ΚΟΣΜΟΣ

Διαφορετικές εκτιμήσεις Κομισιόν και Συμβουλίου για το χειρισμό της ενεργειακής κρίσης

Διαφορετικές εκτιμήσεις Κομισιόν και Συμβουλίου για το χειρισμό της ενεργειακής κρίσης
Οι προτάσεις της Κομισιόν είναι καλές, αλλά δεν αρκούν, αναφέρει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ AP Photo/Geert Vanden Wijngaert

Πιο δραστικά μέτρα για την αντιμετώπιση των τιμών του φυσικού αερίου, ζητά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Politico.

O Σαρλ Μισέλ αναφέρει ότι οι προτάσεις της Επιτροπής να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας είναι «μια αρχή, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα», για να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση που κινδυνεύει να πυροδοτήσει κοινωνικές αναταραχές και να διχάσει τις χώρες της ΕΕ.

«Είναι καλές οι προτάσεις, αλλά θα χρειαστούν περισσότερες», δήλωσε ο Σαρλ Μισέλ στο Playbook του Politico.

Σχετικά με την ανάγκη μεταρρύθμισης της ενεργειακής αγοράς στην ΕΕ, ο Σαρλ Μισέλ αναφέρει:

«Έχουμε το πρόβλημα σύνδεσης μεταξύ των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας. Δεν το ανακαλύψαμε σήμερα αυτό το πρόβλημα. Έχουμε ξεκινήσει να το συζητάμε πριν από ένα χρόνο, πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία».

Υπενθυμίζει, επίσης, ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο «συμφώνησε πριν το καλοκαίρι να αναθέσει στην Επιτροπή να παρουσιάσει πιο συγκεκριμένες προτάσεις. Είναι καλό που υπάρχει μια ανακοίνωση ότι η Επιτροπή θα εργαστεί για αυτό», είπε ο Μισέλ, προσθέτοντας: «Ελπίζω ότι κάτι θα έχουμε για το θέμα αυτό το συντομότερο δυνατό».

Αναφορικά με τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχολιάζει ότι μέχρι τώρα οι προτάσεις της ΕΕ επικεντρώνονται στη μείωση της ζήτησης στις ώρες αιχμής. «Αυτό είναι καλό. Είναι όμως αρκετό; Δεν είμαι σίγουρος», προειδοποιεί, προτρέποντας τις χώρες της ΕΕ και την Επιτροπή να επιταχύνουν τις εργασίες για τις κοινές αγορές φυσικού αερίου -ένα θέμα το οποίο ο ίδιος υποστηρίζει με σθένος, διότι θα δώσει στην ΕΕ τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί φθηνότερα μακροπρόθεσμα συμβόλαια με χώρες όπως η Αλγερία ή το Κατάρ.

Ο επικεφαλής του Συμβουλίου υποστήριξε ότι το πρόβλημα με τις χώρες της ΕΕ που υπερθεματίζουν η μία την άλλη για τον ενεργειακό εφοδιασμό είναι ότι τελικά όλοι βρίσκονται σε χειρότερη κατάσταση -ένα μάθημα που θα έπρεπε να έχουν πάρει οι ηγέτες κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορωνοϊού. «Στο τέλος συνειδητοποιήσαμε ότι αν κάποια κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν το εμβόλιο αλλά κάποια άλλα όχι, θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τον COVID για πολύ καιρό. Ελπίζω ότι αυτή η κοινή λογική θα επιστρέψει και σε αυτή τη συζήτηση», είπε ο Σαρλ Μισέλ.

Καταλήγοντας, ο Σαρλ Μισέλ προειδοποιεί ότι η προσέγγιση των κυβερνήσεων της ΕΕ μέχρι στιγμής ήταν να ρίξουν χρήματα στο πρόβλημα, με τις κυβερνήσεις να έχουν ξοδέψει μέχρι στιγμής 280 δισ. ευρώ σε επιδοτήσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτά είναι χρήματα που θα μπορούσαν να είχαν επενδυθεί, αλλά αντίθετα καίγονται με κάθε λίτρο βενζίνης ή κιλοβατώρα ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνουν οι Ευρωπαίοι, και θα επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος. Σε αυτό το ποσό έρχεται να προστεθεί το πακέτο επιδότησης 65 δισεκατομμυρίων ευρώ που ανακοίνωσε πρόσφατα η γερμανική κυβέρνηση, καθώς και τα 140 δισεκατομμύρια ευρώ που θέλει να συγκεντρώσει η Επιτροπή μέσω ενός απροσδόκητου φόρου που θα αναδιανείμει στους καταναλωτές.

Τα μέτρα της Κομισιόν για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης

Στο βασικό «πακέτο» που εξήγγειλε πριν από μερικές μέρες η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αναφέρθηκε αφενός στην υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ενέργειας σε ποσοστό 5% ή εθελοντικά κατά 10% για τα κράτη – μέλη της ΕΕ, δίνοντας έμφαση στη μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας τις ώρες αιχμής που για κάθε χώρα διαφέρουν.

Αφετέρου, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξήγγειλε τη σύσταση ενός μηχανισμού φορολόγησης των υπερσόδων των εταιριών που παράγουν ενέργεια. Ωστόσο, αυτός ο μηχανισμός δεν αφορά το φυσικό αέριο.

Εξάλλου, οι Βρυξέλλες δρομολογούν και την καθιέρωση μιας έκτακτης εισφοράς στα διυλιστήρια επί τη βάσει της μέσης κερδοφορίας που είχαν σε βάθος τριετίας.

