Ράφα: Οι Αμερικανοί πιέζουν το Ισραήλ - Παγώνουν για πρώτη φορά την αποστολή φορτίου με όπλα
Ανανεώθηκε:
Με τις διαπραγματεύσεις στο Κάιρο για την επίτευξη εκεχειρίας στη Λωρίδα της Γάζας να συνεχίζονται οι Αμερικανοί «παίρνουν αποστάσεις» από το Ισραήλ καθώς επιβεβαίωσαν την πληροφορία ότι ανεστάλη την περασμένη εβδομάδα την παράδοση φορτίου βομβών.
Η απόφαση ελήφθη, όπως εξήγησαν οι Αμερικανοί, διότι η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν έδωσε ικανοοιητική απάντηση στις «ανησυχίες» της Ουάσιγκτον για την προαναγγελθείσα χερσαία επιχείρηση στη Ράφα την ώρα που στο Ισραήλ φτάνει ο επικεφαλής της CIA Ουίλιαμ Μπερνς.
«Αναστείλαμε την παράδοση φορτίου όπλων την περασμένη εβδομάδα. Αποτελείτο από 1.800 βόμβες 907 κιλών και 1.700 βόμβες 226 κιλών», είπε ο αξιωματούχος της κυβέρνησης του προέδρου Τζο Μπάιντεν, που ζήτησε να μην κατονομαστεί.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν επιβεβαιώνει τις πληροφορίες ότι καθυστέρησε την περασμένη εβδομάδα ένα φορτίο βομβών 2.000 και 500 λιβρών που φοβάται ότι το Ισραήλ θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει σε μια μεγάλη χερσαία επιχείρηση στη Ράφα.
Αυτή είναι η πρώτη φορά από τις 7 Οκτωβρίου που οι ΗΠΑ καθυστερούν ένα φορτίο όπλων που προορίζεται για το Ισραήλ.
Παράλληλα έντονες είναι και οι αμερικανικές πιέσεις προκειμένου να τελεσφορήσουν οι συνομιλίες στο Κάιρο για την επίτευξη εκεχειρίας με το Ισραήλ να δηλώνει ότι δεν ικανοποιούν τις απαιτήσεις του. Σύμφωνα με πληροφορίες υπάρχουν τέσσερις πτυχές της πρότασης με τις οποίες το Ισραήλ διαφωνεί, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης για μόνιμη κατάπαυση του πυρός και μιας ρήτρας που διασφαλίζει ότι τα σώματα των ισραηλινών ομήρων θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τους ζωντανούς αν δεν μπορούσαν να βρεθούν αιχμάλωτοι.
Η Αίγυπτος προειδοποίησε το Ισραήλ «για τους κινδύνους κλιμάκωσης» στο πλαίσιο της χερσαίας εισβολής στη Ράφα, μετέδωσε το αιγυπτιακό μέσο ενημέρωσης Al-Qahera News, που πρόσκειται στις υπηρεσίες πληροφοριών, επικαλούμενο «υψηλόβαθμο αξιωματούχο».
Γιατί αντιδρούν οι Αμερικανοί με την χερσαία επιχείρηση στη Ράφα
Η Ουάσινγκτον αντιτίθεται σθεναρά σε μια μεγάλη επίθεση στη νότια πόλη της Γάζας, πεπεισμένη ότι δεν υπάρχει τρόπος να την πραγματοποιήσει το Ισραήλ με τρόπο που θα εξασφάλιζε την ασφάλεια των περισσότερων από ένα εκατομμύριο Παλαιστινίων που βρίσκουν καταφύγιο εκεί.
Ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν δηλώνει στους Times of Israel ότι οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν δύο διαδικτυακές συναντήσεις με κορυφαίους Ισραηλινούς αξιωματούχους τους τελευταίους μήνες για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους σχετικά με μια πιθανή επιχείρηση στη Ράφα και να παρουσιάσουν εναλλακτικές λύσεις για το πώς το Ισραήλ θα μπορούσε να στοχεύσει τη Χαμάς στην πόλη αντί για μια πλήρους κλίμακας εισβολή.
Οι συνομιλίες αυτές θα συνεχιστούν, αλλά ο Λευκός Οίκος διαπίστωσε ότι ήταν ανεπαρκείς για να περάσει τις ανησυχίες του, λέει ο ανώτερος αξιωματούχος.
«Καθώς οι Ισραηλινοί ηγέτες φαινόταν να πλησιάζουν σε ένα σημείο απόφασης τον περασμένο μήνα σχετικά με μια τέτοια επιχείρηση, αρχίσαμε να εξετάζουμε προσεκτικά τις προτεινόμενες μεταφορές συγκεκριμένων όπλων στο Ισραήλ που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στη Ράφα», λέει ο αξιωματούχος.
Ο ίδιος διευκρινίζει ότι δεν έχει ληφθεί οριστική απόφαση σχετικά με το συγκεκριμένο φορτίο που διακόπηκε την περασμένη εβδομάδα.
Ο ανώτερος αξιωματούχος επιβεβαίωσε μια αναφορά ότι οι ΗΠΑ καθυστέρησαν τη μεταφορά κοινών πυρομαχικών άμεσης επίθεσης (JDAMs) στο Ισραήλ, αλλά διευκρινίζει ότι αυτή η καθυστέρηση συνέβη πολύ νωρίτερα από την αποστολή βομβών που καθυστέρησε την περασμένη εβδομάδα.
Συνεχίζονται οι βομβαρδισμοί
Οι εξελίξεις τρέχουν και στο μέτωπο με τον ισραηλινό στρατό να συνεχίζει να έχει υπό τον έλεγχό του τον συνοριακόσ σταθμό της Ράφα ενώ από αεροπορικό βομβαρδισμό έχασαν την ζωή τους επτά άνθρωποι ενώ πολλοί άλλοι τραυματίστηκαν.
Η Ράφα, μια πόλη που βρίσκεται στο άκρο της πολιορκούμενης Λωρίδας της Γάζας και συνορεύει με την Αίγυπτο, φιλοξενεί 1,4 εκατομμύριο Παλαιστίνιους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι άνθρωποι εκτοπισμένοι μετά την έναρξη του πολέμου μεταξύ του Ισραήλ και της παλαιστινιακής Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.