ΚΟΣΜΟΣ

Περού: Ο πρόεδρος αρνείται να παραιτηθεί, παρά το σκάνδαλο διαφθοράς

Περού: Ο πρόεδρος αρνείται να παραιτηθεί, παρά το σκάνδαλο διαφθοράς
Handout via Reuters

Ο κεντροδεξιός πρόεδρος του Περού, ο Πέδρο Πάμπλο Κουτσίνσκι, απέρριψε αργά το βράδυ της Πέμπτης την απαίτηση της αντιπολίτευσης να παραιτηθεί αμέσως, μετά την αποκάλυψη ενός εγγράφου κατά το οποίο ο βραζιλιάνικος κολοσσός των κατασκευών Odebrecht είχε καταβάλει πριν από μια δεκαετία 4,8 εκατ. δολάρια σε εταιρείες που συνδέονταν με τον ίδιο, ενώ υπηρετούσε στην κυβέρνηση.

Σε τηλεοπτικό διάγγελμά του, πλαισιωμένος από στελέχη της κυβέρνησής του, ο Κουτσίνσκι διέψευσε ότι έχει κάνει οτιδήποτε παράνομο και τόνισε ότι παρότι πράγματι η εταιρεία Westfield Capital Ltd -στην οποία έγινε μία πληρωμή- του ανήκε, δεν την διοικούσε όταν μεταφέρθηκαν τα χρήματα.

Ο Κουτσίνσκι έχει υποσχεθεί ότι θα πάει στο κοινοβούλιο της χώρας και θα δώσει απαντήσεις σε μια αρμόδια επιτροπή την επόμενη εβδομάδα.

Η αξιωματική αντιπολίτευση, το δεξιό κόμμα Λαϊκή Δύναμη, είχε δώσει προθεσμία στον Κουτσίνσκι να παραιτηθεί ως τα μεσάνυχτα της Πέμπτης, χωρίς να διευκρινίσει τι θα συνέβαινε εάν δεν την τηρούσε.

Ένα κόμμα της αριστεράς, το Frente Amplio (Ευρύ Μέτωπο), ανέφερε νωρίτερα χθες ότι ετοιμάζει πρόταση για να παραπεμφθεί σε δίκη και να παυθεί ο πρόεδρος της χώρας. Η Λαϊκή Δύναμη και το Ευρύ Μέτωπο έχουν μαζί 82 έδρες. Για να παυθεί ο 79χρονος πρόεδρος, πρώην στέλεχος επενδυτικών τραπεζών της Γουόλ Στριτ, χρειάζονται 77 ψήφοι στο Κογκρέσο.

Το έγγραφο που έδωσε η Οντεμπρέχτ δείχνει ότι μεταβιβάστηκαν αρχικά 780.000 δολάρια σε μια εταιρεία που έλεγχε ο Κουτσίνσκι και κατόπιν άλλα 4 εκατομμύρια δολάρια σε μια εταιρεία που ανήκε σε έναν στενό του συνεργάτη.

Ως τον περασμένο μήνα, ο Κουτσίνσκι διέψευδε κατηγορηματικά ότι έλαβε ποτέ χρήματα από τη βραζιλιάνικη κατασκευαστική εταιρεία ή ότι είχε ποτέ επαγγελματική σχέση με την Οντεμπρέχτ.

Η εταιρεία βρίσκεται στο επίκεντρο του μεγαλύτερου σκανδάλου διαφθοράς στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής. Για την υπόθεση έχουν ασκηθεί διώξεις σε βάρος δύο προκατόχων του Κουτσίνσκι, του Ογιάντα Ουμάλα και του Αλεχάντρο Τολέδο.