Αναλυτικότερα:

Το πρώτο μέτρο που προτείνει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών είναι η μείωση της ζήτησης. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και να επιτύχει μια συνολική ηρεμιστική επίδραση στην αγορά. Με στόχο τις ακριβότερες ώρες κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, όταν η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με αέριο έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή, η Επιτροπή προτείνει την υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 5% κατά τις επιλεγμένες ώρες αιχμής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσδιορίσουν το 10% των ωρών με την υψηλότερη αναμενόμενη τιμή και να μειώσουν τη ζήτηση κατά τις ώρες αιχμής. Η Επιτροπή προτείνει επίσης στα κράτη μέλη να επιδιώξουν να μειώσουν τη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 10% έως τις 31 Μαρτίου 2023. Τα κράτη-μέλη μπορούν να επιλέξουν τα κατάλληλα μέτρα για την επίτευξη αυτής της μείωσης της ζήτησης, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει οικονομική αποζημίωση. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η μείωση της ζήτησης σε περιόδους αιχμής θα οδηγούσε σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 1,2 bcm κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης αποτελεί επίσης βασικό μέρος της εκπλήρωσης των δεσμεύσεών μας για το κλίμα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.

Δεύτερον, η Επιτροπή προτείνει ένα προσωρινό ανώτατο όριο εσόδων για τους «υποοριακούς» παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, συγκεκριμένα τεχνολογίες με χαμηλότερο κόστος, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η πυρηνική ενέργεια και ο λιγνίτης, οι οποίες παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο με κόστος χαμηλότερο από το επίπεδο τιμών που ορίζεται από τους πιο ακριβούς παραγωγούς. Αυτοί οι «υποπεριθωριακοί» παραγωγοί έχουν εξαιρετικά έσοδα, με σχετικά σταθερό λειτουργικό κόστος, καθώς οι ακριβοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου έχουν αυξήσει τη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνουν. Η Επιτροπή προτείνει να καθοριστεί το ανώτατο όριο των υποοριακών εσόδων στα 180 ευρώ/MWh. «Αυτό θα επιτρέψει στους παραγωγούς να καλύψουν το επενδυτικό και λειτουργικό τους κόστος χωρίς να μειώσουν τις επενδύσεις σε νέες δυναμικότητες σύμφωνα με τους στόχους μας για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 και το 2050», επισημαίνει η Επιτροπή. Τα έσοδα πάνω από το ανώτατο όριο θα εισπράττονται από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και θα χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν τους καταναλωτές ενέργειας να μειώσουν τους λογαριασμούς τους. Επιπλέον, τα κράτη-μέλη που εμπορεύονται ηλεκτρική ενέργεια ενθαρρύνονται, σε πνεύμα αλληλεγγύης, να συνάψουν διμερείς συμφωνίες για να μοιραστούν μέρος των υποοριακών εσόδων που εισπράττει το κράτος παραγωγής προς όφελος των τελικών χρηστών στο κράτος μέλος με χαμηλή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συμφωνίες αυτές θα συναφθούν έως την 1η Δεκεμβρίου 2022 όταν οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας ενός κράτους μέλους από γειτονική χώρα είναι τουλάχιστον 100%.

Τρίτον, η Επιτροπή προτείνει μια προσωρινή συνεισφορά αλληλεγγύης για τα πλεονάζοντα κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες στους τομείς του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και των διυλιστηρίων. «Αυτή η χρονικά περιορισμένη συνεισφορά θα διατηρήσει τα επενδυτικά κίνητρα για την πράσινη μετάβαση», εκτιμά η Επιτροπή. Θα εισπράττεται από τα κράτη μέλη για κέρδη του 2022, τα οποία έχουν αυξηθεί πάνω από 20%, σε σχέση με τα μέσα κέρδη των προηγούμενων τριών ετών. Τα έσοδα θα εισπράττονται από τα κράτη μέλη και θα ανακατευθύνονται σε καταναλωτές ενέργειας, ιδίως σε ευάλωτα νοικοκυριά, εταιρείες που έχουν πληγεί σοβαρά και βιομηχανίες έντασης ενέργειας. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να χρηματοδοτούν διασυνοριακά έργα σύμφωνα με τους στόχους REPowerEU ή να χρησιμοποιούν μέρος των εσόδων για την κοινή χρηματοδότηση και για μέτρα για την προστασία της απασχόλησης ή την προώθηση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση.

Όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου η πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης να επιδιώκει άλλους τρόπους για να μειώσει τις τιμές της ενέργειας για τους ευρωπαίους καταναλωτές και τη βιομηχανία και να μειώσει την πίεση στην αγορά. Η Επιτροπή τονίζει ότι θα εμβαθύνει τη συζήτησή της με τα κράτη μέλη σχετικά με τους καλύτερους τρόπους μείωσης των τιμών του φυσικού αερίου, αναλύοντας επίσης διάφορες ιδέες για ανώτατα όρια τιμών και ενισχύοντας τον ρόλο της Ενεργειακής Πλατφόρμας της ΕΕ στη διευκόλυνση συμφωνιών χαμηλότερων τιμών με προμηθευτές μέσω εθελοντικών κοινών αγορών. Η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης να εργάζεται για εργαλεία για τη βελτίωση της ρευστότητας στην αγορά ενεργειακών επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και θα επανεξετάσει το προσωρινό πλαίσιο για την κρίση για τις κρατικές ενισχύσεις για να διασφαλίσει ότι θα συνεχίσει να επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρέχουν την απαραίτητη και αναλογική υποστήριξη στην οικονομία, διασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού.

Αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν στη νέα σύνοδο των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ στις 30 Σεπτεμβρίου.