CIA: Η αντιμετώπιση της Κίνας προτεραιότητα του υποψήφιου αρχηγού Ουίλιαμ Μπερνς
Ανανεώθηκε:
Ο Ουίλιαμ Μπερνς, τον οποίο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έχει προτείνει ως επικεφαλής της CIA, δήλωσε ενώπιον επιτροπής της Γερουσίας πως βλέπει τον ανταγωνισμό με την Κίνα -και την αντιμετώπιση της «ανταγωνιστικής, αρπακτικής» ηγεσίας της -ως «κλειδί για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Ο 64χρονος Μπερνς, πρώην διπλωμάτης καριέρας επί Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανικών κυβερνήσεων, αναμένεται να κερδίσει με ευκολία την επιβεβαίωση του διορισμού του ως επικεφαλής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
Η Γερουσία είναι πιθανό να ψηφίσει για την επικύρωση του διορισμού του στα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας ή τη μεθεπόμενη εβδομάδα, ώστε τα μέλη της επιτροπής να έχουν περισσότερο χρόνο για αποστολή ερωτήσεων, δήλωσε αξιωματούχος του Κογκρέσου.
Καταθέτοντας στην επιτροπή, ο Μπερνς έδωσε ένα περίγραμμα των τεσσάρων πρώτων προτεραιοτήτων του: «Άνθρωποι, συνεργασίες, Κίνα και τεχνολογία».
Αποκάλεσε την Κίνα έναν «τρομερό, αυταρχικό αντίπαλο» που ενισχύει την ικανότητά της να κλέβει δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, να καταπιέζει τον λαό της, να διευρύνει το πεδίο της και να οικοδομεί επιρροή στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Κίνας Ζιάο Λιτζάν, απαντώντας σε ερώτηση για τα σχόλια του Μπερνς, είπε πως ελπίζει ότι οι ΗΠΑ θα «εγκαταλείψουν τη νοοτροπία μηδενικού αθροίσματος [...] και θα υιοθετήσουν μια θετική και εποικοδομητική πολιτική απέναντι στην Κίνα».
Η προηγούμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ επέφερε «ανυπολόγιστη ζημιά» στις σινοαμερικανικές σχέσεις, δήλωσε ο Ζιάο.
Εν τω μεταξύ, στη διάρκεια των ερωτήσεων στη Γερουσία, ο Μπερνς είπε πως αν ήταν πρόεδρος κάποιου κολεγίου ή πανεπιστημίου στις ΗΠΑ, θα εισηγείτο να κλείσουν τα Ινστιτούτα Κομφούκιος -πολιτιστικά κέντρα πανεπιστημιουπόλεων που χρηματοδοτούνται από το Πεκίνο και σύμφωνα με πολλά μέλη του Κογκρέσου είναι εργαλεία προπαγάνδας.
Τον Μπερνς παρουσίασαν στην ακρόαση δύο «βαριά» ονόματα στη διακομματική εξωτερική πολιτική -ο πρώην υπουργός Εξωτερικώ Τζέιμς Μπέικερ και ο πρώην διευθυντής της CIA και υπουργός Άμυνας, Λέον Πανέτα.
Εφόσον εγκριθεί ο διορισμός του, θα είναι η πρώτος διπλωμάτης καριέρας που θα ηγηθεί της υπηρεσίας.
Γερουσιαστές και από τα δύο κόμματα έπλεξαν το εγκώμιο του Μπερνς στη διάρκεια μιας ασυνήθιστα φιλικής δίωρης ακρόασης.
Ο Ρεπουμπλικανός Ρίτσαρντ Μπερ, πρώην πρόεδρος της επιτροπής, είπε πως προσβλέπει στην επικύρωση του διορισμού του Μπερνς. Ο Δημοκρατικός Ρον Γουάιντεν αναφέρθηκε στα επιτεύγματα του Μπερνς στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και είπε ότι θα τον υποστηρίξει.
Ο ανταγωνισμός με την Κίνα είναι μια από τις ύψιστες προτεραιότητες της κυβέρνησης Μπάιντεν -όπως και για μέλη του Κογκρέσου που θέλουν μια σκληρή γραμμή απέναντι στο Πεκίνο. Η Άβριλ Χέινς, διευθύντρια των Υπηρεσιών Πληροφοριών (DNI) του Μπάιντεν, κάλεσε, επίσης, σε «επιθετική στάση» απέναντι στην απειλή από την Κίνα κατά την ακρόασή της τον περασμένο μήνα.
Η ρωσική επιθετικότητα είναι επίσης μια σταθερή ανησυχία, ιδιαίτερα η ανάμειξή της σε εκλογές στις ΗΠΑ και το χακάρισμα πρόσφατα της SolarWinds που επέτρεψε τη διείσδυση σε κυβερνητικές υπηρεσίες -αξιωματούχοι των ΗΠΑ επέρριψαν την ευθύνη για το συμβάν σε Ρώσους χάκερ.
Ο Μπερνς δήλωσε πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θα κάνει σύντομα μια αξιολόγηση θεμάτων που συνδέονται με τη Ρωσία, περιλαμβανομένου και του χακαρίσματος της SolarWinds.
Ο Μπερνς ανέφερε ότι «γνωστές» απειλές εξακολουθούν να υφίστανται, μεταξύ των οποίων από τη Ρωσία, τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν. Είπε επίσης πως η κλιματική αλλαγή, θέματα παγκόσμιας Υγείας και απειλές στον κυβερνοχώρο είναι μεγάλοι κίνδυνοι, και μια «ανταγωνιστική, αρπακτική κινεζική ηγεσία αποτελεί το μεγαλύτερό μας γεωπολιτικό τεστ».
Ο ίδιος είχε συνδράμει στις μυστικές συνομιλίες με το Ιράν το 2013 που άνοιξαν τον δρόμο για τη διεθνή πυρηνική συμφωνία, στην οποία αντιτέθηκαν οι Ρεπουμπλικανοί. Είπε στην ακρόαση πως δεν θα πρέπει να επιτραπεί στο Ιράν να αποκτήσει πυρηνικό όπλο.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν πρότεινε την περασμένη εβδομάδα να συνομιλήσει με τους Ιρανούς και τα άλλα μέρη της συμφωνίας του 2015 προκειμένου να εξετάσουν αν υπάρχει δρόμος για επιστροφή στη συμφωνία από την οποία είχε αποχωρήσει ο προηγούμενος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ το 2018.