Οι 44 μέρες της Λιζ Τρας που καταρράκωσαν την βρετανική οικονομία
Το μεσημέρι της Πέμπτης η Λιζ Τρας στάθηκε μπροστά από το νούμερο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ και παραδέχτηκε πως δεν μπορεί να εκπληρώσει την εντολή για την οποία εκλέχθηκε και ανακοίνωσε πως παραιτείται του ρόλου της ως επικεφαλής του Συντηρητικού κόμματος και πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, μόλις 44 ημέρες στη διακυβέρνηση της χώρας. Ωστόσο, αφήνει πίσω της μια χώρα σε πολιτικό και οικονομικό χάος, λόγω της φορολογικής πολιτικής που ήθελε να εφαρμόσει.
Μέσα σε λιγότερο από έξι εβδομάδες ο «μίνι προϋπολογισμός» που κατέθεσε που έφερε την υπογραφή της ίδιας και του πρώην υπουργού Οικονομικού Κουάσι Κουάρτενγκ κατέρρευσε, η ίδια έχασε δύο σημαντικούς υπουργούς, αλλά και τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη σχεδόν όλων των βουλευτών του Συντηρητικού Κόμματος.
Ξαφνιάζοντας πρακτικά κανέναν, οι φορολογικές περικοπές ύψους 45 δισ. στερλινών επικρίθηκαν με δριμύτητα και δημιούργησαν τεράστια οικονομικά προβλήματα στη χώρα.
Οι επιλογές που έφεραν την κατρακύλα
Δύο εβδομάδες αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά της, η Τρας και ο πρώην υπουργός Οικονομικών Κουάζι Κουάρτενγκ προκάλεσαν τη δική τους τρικυμία στις ήδη ευαίσθητες αγορές, όταν παρουσίασαν τον «μίνι προϋπολογισμό» που προέβλεπε δραστικές περικοπές φόρων και ταυτόχρονη κάλυψη του υψηλού ενεργειακού κόστους, χωρίς όμως να προβλέπεται από που θα αντληθούν οι απαιτούμενοι πόροι.
Ο οικονομικός σχεδιασμός Τρας – Κουάρτενγκ είχε κενά που έβλεπαν τόσο οι επενδυτές και οι αναλυτές, όσο και οι απλοί πολίτες που «άκουγαν» για φοροελαφρύνσεις προς τους πιο εύπορους της χώρας, την ώρα που οι ίδιοι περιόριζαν ήδη τα έξοδα τους σε αγορές τροφίμων και θέρμανσης, εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων.
Για την ακρίβεια, για να προχωρήσει ο φορολογικός τους σχεδιασμός θα έπρεπε να βρεθεί χρηματοδότηση μέσω της αγοράς χρέους από τις αγορές, γεγονός που ήρθε σε αντίθεση με τις προσπάθειες της Τράπεζας της Αγγλίας να ρίξει τον αυξημένο πληθωρισμό. Η κίνηση αυτή προκάλεσε την απότομη απώλεια της επενδυτικής εμπιστοσύνης και τον αναβρασμό που παρατηρήθηκε στις αγορές.
Η απόδοση των 30ετών ομολόγων ξεπέρασε το 5% και έφτασε σε υψηλό 20ετίας. Για να καταφέρει να ελέγξει την κατάσταση η Τράπεζα της Αγγλίας αναγκάστηκε να παρέμβει με έκτακτες αγορές ομολόγων και την ίδια ώρα η λίρα έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών.
Αποτέλεσμα; Η εκτόξευση των επιτοκίων για τα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά δάνεια σε μια ήδη δύσκολη οικονομία.
Αν προσθέσει κανείς την επίδραση των κρατικών ομολόγων και στα Ταμεία Συνταξιοδότησης, για τα οποία ήταν εχέγγυα σε μορφές βραχυχρόνιου δανεισμού, η υποχώρηση των αποδόσεων θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια μείζονα οικονομική κρίση.
Το εγχώριο χάος έγινε αντικείμενο επικρίσεων, αλλά και αγωνίας σε διεθνές επίπεδο. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έκρινε απαραίτητο να παρέμβει στον εσωτερικό σχεδιασμό καλώντας την βρετανική κυβέρνηση να κάνει διορθώσεις
Η Λιζ Τρας – μετά από μια προσπάθεια αντίστασης – έκανε στροφή 180 μοιρών, υποχώρησε τελικά στις πιέσεις και απέπεμψε τον υπουργό Οικονομικών που η ίδια είχε επιλέξει και τοποθέτησε στην θέση του τον – κοινής αποδοχής - Τζέρεμι Χαντ, ο οποίος ακύρωσε σχεδόν όλο τον «μίνι προϋπολογισμό», όμως η κίνηση αυτή δεν ήταν αρκετή για να διορθώσει τη ζημιά.
Η ταραχώδη ψηφοφορία για το fracking (υδραυλική θραύση για την εξόρυξη φυσικού αερίου) και οι σκηνές χάους που εκτυλίχθηκαν στη Βουλή των Κοινοτήτων την Τετάρτη 19/10, φαίνεται να ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και τελικά μια μέρα μετά η Λιζ Τρας απάντησε θετικά στις φωνές των βουλευτών που ζητούσαν την παραίτηση της.
Μικρή «ανάσα» στις αγορές
Λίγη ώρα μετά την παραίτηση της πρωθυπουργού οι αγορές άρχισαν να δείχνουν σημάδια ανακούφισης, με την ισοτιμία της στερλίνας έναντι του δολαρίου να ενισχύεται και τα επιτόκια να μειώνονται.
