Η Κίνα πιστεύει ότι η μηδενική ανοχή της απέναντι στον κορωνοϊό αποδίδει - Όχι όμως χωρίς κόστος
Ανανεώθηκε:
Οι περιορισμοί χαλαρώνουν στη Σαγκάη καθώς μειώνεται ο ρυθμός εξάπλωσης των κρουσμάτων, ωστόσο τα lockdown αναμένεται ότι θα έχουν βαρύ οικονομικό και κοινωνικό τίμημα στην πρώτη χώρα που συνάντησε την πανδημία.
Το ξέσπασμα του κορωνοϊού στη Σαγκάη εμφανίζει σημάδια σταθεροποίησης, με την Κίνα να λέει ότι έχει θέσει υπό έλεγχο το νέο κύμα και τους αξιωματούχους να υπερασπίζονται την αυστηρή πολιτική μηδενικής ανοχής της χώρας, ως την καλύτερη λύση έναντι της πανδημίας.
Η αταλάντευτη προσήλωση στην προσέγγιση της μηδενικής ανοχής οδήγησε στον αποτελεσματικό έλεγχο της επιδημίας στη βορειοανατολική επαρχία Τζιλίν και στον περιορισμό της εξάπλωσης της Όμικρον στη Σαγκάη, όπου η κινεζική τακτική υποβλήθηκε στην «πιο σοβαρή δοκιμασία», όπως παραδέχτηκε ο Λι Μπιν, αναπληρωτής διευθυντής της Εθνικής Επιτροπής Υγείας της Κίνας.
Η Σαγκάη ανακοίνωσε την Πέμπτη μια ελαφρά αύξηση των μολύνσεων για πρώτη φορά μετά από έξι ημέρες, αν και η ευρεία τάση συνεχίζεται καθοδικά μετά από έναν μήνα lockdown που στο αποκορύφωμά του περιόρισε στα σπίτια τους περισσότερους από 25 εκατομμύρια κατοίκους της πόλης. Τώρα, μόνο το ένα πέμπτο του πληθυσμού παραμένει μέσα.
Ο αριθμός των μολύνσεων που εντοπίστηκαν στην κοινότητα μειώθηκε σε 108 την Πέμπτη από 250 πριν από μια εβδομάδα. Η Κίνα γενικά απαιτεί η εξάπλωση στην κοινότητα να φτάσει στο μηδέν προτού θεωρήσει ότι ένα ξέσπασμα έχει ελεγχθεί.
Η επαρχία Τζιλίν, το κέντρο μιας προηγούμενης επιδημίας, συνεχίζει να αίρει σταδιακά τους περιορισμούς για τα 24 εκατομμύρια ανθρώπους του, με λοιμώξεις να μην ανιχνεύονται πλέον εκτός των εγκαταστάσεων καραντίνας. Ένα μικρότερο ξέσπασμα στο Πεκίνο δείχνει επίσης να βρίσκεται υπό έλεγχο καθώς μια σειρά από μαζικά τεστ δεν έχουν ακόμη εντοπίσει σημάδια ευρείας εξάπλωσης στην κοινότητα.
Στην ενημέρωση στο Πεκίνο, ανώτεροι υγειονομικοί αξιωματούχοι απέδωσαν τον μετριασμό του ξεσπάσματος στη στρατηγική μηδενικής ανοχής, η οποία το τελευταίο διάστημα έχει επικριθεί έντονα τόσο στην Κίνα, τόσο από τους ανθρώπους που έχασαν για πολλές εβδομάδες την πρόσβαση σε βασικά αγαθά, όπως τρόφιμα και υγειονομική περίθαλψη όσο και παγκοσμίως.
Ωστόσο, οι αξιωματούχοι παραδέχονται ότι η στρατηγική της μηδενικής ανοχής, η οποία εγκαταλείφθηκε σε μεγάλο βαθμό από προηγούμενους υποστηρικτές της όπως η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Σιγκαπούρη, πρέπει να προσαρμοστεί ώστε να συμβαδίζει με τη μεγαλύτερη μεταδοτικότητα της μετάλλαξης Όμικρον και να ελαχιστοποιεί τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Η πολιτική μηδενικής ανοχής θα δώσει στην Κίνα τον απαραίτητο χρόνο να βελτιώσει τα ποσοστά εμβολιασμού μεταξύ των ηλικιωμένων και άλλων ευάλωτων ατόμων, να αυξήσει τη χωρητικότητα των νοσοκομείων και να αναπτύξει και να παράγει περισσότερα αντιικά φάρμακα πριν κηρύξει τον απόλυτο θρίαμβο επί του Covid-19, δήλωσαν αξιωματούχοι.
«Υπάρχουν μαθήματα που μπορούμε να πάρουμε από όσα έχει περάσει η Σαγκάη και το Πεκίνο», δήλωσε στο Bloomberg ο Liang Wannian, επικεφαλής της ομάδας εμπειρογνωμόνων της ομάδας εργασίας για την αντιμετώπιση της επιδημίας Covid στην Εθνική Επιτροπή Υγείας. «Ο ιός εξαπλώνεται γρήγορα. Ο τρόπος που ανταποκρινόμαστε σε αυτό είναι να είμαστε ακόμα πιο γρήγοροι και πιο δυνατοί. Πρέπει να αγωνιστούμε ενάντια στον ιό».
Ωστόσο, σε συνέντευξή του στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα The Market, ο Joerg Wuttke, πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου της ΕΕ στην Κίνα, επέκρινε τον χειρισμό της κυβέρνησης για τα τελευταία κρούσματα.
«Οι αρχές δεν ενημερώνουν ότι η παραλλαγή Όμικρον είναι πιο ήπια, δεν ενημερώνουν ότι άλλες χώρες έχουν μάθει να ζουν με τον ιό», είπε ο Wuttke. «Η πολιτική ηγεσία δεν μπορεί να παραδεχτεί, τόσο κοντά στο συνέδριο του κόμματος, ότι υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης της Covid».
«Είναι αιχμάλωτοι της ίδιας της ρητορικής τους. Είναι μάλλον τραγικό: η Κίνα ήταν η πρώτη χώρα που μπήκε στην πανδημία και η τελευταία που βγήκε», είπε.
«Και στο μεταξύ, λένε σε όλο τον κόσμο ότι είναι οι καλύτεροι».