεμπά Σαολόνα (Jeannot Bemba Saolona), γνωστού Κονγκολέζου επιχειρηματία και εξ απορρήτων του δικτάτορα, τον οποίο ανέτρεψαν οι στρατοί της Ρουάντα και της Ουγκάντα, στους οποίους συμμετείχε ο γιος του. Ενδεικτικό των αμαρτωλών αυτών σχέσεων είναι πως ο ίδιος ο Ζαν Πιερ είχε διοριστεί στα τριάντα του οικονομικός σύμβουλος του Μομπούτου.

Ο Ζαν Πιερ Μπεμπά υπήρξε από τα προνομιούχα παιδιά της κονγκολέζικης ελίτ. Μεγαλώνοντας μεταξύ Βρυξελλών και Κινσάσα, είχε τη βάση του στο καταφύγιο του Μομπούτου στις ζούγκλες του βορείου Κονγκό και την μικρή πόλη Μπαντολίτ (Gbadolite), αποκαλούμενη και ως «Βερσαλλίες της Ζούγκλας».

Όταν οι δυνάμεις του Καμπιλά κατέλαβαν την Κινσάσα ο πατήρ Μπεμπά διορίστηκε υπουργός Οικονομίας και Βιομηχανίας στο νέο καθεστώς, αποδεικνύοντας πως και σε αυτήν τη γωνιά του κόσμου, το μόνο που έχει αξία είναι οι μπίζνες.

Πατέρας και γιος αυτής της εξέχουσας κονγκολέζικης οικογένειας δεν διακρίνονταν για τις καλές μεταξύ τους σχέσεις. Ο γεννημένος το 1962 Ζαν Πιερ υπήρξε θαυμαστής των Μπερνάρ Ταπί (Bernard Tapie) και Σίλβιο Μπερλουσκόνι (Silvio Berlusconi), αναζητώντας πρότυπα μακριά από τον πατέρα του. Ένα τέτοιο πρότυπο βρήκε στον –άλλοτε μαρξιστή και αργότερα εκλεκτό του Ρήγκαν και του ΔΝΤ– πρόεδρο της Ουγκάντα Γιουέρι Μουσέβενι (Yoweri Musheveni), που υποστήριξε με άντρες και εξοπλισμό το κίνημά του στο βόρειο Κονγκό.

Bemba Second Congo War 2001 map en

Τα μέτωπα στον Δεύτερο Πόλεμο του Κονγκό. Διακρίνεται η επικράτεια επιρροής του Ζαν Πιερ Μπεμπά και του ιδιωτικού του στρατού στο βόρειο τμήμα της χώρας - Πηγή: Wikimedia Commons

Μετά τη λήξη του δεύτερου εμφυλίου, ο Μπεμπά συμμετείχε ως αντιπρόεδρος στη μεταβατική κυβέρνηση, έχοντας τη στήριξη του πανίσχυρου MLC, που κατείχε όλο σχεδόν το βόρειο τμήμα της χώρας κατά μήκος των συνόρων της με την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Ο Μπεμπά έχασε από τον Ζοζέφ Καμπιλά στις προεδρικές εκλογές του 2006, αλλά ήρθε πρώτος στην Κινσάσα και τις δυτικές επαρχίες της χώρας. Μετά από τις συγκρούσεις του 2007 διέφυγε στις Βρυξέλλες, όπου συνελήφθη για εγκλήματα πολέμου.

Παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλής σε ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού των Κονγκολέζων, που βλέπουν στην καταδίκη του τον δάκτυλο ξένων δυνάμεων.

Η απόφαση του ICC

Ο Μπεμπά είναι ο πρώτος ηγέτης που καταδικάζεται από το ICC για εγκλήματα που αφορούν σεξουαλική βία κατά τη διάρκεια πολέμου, καθώς και ο πρώτος που κρίνεται ευθέως υπαίτιος για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι άντρες του.

«Το Δικαστήριο καταδικάζει τον Ζαν Πιερ Μπεμπά Γκομπό σε συνολική ποινή κάθειρξης 18 ετών», ανακοίνωσε η δικαστής Σίλβια Στάινερ (Sylvia Steiner), σημειώνοντας ότι ο Μπεμπά δεν κατάφερε να ελέγξει αποτελεσματικά τον ιδιωτικό στρατό του, αφότου τον απέστειλε στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία το 2002, με αποτέλεσμα οι μαχητές του να προβούν σε βιασμούς, δολοφονίες και λεηλασίες με «ασυνήθιστη βαρβαρότητα».

Οι συνήγοροι υπεράσπισης είχαν ήδη ανακοινώσει από την Δευτέρα ότι σκοπεύουν να εφεσιβάλουν την καταδικαστική απόφαση. Ο Μπεμπά είχε κριθεί ένοχος στις 21 Μαρτίου για τις δολοφονίες και τους βιασμούς που διέπραξαν οι άντρες του MLC στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία.

Η ποινή που του επιβλήθηκε είναι η βαρύτερη που έχει επιβάλει ποτέ το ICC, το οποίο ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 2002 με σκοπό να δικάζει υποθέσεις εγκλημάτων πολέμου, γενοκτονίες και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η εισαγγελέας Φάτου Μπενσούντα (Fatou Bensouda) είχε ζητήσει να επιβληθεί στον Μπεμπά ποινή κάθειρξης «τουλάχιστον 25 ετών».

Είναι, επίσης, η πρώτη φορά που το ICC χαρακτηρίζει εγκλήματα πολέμου τους βιασμούς και τη σεξουαλική βία, καθώς και η πρώτη φορά που καταδικάζεται ένας πρώην αντιπρόεδρος χώρας.

Η Στάινερ υπογράμμισε ότι «η αποτυχία του Μπεμπά να λάβει μέτρα είχε σκοπίμως ως στόχο να ενθαρρύνει τις επιθέσεις εναντίον των πολιτών». Το δικαστήριο δεν βρήκε «κανένα ελαφρυντικό στοιχείο» που θα μπορούσε να μειώσει την ποινή στον Αφρικανό μεγιστάνα που ήθελε να γίνει εθνικός ηγέτης και κατέληξε πρώην πολέμαρχος στις ολλανδικές φυλακές του Σεβενίνγκεν (Scheveningen).