Πώς μία ανάρτηση στο Facebook τους έσωσε τη ζωή
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για την ουσία των social media και την νέα πραγματικότητα που έχουν διαμορφώσει την τελευταία δεκαετία. Υπάρχουν πλείστοι λόγοι να τα δαιμονοποιήσει κανείς, υπάρχουν άλλοι τόσοι για να τα εγκωμιάζει. Ο Μάικι Λίθκοτ μάλλον ανήκει στην δεύτερη κατηγορία ανθρώπων.
Ο 36χρονος Αμερικανός που ζει τα τελευταία χρόνια στη Λισαβόνα ταξιδεύει συχνά και μοιράζεται εμπειρίες και εικόνες μέσω Facebook.
Ο κύκλος αυτός των διαδικτυακών φίλων που θαυμάζει τα κατά καιρούς ταξίδια του, ήταν αυτός στον οποίο μάλλον χρωστάει τη ζωή του.
Στις 22 Αυγούστου, αντί για άλλη μία εξωτική παραλία ή πολύβουη αγορά του κόσμου, ο Μίκι πόσταρε πέντε λέξεις στο Facebook «Help. In danger. Call police» (Βοήθεια. Σε κίνδυνο. Καλέστε αστυνομία)
Ο ίδιος βρισκόταν στο Ουμπούντ του Μπαλί μαζί με τη συνοδοιπόρο του, Στέισι Ένο, όταν είχαν ατύχημα με το σκούτερ τους που, σε μία απότομη στροφή, κατέληξε σε φαράγγι.
«Ένιωθα να έχω σπάσει την πλάτη μου. Δεν μπορούσα να σηκωθώ ούτε να κινηθώ. Κρατιόμουν από μία παχιά ρίζα στο σκοτάδι. Γλιστρούσα με κάθε ανεπαίσθητη κίνηση», περιγράφει ο ίδιος ανακαλώντας τις πρώτες στιγμές όταν άνοιξε τα μάτια του.
Άρχισε να φωνάζει το όνομα της φίλης του, η οποία κάποια στιγμή απάντησε, λέγοντας πως πονούσε φρικτά και δεν μπορούσε ούτε εκείνη να κινηθεί.
«Σκέφτηκα πως θα πέθαινα εκεί γιατί κανείς δεν ήξερε πού βρισκόμασταν, πως είχαμε ατύχημα και ήμασταν βαριά τραυματισμένοι», παραδέχεται ο 36χρονος.
Το ένστικτο επιβίωσης κυριάρχησε, ωστόσο. Αναζητώντας απεγνωσμένα σωτηρία, ο Λάιθκοτ κάποια στιγμή διαπίστωσε πως ενώ το «τοπικό» κινητό του είχε εξαφανιστεί κατά την πτώση, το αμερικανικό ήταν εκεί και με σήμα.
Το SOS που του έσωσε τη ζωή
«Είδα την ανάρτηση του Μάικι ένα – δύο λεπτά αφότου την ανέβασε. Δουλεύω στο σπίτι και συνηθίζω να έχω ανοιχτό το Facebook. Όταν είδα το ποστ ξαφνιάστηκα και τρόμαξα. Ανησύχησα μήπως τον είχαν ναρκώσει ή απάγει…», ομολογεί η Έιμι Σπαρκς η οποία είχε ταξιδέψει στο Νεπάλ με τον Λίθκοτ το 2014.
Η Έιμι τηλεφώνησε στον Λίθκοτ, επιβεβαίωσε πως ήταν ο ίδιος κι όχι κάποιος που είχε χρησιμοποιήσει το κινητό του και άρχισε να κινητοποιείται. Και δεν ήταν η μόνη.
Ένας φίλος του στο Βανκούβερ είχε επικοινωνήσει ήδη με τις επαφές του στην Ινδονησία. Ένας άλλος στο Λος Άντζελες είχε εντοπίσει, μέσω online χαρτών, την περιοχή όπου βρίσκονταν οι δύο τραυματίες. Ένας τρίτος στην Πράγα κάλεσε το προξενείο κι ένας τέταρτος στην Ολλανδία την τοπική αστυνομία.
«Διάφοροι φίλοι του Μάικι από όλο τον κόσμο άρχισαν να αναρτούν τηλέφωνα, εγώ ήρθα σε επαφή με μία γυναίκα στο προξενείο που μου έδωσε το μέιλ της και της έστειλα screenshot από την τοποθεσία όπου βρισκόταν ο Μάικι», εξηγεί η Σπαρκς.
Κατά τη διάρκεια της διαδικτυακής αυτής επιχείρησης διάσωσης, ο Λίθκοτ είχε χάσει πια τις αισθήσεις του. Ωστόσο, η αποστολή σωτηρίας τους είχε πια δρομολογηθεί. Οι δύο πολυτραυματίες βρίσκονταν πια στα χέρια των σωτήρων τους.
Με ένα φορτηγάκι τους μετέφεραν στο νοσοκομείο, όπου ο Λίθκοτ με βαρύτατα τραύματα σε κρανίο, κοιλιακή χώρα, χέρι και πνεύμονες, μπήκε στο χειρουργείο. Πήρε εξιτήριο στις 3 Σεπτέμβρη.
«Το αυθόρμητο ταξίδι του (Μάικι) στην Ινδονησία για να με συναντήσει ήταν το 55ο του. Πραγματικά με εμπνέει. Γνωρίζω πως το ταξίδι μπορεί να γίνει τρομακτικό κι επικίνδυνο κάποιες φορές, ωστόσο δεν υπάρχει κάτι που να μας σταματά. Χωρίς την τεχνολογία και τους διαδικτυακούς φίλους, δεν θα είχαμε ζήσει», ομολογεί η Ένο που, αν και με κατάγματα και στα δύο ζυγωματικά οστά, τη μύτη και τον αριστερό καρπό της, πήρε σύντομα εξιτήριο και επέστρεψε στη Νότια Κορέα όπου ζει.