Την Πέμπτη η ισοτιμία της στερλίνας έναντι του δολαρίου ήταν στο 1,1323 δολάριο, αν και το πρωί της Παρασκευής επέστρεψε στις απώλειες, με πτώση 1% στο 1,1127 δολάριο.
Σημειώνεται πως το βρετανικό νόμισμα που ήταν αδύναμο ήδη από το καλοκαίρι, έφτασε να βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με το δολάριο στα τέλη του Σεπτεμβρίου, όμως τις τελευταίες δύο εβδομάδες παρουσίαζε σημάδια σταδιακής ανάκαμψης, μετά την «στροφή» της οικονομικής της πολιτικής, την αποπομπή του Κουάρτενγκ και τέλος με την παραίτηση της Τρας.
Όσον αφορά στα ομόλογα, την Πέμπτη το απόγευμα η απόδοση του 10ετούς ομολόγου κυμαινόταν στο 3,82% και του 30ετούς στο 3,86%, ωστόσο, οι αποδόσεις των ομολόγων παρέμειναν πολύ πάνω από το επίπεδο που βρίσκονταν στα τέλη του 2021, κάτι που δείχνει ότι το αντιστάθμισμα που ζητούν οι επενδυτές για να χρηματοδοτήσουν το βρετανικό χρέος δεν έχει εξαφανιστεί.
Ο δανεισμός του κρατικού κλάδου έφτασε τα 20 δισ. στερλίνες (22,2 δισ. δολάρια) στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυξημένο από τα 11,8 δισ. στερλίνες που είχε καταγραφεί τον Αύγουστο, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της χώρας.
«Το μεγάλο πολιτικό στοίχημα της Λιζ Τρας της γύρισε μπούμερανγκ, όμως εν παρόδω προκάλεσε σημαντικές ζημιές στην οικονομία», σχολίασε η Σουζάνα Στρίτερ, αναλύτρια της Hargreaves Lansdown.
«Η πολιτική των τελευταίων εβδομάδων υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των ανθρώπων, των επιχειρήσεων, των αγορών και των διεθνών επενδυτών στη Βρετανία», ανέφερε από πλευράς του ο Τόνι Ντάνκερ, γενικός διευθυντής της CBI, της μεγαλύτερης ομοσπονδίας εργοδοτών της χώρας.
Η σκιά του Brexit
Βέβαια, η Βρετανία περνούσε μια ταραγμένη, πολιτικά και οικονομικά, περίοδο πολύ πριν αναλάβει καθήκοντα η Τρας, από τις συνέπειες του Brexit.
Το Brexit έφερε ανασφάλεια επιβεβαιώνοντας τα κέντρα οικονομικής εξουσίας όπως το City, τα οποία ήταν ιδιαίτερα εχθρικά στην έξοδο της Βρετανίας από την ενιαία αγορά της Ευρώπης. Η χώρα είναι μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου και μέλος των G7, όμως η αποκοπή της από την ευρωπαϊκή αγορά είχε ένα βαρύ τίμημα το οποίο η χώρα δεν ήταν έτοιμη να διαχειριστεί σε οικονομικό επίπεδο.
Το βρετανικό σύστημα φάνηκε αδύναμο για να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που αντιμετώπισε η χώρα με την έξοδο της από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού, την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τελικά την ενεργειακή κρίση.
Αξίζει να σημειωθεί πως η Λιζ Τρας ήταν η τέταρτη πρωθυπουργός από το 2015, παρότι η κυβερνώσα παράταξη στην Βρετανία παραμένει η ίδια. Πέρα από το πολιτικό κομμάτι, ιδιαίτερα προβληματικός εμφανίστηκε ο οικονομικός τομέας της χώρας, αν κρίνει κανείς από την αλλαγή τεσσάρων υπουργών οικονομικών και τριών υπουργών Εσωτερικών μέσα σε διάστημα μηνών.
Το επόμενο – αβέβαιο - βήμα
Η διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας θα ολοκληρωθεί την ερχόμενη Παρασκευή 28/10 και καλώς εχόντων των πραγμάτων, ο νέος πρωθυπουργός θα αναλάβει άμεσα τα καθήκοντα του σε μια προσπάθεια να επαναφέρει την ηρεμία, όμως το αν ο διάδοχος καταφέρει να ελέγξει την ταραχή των αγορών είναι αβέβαιο.
Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον αναμένεται να είναι υποψήφιος στην αναμέτρηση για την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος όπως ανέφεραν οι Times.
Επίσης, σύμφωνα με το Sky News, ο Ρίσι Σουνάκ και η Πένι Μόρντοντ, που διεκδίκησαν την ηγεσία στις προηγούμενες εσωκομματικές εκλογές φέτος, πιστεύεται ότι θα θέσουν εκ νέου υποψηφιότητα για την αντικατάσταση της Τρας.
Μάλιστα, ο Ρίσι Σούνακ έχει αποδειχθεί κάτι σαν προφήτης της πτώσης της κυβέρνησης, καθώς πολλές από τις προβλέψεις που έκανε κατά τη διάρκεια της ηγεσίας αυτό το καλοκαίρι σχετικά με το οικονομικό σχέδιο της Τρας επαληθεύτηκαν.
Σημειώνεται πως η Μόρντοντ, όπως και ο Σουνάκ, ανήκει στην πιο μετριοπαθή πτέρυγα του Συντηρητικού κόμματος. Υπήρξε μάλιστα συζήτηση μεταξύ των βουλευτών για το ενδεχόμενο οι δύο τους να σχηματίσουν ένα ψηφοδέλτιο τύπου «dream team» αν και αυτό δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί και δεν είναι σαφές αν κάποιος από τους δύο θα δεχόταν να είναι υπουργός Οικονομικών αντί να αναλάβει την κορυφαία θέση.